Ο Χάρης Μελιτάς γεννήθηκε στην Αθήνα, με καταγωγή από το νησί των Κυθήρων. Αρχιτέκτων Μηχανικός Ε.Μ.Π. και τ.Καθηγητής Ανωτάτης Σχολής
Παιδαγωγικής και Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (Α.Σ.ΠΑΙ.Τ.Ε.).Εξέδωσε 18 συλλογές με ποιήματα, χαϊκού με τίτλο, διηγήματα και την επίτομη Ιστορία της Τέχνης και της Τεχνολογίας από το 1980 ως το 2023.Το 2020 έλαβε το βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών της τάξεως των Γραμμάτων και των Καλών Τεχνών για την Ποιητική του Συλλογή «Εξαιρέσεις», Μανδραγόρας 2018. Βραβεύτηκε επίσης από τον Παρνασσό, την Μακεδονική Καλλιτεχνική Εταιρεία ΤΕΧΝΗ Κιλκίς για τις ποιητικές του συλλογές «Η διαθήκη», «Ποτάμι κόκκινο» και «Μαύρη Σοκολάτα», με Πρόεδρο της Κριτικής Επιτροπής τη Ζωή Σαμαρά. Οι ποιητικές του συλλογές «Εξαιρέσεις» και «Τέσσερις ενοχές», περιελήφθησαν στην βραχεία λίστα των Βραβείων Ζαν Μορεάς του Γραφείου Ποιήσεως Πατρών.Είναι μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων, του Κύκλου Ποιητών και του Παρνασσού.
«ΠΑΛΜΟΣ»: Σε ποιο περιβάλλον μεγαλώσατε και πώς ήταν τα παιδικά σας χρόνια;
ΧΑΡΗΣ ΜΕΛΙΤΑΣ: Μεγάλωσα σε «στενό» μικροαστικό περιβάλλον ρουτίνας και έμπλεο φόβων.
«Π»: Πώς συνάδει η Τέχνη και η Επιστήμη της Αρχιτεκτονικής με την Ποίηση;
Χ.Μ.: Πρόκειται τουλάχιστον για δύο μορφές τέχνης. Απορώ πώς υπάρχουν τόσοι γιατροί και νομικοί ποιητές, ενώ σπανίζουν οι αρχιτέκτονες. Ίσως κατέχονται από μια έντονη τάση υπεροχής και εγωπάθειας.
«Π»: Πότε ξεκινησατε να γράφετε ποίηση σε ποια ηλικία θυμάστε το πρώτο σας ποίημα;
Χ.Μ.: Τραγουδούσα μόνος για να νικήσω το δικέφαλο θηρίο εμμονών και ενοχών από μικρό παιδί. Ενδεικτικό το πρώτο μου ποίημα:
Η Κυριακή της μοναξιάς.«Σαν έρχεται μια Κυριακή,κάποια γιορτή και σχόλη μέρα που διασκέδαση ποθούν να ζήσουν όλοι κάθομαι και με συντροφιά
4 άσπρους τοίχους αρπάζω το μολύβι μου και γράφω μαύρους στίχους.»
«Π»: Τί είναι ποίηση για εσάς;
Χ.Μ.: Για μένα η ποίηση είναι όλα και τίποτα. Θέλεις το κομένο χέρι της επανάστασης, το «καβούρι» που δαγκώνει την ψυχή, το αντίδοτο του έρωτα, η αέναη πάλη με τον χρόνο, η ζωή εν τάφω.
«Π»: Μιλήστε μας για τα έργα σας; Τί πραγματεύονται;
Χ.Μ.: Αναφέρομαι σε όλα τα θέματα που ταλανίζουν τους ποιητές καίτοι διατηρώ μεγάλες επιφυλάξεις αν δικαιούμαι να ονομάζομαι έτσι.
Χρόνος, θάνατος, κοινωνικός περίγυρος, πόλεμος, βία, έρωτας, κακοποιήση ασθενών ομάδων, ανισότητα, καθρέφτες και τράπουλες, οι άξονες
γύρω από τους οποίους περιστρέφεται η γραφή μου.
«Π»: Οι βραβεύσεις σας από την Ακαδημία Αθηνών, τον Φιλολογικό Σύλλογο Παρνασσός και την ΜΚΕ Τέχνη, τί σηματοδοτούν;
Χ.Μ.: Βραβεία… Ίσως έχουν την έννοια του διαφορετικού τρόπου με τον οποίο πραγματεύομαι τα θέματα. Με τις ανατροπές, τις μεταφορικές
«ακροβασίες», τον αυτοσαρκασμό, το χιούμορ που λείπει αφόρητα από την ποίηση έστω και μαύρο, ακόμα και τις «εκκεντρικές και κάποτε εκνευριστικές» συνηχήσεις.
«Π»: Οι μεταφράσεις των ποιημάτων σας σε πολλές ξένες γλώσσες, τί ορίζοντες σας ανοίγουν;
Χ.Μ.: Ευτυχώς οι μεταφράσεις των ποιημάτων μου έχουν πέσει σε καλά χέρια, οπότε ευγνωμονώ τις ποιήτριες και τους ποιητές που ανέλαβαν να φέρουν σε πέρας το δύσκολο από πολλές απόψειες αυτό εγχείρημα. Βεβαίως δεν ξέρω αν μια ποίηση με τα χαρακτηριστικά που ανέφερα μπορεί να τύχει αποδοχής στο εξωτερικό.
«Π»: Πώς βλέπετε τα πράγματα να εξελίσσονται;
Χ.Μ.: Με τον κατήφορο που έχει πάρει η τεχνολογία, είτε τα πράγματα θα συγκρουστούν με τον τοίχο της τεχνητής νοημοσύνης και θα τι-
ναχτούμε στον αέρα, είτε θα συμβιβαστούμε με τη ρομποτική και θα επιβιώσουμε στον νεκροθάλαμο της Ιστορίας. Άλλωστε, όπως λέω σ’ ένα χαϊκού: «Άλλαξε ρόλο – η ελπίδα στη σκηνή. – Πεθαίνει πρώτη.».
«Π»: Αγαπημένοι σας λογοτέχνες;
Χ.Μ.: Πας, Μπρεχτ, Μπόρχες,Πόπα, Καβάφης, Λειβαδίτης, Κάφκα,Καρυωτάκης, Βαλιέχο, Γώγου, Χιόνης, Μαγιακόφσκι και ορισμένοι καταραμένοι ποιητές. Επίσης αρκετοί σύγρονοι, αλλά δεν θα ήθελα να αναφέρω ονόματα.
«Π»: Αγαπημένο σας βιβλίο;
Χ.Μ.: Πλήθος βιβλίων με συγκινούν διαχρονικά, αλλά, αν θα έπρεπε οπωσδήποτε να επιλέξω ένα, αυτό είναι «Η πέτρα του ήλιου» του Οκτά-
βιο Πας.
«Π»: Ποιό είναι το πρώτο ποίημα που σας έρχεται στο μυαλό;
Χ.Μ.: Δεκάδες ποιήματα του Καβάφη με κατακλύζουν. «Η πόλις», «Τα κεριά», «Το πρώτο σκαλί», «Περιμένοντας τους βαρβάρους» κ.ά.
«Π»: «Λάγνος Καθρέπτης»: «Η ποίηση. Αφαίρεση. Αναίρεση. Λυγμός. Υπολανθάνων πυρετός. Η κρίση ηλικίας. Σκληρή. Δεν συγχωρεί. Αυτόν που βγάζει τον καθρέπτη του περίπατο. Χωρίς λουρί. Χαρτί για τις ακαθαρσίες.» Ποίημάσας. Είναι οι ποιητές νάρκισσοι;
Χ.Μ.: Ακραγγίζοντας σημαίνοντα και σημαινόμενα «επί τον τύπον των ήλων», παρατηρούμε ότι για πολλούς λόγους, όλο και περισσότερα άτομα
στην Ελλάδα γράφουν ποιήματα.Αυτό δεν είναι καθόλου κακό, όπως υποστηρίζεται από πολλούς, αντιθέτως για μένα είναι άκρως εποικοδομητικό στην εποχή της τηλε-τύφλωσης που ζούμε. Για ποια καλή και κακή άλλωστε ποίηση μιλάμε, όταν η ομοιοκαταληξία για παράδειγμα θεωρείται όνειδος, όταν απορρίπτουμε μετά βδελυγμίας ποιητές σαν τον Παλαμά, τον Δροσίνη, τον Πολέμη, τον Σικελιανό και τόσους άλλους; Αλλά δυστυχώς παρατηρείται το απαράδεκτο – αν μη κωμικό -φαινόμενο του αυτοθαυμασμού και της εγωπάθειας κάθε υπό εκκόλαψη ποιητή, πράγμα που λειτουργεί
σαφώς εις βάρος της αληθινής ποίησης. Φιλοδοξία ναι, ναρκισσισμός όχι, ας το ενστερνισθούν επιτέλους οι νεοσσοί, ποιητές όσο και όχι μόνο.
«Π»: Τί σας ερεθίζει την περιέργεια να γράψετε;
Χ.Μ.: Το κοινωνικό γίγνεσθαι, οι προσωπικοί «δαίμονες», η εσωτερική ανάγκη να αποκωδικοποιήσω ως και να διακωμωδήσω τα τεκταινόμενα,
ωθούν τις σκέψεις μου μου να μεταμορφωθούν σε στίχους ποιημάτων,χαϊκού, ή τραγουδιών.
«Π»: Πώς θα ξεχωρίσουμε τα καλά ποιήματα;
Χ.Μ.: Καλά ποιήματα είναι όσα συγκινούν τον αναγνώστη, όσα τον βγάζουν από την καθημερινότητα,όσα πρωταγωνιστούν στο θέατρο της ζωής του, όσα συμπίπτουν με τα ενδόμυχα όνειρά του. Μέτρο, μουσικότητα, ρυθμός, μεταφορές, αντιθέσεις, αφαίρεση, ατμόσφαιρα, υποβλητικότητα, ενίοτε και το χιούμορ, χαρακτηρίζουν ένα ποίημα αξιώσεων. Ουδόλως πρέπει – κατά την ταπεινή μου άποψη – να απασχολείται ο δέκτης από το όνομα και τη φήμη του πομπού.
«Π»: Υπάρχει κάποιο ποίημα που θα θέλατε να έχετε γράψει εσείς;
Χ.Μ.: Τα ποιήματα γεννιούνται από συναισθήματα. Το αν γεννούν συναισθήματα, εξαρτάται από τον εσωτερικό κόσμο των αναγνωστών. Από δάκρυα μέχρι στον κάλαθο των αχρήστων.
«Π»: Ενδιαφέρεστε να έχει κοινωνικό αντίκτυπο η γραφή σας;
Χ.Μ.: Για έναν ποιητή δεν νοείται να μην είναι κεφαλαιώδης η επιθυμία επαφής με το κοινωνικό σύνολο, ανταλλαγής «χειραψίας» με τα προβλήματα, τις ανάγκες και τα διαχρονικά ερωτήματα του ανθρώπου. Έστω και αν ένα φαινομενικά ένα ποίημα «μονολογεί», οφείλει να απευθύνει
τα «γιατί» του στον κόσμο.
«Π»: Ο Έλιοτ έγραψε «γράφουμε έχοντας πίσω μας κληρονομιά αιώνων». Αυτό είναι ευθύνη και μπούσουλας για τους ποιητές;
Χ.Μ.: Κληρονόμοι ενός βαρυσήμαντου ποιητικού παρελθόντος από τον Όμηρο μέχρι σήμερα, ακροβατούμε στα πληκτρολόγια γράφοντας
με φόβο ψυχής και μια ακατάλυτη αίσθηση ευθύνης. Οπισθοχωρούμε άραγε ή βαδίζουμε στα χνάρια των προπατόρων, τολμηροί μύστες μιας
αμφίρροπης μάχης για ανανέωση;
«Π»: Τί σας θλίβει;
Χ.Μ.: Η πτώση των αξιών. Η κατάπτωση της Ιστορίας. Οι επιπτώσεις της παγκοσμιοποίησης. Οι περιπτώσεις της βίας και της κακοποίησης των αδυνάτων.
«Π»: Τί ετοιμάζετε;
Χ.Μ.: Βιβλία ποίησης, χαϊκού, πεζογραφίας. Αλλά το θέμα δεν είναι τι ετοιμάζω, αλλά τι μου ετοιμάζει η ζωή για το αύριο!