Ο μαέστρος Απόλλων Κουσκουμβεκάκης μιλάει στην Μαίρη Γκιώνη – Λαρεντζάκη
Σπούδασε κλασική κιθάρα και ανώτερα θεωρητικά της μουσικής, αποκτώντας δίπλωμα κλασικής κιθάρας και δίπλωμα σύνθεσης. Στη συνέχεια παρακολούθησε μεταπτυχιακά μαθήματα στη διεύθυνση ορχήστρας στο University of Indianapolis (Athens Campus). Ως σολίστ έχει να επιδείξει πλούσια δισκογραφία με έργα μουσικής μπαρόκ, ρομαντικής μουσικής, έργα Α. Αμαραντίδη, Γ. Α. Παπαϊωάννου, έργα λατινοαμερικάνικης μουσικής και έργα μουσικής δωματίου Ελλήνων συνθετών.
Έχει εμφανιστεί σε όλα σχεδόν τα ελληνικά φεστιβάλ, έχει συμπράξει με τις συμφωνικές ορχήστρες της ΕΡΤ και του Δήμου της Αθήνας, και έχει εμφανιστεί σε πολλές χώρες (Γαλλία, Ισπανία, Τσεχία, Αίγυπτο, Βουλγαρία, Ρουμανία, Ουζμπεκιστάν κ.α.), αποσπώντας εξαιρετικές κριτικές.
Είναι μαέστρος και καλλιτεχνικός διευθυντής της Ορχήστρας Δωματίου Αθηνών (Athens Chamber Orchestra) και της ορχήστρας νυκτών εγχόρδων του Δήμου της Αθήνας. Ως μαέστρος και ενορχηστρωτής έχει συνεργαστεί με πολλούς καταξιωμένους ερμηνευτές του λυρικού, του έντεχνου και του λαϊκού τραγουδιού, παρουσιάζοντας προγράμματα με το ποιοτικό ελληνικό τραγούδι του 20ου αιώνα, στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, στο Badminton Theater, στο Christmas Theater κ.α. Ως συνθέτης έχει κυκλοφορήσει πέντε (5) δίσκους με ορχηστρικά θέματα και τραγούδια.
«ΠΑΛΜΟΣ»: Σε ποιο περιβάλλον μεγαλώσατε και πώς ήταν τα παιδικά σας χρόνια;
ΑΠΟΛΛΩΝ ΚΟΥΣΚΟΥΜΒΕΚΑΚΗΣ: Μεγάλωσα σε μια αστική οικογένεια στην Καλλιθέα. Οι γονείς μου ήταν άνθρωποι αυτηροί, κυρίως ο πατέρας μου, και συντηρητικοί. Κανείς από την οικογένειά μου δεν είχε σχέση με τη μουσική, ήμουν όμως μάλλον τυχερός γιατί τα ακούσματα που είχα σαν παιδί δεν ήταν κακά. Με αρκετή πίεση από το σπίτι, αλλά και με δική μου αγάπη για το διάβασμα ήμουν άριστος μαθητής, σημαιοφόρος, και μπήκα με δύσκολες εξετάσεις στην Ιωνίδειο, ένα πολύ καλό Γυμνάσιο – Λύκειο εκείνη την εποχή.
Έχω ανάμικτα συναισθήματα για τα παιδικά μου χρόνια. Νιώθω ότι έχασα ένα μεγάλο κομμάτι από την ανεμελιά και το παιχνίδι της παιδικής ηλικίας, κέρδισα όμως μια στέρεη παιδεία που με βοήθησε πολύ αργότερα.
«Π»: Τι σας ώθησε στη μουσική;
Α.Κ.: Αρκετά μικρός γράφτηκα στο Ωδείο, στην τάξη της κλασικής κιθάρας, όπου ήμουν συμβατικά καλός. Στην εφηβεία όμως, στο Γυμνάσιο, αισθάνθηκα να πνίγομαι. Η «επανάσταση» και η αντίδρασή μου εκφράστηκε με την ηλεκτρική κιθάρα και το ροκ. Ήξερα πια ότι δεν υπήρχε γυρισμός, θα γινόμουν μουσικός.
«Π»: Τι είναι η μουσική για σας;
Α.Κ.: Πόσο δύσκολο είναι να απαντήσω σε αυτή την ερώτηση χωρίς λέξεις – στερεότυπα… Η μουσική είναι αγάπη, έρωτας, λύτρωση, μνήμη. Μα κυρίως είναι ταξίδι… Ξέρετε έχω ταξιδέψει αρκετά, κυρίως με τη δουλειά μου, αλλά δεν αισθάνομαι πια αυτή την ανάγκη. Όταν ολοκληρώνω τη σύνθεση ενός θέματος ή μια όμορφη ενορχήστρωση νιώθω σα να έχω γυρίσει όλο τον κόσμο και με ένα μαγικό τρόπο να εμπεριέχω όλη την ομορφιά του.
«Π»: Ποια τα ακούσματά σας;
Α.Κ.: Το πρώτο άκουσμα που με καθόρισε ήταν το LP «Wish you were here» των Pink Floyd, γύρω στα 14, στην εφηβεία μου. Τα progresive rock συγκροτήματα, Genesis, Jethro Tull κ.α. διεύρυναν τη μουσική μου αντίληψη. Μετά ήρθε ο Χατζιδάκις, τα Reflections, o Μεγάλος ερωτικός… Μέσα από τις κλασικές σπουδές μου αγάπησα τη μουσική μπαρόκ.
Αυτή η τέλεια οργάνωση των ήχων, η αρχιτεκτονική, η πολυφωνία, η μουσική οικονομία, ταίριαξαν απόλυτα με την τελειομανία και την οργανωτική μου ανάγκη και ικανότητα. Αγάπησα και με επηρέασαν πολύ οι μεγάλοι Ιταλοί συνθέτες του κινηματογράφου, ο Nino Rota, o Nicola Piovani, o Ennio Morricone. Επίσης αγαπώ τους συνθέτες του ελληνικού αστικού τραγουδιού, τον Αττίκ, τον Κώστα Γιαννίδη κ.α. και παρουσιάζω συνέχεια προγράμματα με τραγούδια τους με την Athens Chamber Orchestra, τη Δημοτική Αθηναϊκή Μαντολινάτα, την Ορχήστρα Σύγχρονης Μουσικής της ΕΡΤ.
«Π»: Έχετε σπουδαίο και πλούσιο βιογραφικό και εργογραφία, ξεχωρίζετε κάποιο έργο σας;
Α.Κ.: Έχω 18 δίσκους, LP και CD, με έργα για σόλο κιθάρα, μουσική δωματίου με το Ελληνικό Τρίο, αλλά και σαν ενορχηστρωτής, μαέστρος και συνθέτης. Τους αγαπώ όλους, γιατί η διαδικασία για να ολοκληρωθούν ήταν κάθε φορά ένα βήμα, ένα λιθαράκι αν θέλετε, για να δημιουργήσω τη σημερινή μου μουσική σκέψη, για να κερδίσω την άποψή μου για το όμορφο και το αληθινό. Αν πρέπει να ξεχωρίσω κάποιους θα πω το LP με έργα για σόλο κιθάρα του Αμάραντου Αμαραντίδη που έκανα το 1990 και το «Νοέμβρη των ματιών της», τον πρώτο δίσκο που έκανα με δικές μου συνθέσεις, ορχηστρικά θέματα και τραγούδια, το 2014.
«Π»: Τι είναι η κιθάρα για εσάς;
Α.Κ.: Η πρώτη μου αγάπη, ο πρώτος μεγάλος έρωτας. Το πιο ερωτικό όργανο, μια μικρή ορχήστρα με ήχο ζεστό και χαμηλόφωνο, ιδανικό για να συνοδεύει το τραγούδι, που είναι η πεμπτουσία της μουσικής. Μια παλιά αγαπημένη, που αν και δεν υπάρχει πια στη μουσική μου ζωή, κάθε φορά που έρχεται η καρδιά μου σκιρτάει κι είναι γιορτή…
«Π»: Πώς σας επηρεάζει η καθημερινότητα;
Α.Κ.: Έχω επιλέξει και έχω γύρω μου λίγους ανθρώπους, τους αγαπώ και μ’ αγαπούν, τους σέβομαι και με σέβονται. Των πολλών τις συναναστροφές δεν τις μπορώ, χάνομαι. Αγαπώ πολύ τα ζώα, ταϊζω όλα τα αδέσποτα, σκυλάκια, γατάκια… Διδάσκω, κάνω πρόβες, ενορχηστρώνω και μελετάω για τις παραστάσεις μου.
«Π»: Ποιοι είναι οι αγαπημένοι σας κιθαριστές;
Α.Κ.: Στην κλασική κιθάρα ο John Williams. Τεχνική τελειότητα, ερμηνεία χωρίς συναισθηματικές υπερβολές. Στην ηλεκτρική κιθάρα ο David Gilmour. Εξαιρετική αίσθηση της φράσης, μουσική οικονομία, τίποτα περιττό.
«Π»: Πώς βλέπετε το επίπεδο της μουσικής στη χώρα μας;
Α.Κ.: Έχουμε εξαιρετικούς σολίστ και πολύ καλές ορχήστρες. Πρόσφατα είχα τη χαρά να διευθύνω την Ορχήστρα Σύγχρονης Μουσικής της ΕΡΤ στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών και εντυπωσιάστηκα από το υψηλό επίπεδο, τόσο των μουσικών, όσο και της ορχήστρας. Στο τραγούδι τώρα, σαφώς κυριαρχεί το ευτελές και το σκουπίδι, αλλά υπάρχουν δημιουργοί που γράφουν όμορφα και κυρίως αντιστέκονται στον παγκοσμιοποιημένο ήχο, διατηρώντας μια «ελληνικότητα».
«Π»: Είναι ικανοποιητική η μουσική εκπαίδευση στην Ελλάδα; Ποια είναι η γνώμη σας;
Α.Κ.: Υπάρχουν δυστυχώς πολλά προβλήματα. Κατ’ αρχάς δεν έχουμε Μουσική Ακαδημία. Οι τίτλοι σπουδών των ωδείων είναι αδιαβάθμιτοι. Ένας σπουδαστής κάποιου οργάνου σπουδάζει 12 χρόνια, μελετάει πολλές ώρες κάθε μέρα, αποκτά τελικά ένα δίπλωμα αδιαβάθμιτο και αντιμετωπίζεται επαγγελματικά σαν απόφοιτος Λυκείου! Από την άλλη πλευρά και ο έλεγχος του επιπέδου των ωδειακών σπουδών είναι πλημμελής.
«Π»: Ποια θεωρείτε την πιο σημαντική συνεργασία σας;
Α.Κ.: Στο Ελληνικό Τρίο με το Δημήτρη Φωτόπουλο στο φλάουτο και τους Γιάννη Βατικιώτη, Νίκο Καραγιάννη, Πάρη Αναστασιάδη στη βιόλα, γιατί δισκογραφήσαμε και παρουσιάσαμε σε συναυλίες στην Ελλάδα και το εξωτερικό έργα σημαντικών σύγχρονων Ελλήνων συνθετών. Επίσης με τη Δημοτική Αθηναϊκή Μαντολινάτα, της οποίας έχω τη χαρά να είμαι μαέστρος και ενορχηστρωτής, γιατί μου δόθηκε η ευκαιρία να γνωρίσω και να παρουσιάσω όλα τα είδη του ποιοτικού ελληνικού τραγουδιού.
«Π»: Ως μαέστρος και σολίστ, ποιες δυσκολίες αντιμετωπίζετε;
Α.Κ.: Το να είσαι σολίστ απαιτεί πολύωρη καθημερινή μελέτη για να συντηρείς την τεχνική σου σε ένα υψηλό επίπεδο και φυσικά ευαισθησία και γνώσεις για τη σωστή ερμηνεία των έργων. Πρέπει επίσης να μπορείς να διαχειριστείς τη μοναξιά που αυτό συνεπάγεται.
Ως μαέστρος, εκτός από τη μελέτη, χρειάζεσαι οργανωτική σκέψη, ικανότητα απόλυτης συγκέντρωσης και αυτοκυριαρχίας. Είναι επίσης αυτονόητο ότι χρειάζεται μια στέρεη μουσική παιδεία και οι ανάλογες σπουδές. Ειδικά σε αυτό όμως που εγώ έχω ειδικευτεί και είναι η ενορχήστρωση και διεύθυνση προγραμμάτων με το ποιοτικό τραγούδι, χρειάζεται εμπειρία σκηνής και στησίματος παραστάσεων. Πολλά και ίσως τα πιο σημαντικά μυστικά της δουλειάς αυτής δεν τα μαθαίνεις από βιβλία, αλλά δρώντας μουσικά. Κατά τη γνώμη μου σε αυτή τη δουλειά εκτός από καλός θεωρητικός πρέπει να είσαι άνθρωπος της μουσικής δράσης! Επίσης πολύ σημαντικό είναι να έχεις την κατάλληλη προσωπικότητα και ικανότητα στη διαχείριση χαρακτήρων. Φανταστείτε μια παράσταση με 40 μουσικούς, τραγουδιστές, χορευτές, που θα πρέπει να συνεργαστούν αρμονικά ώστε η παράσταση να αποπνέει υγεία. Θα πρέπει να διαχειριστείς το μουσικό που είναι τυπικός και ευγενής, αυτόν που είναι ασυνεπής, τραγουδιστές και χορευτές με υπερεγώ που θεωρούν ότι είναι το κέντρο του κόσμου και μόνον η δική τους δουλειά είναι σημαντική, να βάλεις τις κόκκινες γραμμές σου και φυσικά να εμπνεύσεις σε όλους ασφάλεια και σεβασμό.
«Π»: Πώς βλέπετε τη δισκογραφία σήμερα;
Α.Κ.: Δεν υπάρχει δισκογραφία σήμερα. Δεν υπάρχει δίσκος σε καμιά μορφή. Δεν κόβονται πια CD αφού κανείς δεν τα αγοράζει. Η μουσική διακινείται διαδικτυακά σε διάφορες διεθνείς πλατφόρμες. Όλη αυτή η νέα πραγματικότητα είναι μάλλον αχαρτογράφητα νερά για μένα καθώς η μουσική που ουσιαστικά διακινείται και «πουλάει» σ’ αυτές τις πλατφόρμες δε με αφορά.
«Π»: Τον Ιανουάριο του 2015 κυκλοφορεί το διπλό CD σας, αφιέρωμα στα τραγούδια του Μιχάλη Σουγιούλ. Τι παρακαταθήκη άφησε ο σπουδαίος αυτός συνθέτης;
Α.Κ.: Ο Μιχάλης Σουγιούλ είναι ένα από τα μεγαλύτερα ταλέντα του ελληνικού τραγουδιού του 20ου αιώνα. Ο Αλέκος Σακελλάριος έλεγε ότι μπορούσε να μελοποιήσει και τον τηλεφωνικό κατάλογο! Έγραψε τανγκό, βαλσάκια, ρομάντσες, μπαλάντες, δημοτικοφανή, πατριωτικά, αρχοντορεμπέτικα και όλα με μεγάλη επιτυχία. Είχα τη χαρά το 2015 να ενορχηστρώσω και να διευθύνω την Athens Chamber Orchestra σε ένα διπλό CD με τραγούδια του Σουγιούλ και ερμηνευτές τη Γλυκερία και το Μπάμπη Τσέρτο. Έχω επίσης διευθύνει πολλές παραστάσεις – αφιερώματα στο Σουγιούλ στο Badminton Theater, στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, στο θέατρο Μαρία Κάλλας (πρώην Ολύμπια) κ.α. Μάλιστα την Κυριακή 20 Οκτωβρίου έχω μια μεγάλη μουσικοχορευτική παράσταση – αφιέρωμα στο Μιχάλη Σουγιούλ στην αίθουσα Αλεξάνδρα Τριάντη του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, με τον τίτλο «Ας ερχόσουν για λίγο».
«Π»: Το 2014 κυκλοφορεί CD Album σας από τις εκδόσεις Μετρονόμος με τίτλο «Ο Νοεμβρης των ματιών της», τι πραγματεύεται;
Α.Κ.: «Ο Νοεμβρης των ματιών της» είναι ο πρώτος δίσκος που έκανα με δική μου μουσική, ορχηστρικά θέματα και τραγούδια. Είναι μια εντελώς προσωπική κατάθεση μιας μουσικής ερωτικής, ρομαντικής, μια προσπάθεια να ξορκίσω τους μελαγχολικούς δαίμονες που με συντροφεύουν από παιδί. Ως τέτοια, ελάχιστα με ενδιέφερε η εμπορικότητά του, προς μεγάλη μου έκπληξη όμως φηφίστηκε ως ένας από τους καλύτερους δίσκους του 2014 και καθόρισε την κατεύθυνση της μουσικής μου δημιουργικότητας για μια δεκαετία.
«Π»: Την Άνοιξη του 2016 κυκλοφορεί απο την Melon Music to CD Album με τίτλο «Μ’ένα νεύμα του φιλιού», τι περιέχει ;
Α.Κ.: Στο «Μ’ ένα νεύμα του φιλιού» γράφω ορχηστρικά θέματα για κλασική ορχήστρα δωματίου και τραγούδια σε πολλά και διαφορετικά στυλ: ροκ μπαλάντες, λαϊκά ζεϊμπέκικα και χασάπικα, αναγεννησιακά παραμύθια με μπαρόκ τσέμπαλο. Είναι ένα αφιέρωμα σε όλα αυτά που αγάπησα, με τη δική μου όμως προσωπική ενορχηστρωτική, μελωδική και αρμονική ματιά.
«Π»: Το 2017 από τις εκδόσεις Καθρέπτης κυκλοφορεί το CD Album σας με τίτλο «Αλατοπίπερο» και το 2019 το CD σας με τίτλο «Θά’θελα». Είστε ικανοποιημένος απο την απήχηση που έχει στο κοινό η συνολική δουλειά σας;
Α.Κ.: Το «Αλατοπίπερο» και το «Θά’θελα» είναι δύο προσωπικοί δίσκοι που έκανα για τις αγαπημένες μου ερμηνεύτριες Ειρήνη Τουμπάκη και Άννα Ματσούκα αντίστοιχα. Έγραψα τα τραγούδια λαμβάνοντας υπ’όψιν μου τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της κάθε φωνής, την έντεχνη και λαϊκή χροιά της Ειρήνης και τη φωτεινή και jazzy χροιά της Άννας. Τα τραγούδια μου δεν είναι ούτε έντεχνα, ούτε λαϊκά, δεν ανήκουν σε κάποια από τις εμπορικές κατηγορίες του σημερινού ελληνικού τραγουδιού και δε μπορείς εύκολα να ταυτιστείς βιωματικά μαζί τους. Μπορείς όμως να ονειρευτείς, να ερωτευτείς, αν αφήσεις τη χαρμολύπη τους να αγγίξει τις ευαισθησίες σου. Το κοινό της δουλειάς μου προφανώς δεν είναι αυτό που γεμίζει στάδια, οι παραστάσεις μου όμως είναι πάντα sold out και αυτό είναι μια μεγάλη ικανοποίηση.
«Π»: Τι σας στενοχωρεί στο χώρο της μουσικής ή και γενικότερα;
Α.Κ.: Ο φθόνος, η αχαριστία, η αγένεια, η αμετροέπεια, η ημιμάθεια, η αλαζονεία, η έπαρση.
«Π»: Τι ετοιμάζετε;
Α.Κ.: Στις 23 Αυγούστου στο Αίγιο και στις 6 Σεπτεμβρίου στο Διόνυσο παρουσιάζουμε την παράσταση «Tango Greco», με την Athens Chamber Orchestra σε δική μου ενορχήστρωση και διεύθυνση, με την Άννα Ματσούκα και τη Μαρούλα Κασκαβέλη στο τραγούδι και τη Deppy Venezia και τους Tango Amanti στις χορογραφίες και το χορό.
Το Σεπτέμβριο συναυλίες με τη Δημοτική Αθηναϊκή Μαντολινάτα.
Την Κυριακή 20 Οκτωβρίου, στην αίθουσα Αλεξάνδρα Τριάντη του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, η μεγάλη μουσικοχορευτική παράσταση – αφιέρωμα στο Μιχάλη Σουγιούλ με τον τίτλο «Ας ερχόσουν για λίγο». Εγώ ενορχήστρωσα και διευθύνω, τραγουδούν ο Μπάμπης Τσέρτος, η Ειρήνη Τουμπάκη, η Άννα Ματσούκα και η Μαρούλα Κασκαβέλη, χορογραφεί και χορεύει η Deppy Venezia και οι Tango Amanti.
Την Κυριακή 8 Δεκεμβρίου, στο αμφιθέατρο Άρτεμις των εκπαιδευτηρίων Μαλλιάρα, η παράσταση «Ο Νοέμβρης των ματιών της», με την Athens Chamber Orchestra, σε δικά μου ορχηστρικά θέματα και τραγούδια. Την επόμενη χρονιά θα επιμεληθώ και θα παρουσιάσω πολλές παραστάσεις με τα ερωτικά τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη, καθώς είναι η επέτειος των 100 χρόνων από τη γέννησή του.