Γράφει η ΓΕΩΡΓΙΑ ΓΟΥΛΑ, Γραφίστρια, Συγγραφέας, Απόφοιτη Σχολής Μ.Ε.Χ.Α. & Λαογραφίας
Πολλά επαγγέλματα εξαφανίστηκαν με το πέρασμα των χρόνων καθώς άλλαξαν ριζικά οι εκάστοτε ανάγκες της κοινωνίας, ο τρόπος ζωής των ανθρώπων κατ’ επέκταση και η καθημερινότητά τους, όλα εκείνα που έγιναν συμμέτοχοι στο να αντικαταστήσουν τα παλιά εκείνα επαγγέλματα. Πάμε να δούμε μερικά από αυτά παρέα και ποιους σκοπούς εξυπηρέτησαν την κάθε εποχή, την κάθε κοινωνία, κατά συνέπεια και τις ανάγκες του κοινωνικού συνόλου.
Πριν το 18ο αιώνα και συγκεκριμένα στην προβιομηχανική εποχή, οι άνθρωποι ζούσαν ακόμη στα χωριά τους και στις μικρές πόλεις απασχολούνταν αποκλειστικά στον πρωτογενή τομέα παραγωγής. Τέλη του 18ου αιώνα μέχρι το πρώτο μισό του 20ου, η βιομηχανική επανάσταση έφερε τα πάνω κάτω, με συνέπεια η αγροτική παραγωγή να παραχωρήσει τη θέση της στη βιομηχανική κι έτσι μεγάλο μέρος του πληθυσμού να συγκεντρωθεί στα μεγάλα αστικά κέντρα και να δημιουργηθεί το φαινόμενο της αστυφιλίας που «καλά κρατεί» μέχρι σήμερα και ο ουρμπανισμός να εκτοξευθεί σε υψηλά πληθυσμιακά επίπεδα. Ανάλογα λοιπόν με την πρόοδο της τεχνολογίας και τις οικονομικές συνθήκες, διαμορφώθηκαν και τα επαγγέλματα και πολλά αξιόλογα επαγγέλματα του χθες αντικαταστάθηκαν με τα σημερινά, σταμάτησαν να είναι απαραίτητα και έγιναν πιο σύγχρονα και πιο εξειδικευμένα κατά κάποιο τρόπο.
Αξίζει να αναφέρουμε μερικά από αυτά, για παράδειγμα του Αμαξά, τότε που ο κόσμος χρησιμοποιούσε ακόμη τα πόδια του ενεργά για να διανύσει αποστάσεις, το επάγγελμα αυτό ήταν κάτι αντίστοιχο σαν τους σημερινούς οδηγούς ταξί, τότε που οι δρόμοι είχαν χώμα και πέτρες.
Ο Αμαξάς, λοιπόν, χτυπούσε το καμπανάκι του, αντί της σημερινής κόρνας, για να εξυπηρετήσει το κοινό και κουβαλούσε με τα άλογα ή τα μουλάρια του, τους ανθρώπους ή ακόμα και τα εμπορεύματα αυτών.
Επίσης το επάγγελμα του Γυρολόγου ή του Πραματευτή, ένα εν κινήσει σούπερ μάρκετ ή μια κινητή μπουτίκ ρούχων ή μικροπραγμάτων, εξυπηρετούσε τον κόσμο με την πώληση διαφόρων ειδών.
Του Λατερνατζή, του καλλιτέχνη του δρόμου που διασκέδαζε με μουσική τον κόσμο, με τον καλύτερο δυνατό και χαρούμενο τρόπο τις χαρές και τους καημούς εκείνης της εποχής.
Του Αγωγιάτη ή του Κιρατζή όπως τον αναφέρουν στην Ήπειρο, ένα επάγγελμα επικερδές και απαραίτητο της εποχής εκείνης πραγματοποιούσε τη μεταφορά των εμπορευμάτων τους. Οι πιο γνωστοί βρίσκονταν στην Ήπειρο και ταξιδεύαν σε όλα τα Βαλκάνια μέχρι τη Βιέννη, τη Μόσχα, τη Τεργέστη, την Αίγυπτο και την Πετρούπολη. Επίσης, ταυτόχρονα με τη μεταφορά εμπορευμάτων, μετέφερε και ανθρώπους για εύρεση εργασίας, για παράδειγμα ένα γνωστό παραδοσιακό τραγούδι αναφέρει τη λέξη «κιρατζής» και λέει:
«Αλησμονώ και χαίρομαι,
θυμάμαι και λυπούμαι,
θυμήθηκα την ξενιτιά και
θέλω να πηγαίνω.
Σήκω μάνα μ’ και ζύμωσε
καθάριο παξιμάδι.
Με πόνο βάζει το νερό,
με δάκρυα το ζυμώνει
και με πολύ παράπονο
βάζει φωτιά στο φούρνο.
Άργησε φούρνε να καείς και συ ψωμί να γένεις, για να περάσει ο κιρατζής κι ο γιος μου μείνει πίσω».
Άλλο σπουδαίο επάγγελμα της εποχής εκείνης ήταν του Γανωτζή, ήταν αυτός που καθάριζε τα οικιακά σκεύη, κουτάλια, πιρούνια, κατσαρόλες, ταψιά από τη σκουριά, περνούσε από μαχαλά σε μαχαλά, από γειτονιά σε γειτονιά, διαλαλώντας, «γανώματα γανώνω»!
Άλλα επαγγέλματα που διαλαλούσαν με καμάρι την προσφορά του επαγγέλματός τους, ήταν ο Παγωτατζής, εδώ το καλό παγωτό, καϊμάκι, κασσάτο και βουτυρένια κρέμα!
Ο Εφημεριδοπώλης, όταν φώναζε «εφημερίδεεες», έτρεχαν να τον προλάβουν να προμηθευτούν τη φυλλάδα και να ενημερωθούν!
Ο Πωλητής Πάγου, τότε που υπήρχαν ψυγεία πάγου, ο Πλέκτης Καλαθιών που πουλούσε καλάθια.
Ο Λούστρος ή Λουστραδόρος γυάλιζε και βερνίκωνε παπούτσια περαστικών στο δρόμο, κυρίως στη μεταπολεμική Ελλάδα οι λουστραδόροι ήταν μικρά φτωχά παιδιά, ώστε να μπορέσουν να επιβιώσουν και να βοηθήσουν οικονομικά τις οικογένειές τους.
Της Υφάντρας, όταν υπήρχαν ακόμα οι αργαλειοί και οι επαγγελματίες γυναίκες ύφαιναν τον οικιακό ιματισμό και την προίκα της κάθε κοπέλας, κάθε νοικοκυριού της εποχής.
Επίσης, της Μαμής δηλαδή της πρακτικής μαίας της εποχής, μάλιστα γυρίστηκε και ταινία με τίτλο «Η κυρά μας η μαμή» μια ασπρόμαυρη κινηματογραφική κωμωδία της δεκαετίας του ‘50 σε σενάριο και σκηνοθεσία Αλέκου Σακελλάριου. Επίσης του Προξενητή, κάτι αντίστοιχο με τα σημερινά γραφεία συνοικεσίων και γνωριμιών. Του Πλανόδιου Φωτογράφου που περιηγούνταν από πλατεία σε πλατεία και από γειτονιά σε γειτονιά, για να απαθανατίσουν τις χαρούμενες στιγμές των ανθρώπων, μέσα από ένα τετράγωνο κουτί στηριζόμενο σε τρίποδο.
Του Πιλοποιού, τότε που οι άνθρωποι ακόμα θεωρούσαν το καπέλο απαραίτητο αξεσουάρ μιας ολοκληρωμένης και σωστής ένδυσης.
Του Κουλουρτζή ή Κουλουρά «εδώ το καλό κουλούρι», ακούγονταν από μακριά να διαλαλεί τα σουσαμένια κουλούρια του, του Πλανόδιου Μανάβη πεπόνια και καρπούζια, οι πιο μεγάλοι ίσως θυμούνται το εξής, «είναι γλύκα είναι μέλι το καρπούζι του … εκάστοτε πωλητή» και του πλανόδιου Ανθοπώλη με τα γιασεμιά και τα μπουκετάκια λουλουδιών τις Κυριακές μετά το πέρας της θείας λειτουργίας.
Το επάγγελμα του Γαλατά, πουλούσε γάλα και άλλα γαλακτοκομικά προϊόντα, συνήθως βούτυρο, γιαούρτι στα σπίτια με μεταφορικό μέσο, μα τι άλλο από ένα γαϊδουράκι ή ένα ποδήλατο! Του Σαλεπιτζή τις κρύες μέρες του χειμώνα, όπως επίσης και του Καστανά με γλυκά και μυρωδάτα κάστανα που σιγόψηνε στη φουφού του, αλλά και τα καλοκαιρινά απογεύματα στις πλατείες και στα πανηγύρια του χωριού υπήρχε ο Καλαμποκάς που έψηνε καλαμπόκια! Επίσης ο Παλιατζής που αγόραζε και πουλούσε μεταχειρισμένα αντικείμενα, συνήθως μικρής αξίας, μερικές φορές όμως μεγάλης συναισθηματικής!
Ο Πεταλωτής, ο Καπνοπώλης, ο Κτίστης, ο Ντελάλης, οι Πλανόδιοι Θιασώτες τα ονομαζόμενα μπουλούκια, ο Μπακάλης, ο Καρεκλάς και πολλά ακόμα, που αξίζει να αναφερθούν σε επόμενο τεύχος.
Πολλά λοιπόν ακόμα επαγγέλματα υπήρχαν που εξυπηρετούσαν τις ανάγκες των ανθρώπων της παλιάς εκείνης εποχής. Μερικά επαγγέλματα του παρελθόντος από αυτά που αναφέραμε εξακολουθούν να υπάρχουν ως τις μέρες μας, πολλοί είναι εκείνοι που σήμερα τα ονομάζουν «vintage», παρόλο που ο αριθμός των ανθρώπων που τα εξασκούν ως σήμερα είναι ελάχιστος και περιορισμένος.
Όλα αυτά τα επαγγέλματα σηματοδοτούν την ανάγκη που είχε ο άνθρωπος να εξυπηρετήσει τις ανάγκες της καθημερινότητάς του, αλλά και την επινόηση όλων αυτών, ώστε να ανταπεξέλθουν και να κάνουν πιο εύκολη και όμορφα διαχειρίσιμη της βιωσιμότητά τους.
Μέσα από αυτή την ιστορική αναδρομή στο μακρινό παρελθόν, όσον αφορά τα παλιά επαγγέλματα, αντιλαμβανόμαστε ότι οι άνθρωποι παρά τις δυσκολίες τους αντιμετώπιζαν την καθημερινότητά τους με απόλυτη επίγνωση της κατάστασης τους, γι’ αυτό και η επινοητικότητά τους ήταν ιδιαίτερα ανεπτυγμένη.
Παράδειγμα προς μίμηση λοιπόν αποτελούν όλα αυτά τα στοιχεία που συνέθεταν τον επαγγελματία εκείνης της εποχής. Αξίζει λοιπόν την εκτίμηση, το θαυμασμό και την αναγνώριση όλων μας, για τα λίγα μέσα που διέθεταν οι άνθρωποι των παλαιότερων χρόνων και παρόλα αυτά τα κατάφερναν μια χαρά!