«Ο χορός είναι η ζωή μου όλη, τα πάντα, το άπαν, το σύμπαν»

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ - ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
«Ο χορός είναι η ζωή  μου όλη, τα πάντα, το άπαν, το σύμπαν»

Η ΣΑΣΑ ΝΤΑΡΙΟ, Χορεύτρια ΕΛΣ, μιλάει στη Μαίρη Γκιώνη – Λαρεντζάκη


Ποιός λάτρης της τέχνης του χορού δεν γνωρίζει την Σάσα Ντάριο, την Ελληνίδα κορυφαία χορεύτρια της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, ηθοποιό του κινηματογράφου και κριτικό χορού. Για όσους νεότερους δεν την γνωρίζουν, το βιβλίο «36 Μαθήματα Χορού» (εκδόσεις Άγρα, 2022) περιλαμβάνει τις αναμνήσεις της όπως τις διηγήθηκε στον Ιάσονα Τριανταφυλλίδη. Η Σάσα Ντάριο έγινε αρχικώς πανελλήνια γνωστή χάρις στη συμμετοχή της στην κριτική επιτροπή νέων ταλέντων της εκπομπής «Να η Ευκαιρία» της κρατικής τηλεόρασης, μαζί με τους Γιώργο Κατσαρό, Γρηγόρη Γρηγορίου, Ροζίτα Σώκου και Λευτέρη Παπαδόπουλο. Γεννήθηκε στον Πειραιά και σπούδασε την τέχνη του χορού στις σχολές των Μοριάνοβ, Ζουρούδη, Κνιάζεφ, Πρεομπραζένσκα, Λένσκι, Νόρα, Αντόνιο Αλκαράζ, Νinio de Cadiz και Ντε Πιαν, ενώ συνεργάσθηκε με πολλούς θεατρικούς θιάσους.

Η Εθνική Λυρική Σκηνή ιδρύθηκε στα τέλη του 1939 χάρη στις ενέργειες του Κωστή Μπαστιά, που υπήρξε και ο πρώτος διευθυντής της, και μέχρι σήμερα έχει διανύσει αισίως μια πορεία 82 χρόνων. Σε αυτό το διάστημα, από το δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1940 μέχρι και σχεδόν τα μέσα της δεκαετίας του 1980, η Σάσα Ντάριο έζησε μαζί της μια… όμορφη τελικά ζωή και, ευτυχώς, τα θυμάται όλα σαν να έγιναν μόλις χθες. Άνθρωποι και χώροι, χρώματακαι υφές, γεγονότα και στιγμές, κάποιες γεμάτεςαγωνία ήστεναχώρια και άλλες αληθινοί θρίαμβοι, με κάθε της λέξη ζωντανεύουν ολόκληρο τοοπερατικό μας συγκρότημα —από τα πρώτα του σχεδόν βήματα— ενώ μέσα από τημαγική περιγραφή της ξεδιπλώνεται μια ζωή χορτάτη, χωρίς χρεωστούμενα, χωρίς πικρίες, μεμψιμοιρίες, και πάντα με ευγένεια και γενναιοδωρία προς τους ανθρώπους με τους οποίους συνεργάστηκε. Τίποτε δεν την προετοίμαζε για τη λαμπερή συνέχεια: Ξεκίνησε δύσκολα σε μια φτωχογειτονιά του Πειραιά, απροσδόκητα της ανοίχτηκε, στα δεκαεπτά της, ο δρόμος για το χορό, και πάλεψε σκληρά για να πετύχει, χάρη στην μεγάλη τόλμη της και το σπουδαίο όραμα. Η μοναδική αφήγησή της έχει μια εξαιρετική στάση προς τη ζωή.
Αν είχαμε να κάνουμε με δύο γυναίκες, σαν κόρη η Σάσα Ντάριο μάς αφηγείται πώς η Ε.Λ.Σ. σαν μάνα της άνοιξε την αγκαλιά της όταν εκείνη ήταν νεαρή, καινούργια χορεύτρια, πώς την ώθησε μέσα από σκληρή δουλειά να γίνει σύντομα «Πρώτη» και πώς αργότερα την τίμησε ως «Danseuse Étoile», «Άστρον Χορευτικόν και Απόλυτον», τίτλος που μέχρι τότε δεν είχε δοθεί ποτέ σε κάποια άλλη χορεύτρια ούτε και δόθηκε μετά, και αποτελεί στο χορό το αντίστοιχο της Primadonna assoluta.
Τα «36 Μαθήματα Χορού» δεν είναι μόνο η απλή εξιστόρηση του αγώνα ενός κοριτσιού που, αψηφώντας το δύσκολο και συχνά εχθρικό περιβάλλον στο οποίο ζούσε, πάλεψε μόνη, δούλεψε σκληρά κάνοντας σωστές επιλογές και τελικά δικαιώθηκε σαν γυναίκα και σαν καλλιτέχνιδα. Ούτε είναι μόνο άλλη μία απόδειξη πώς το να ξεκινήσει κανείς με λίγα εφόδια, αν πραγματικά το θέλει, δεν μπορεί να τον εμποδίσει να πετύχει σε αυτό με το οποίο θέλει να καταπιαστεί. Αποτελούν τρανό παράδειγμα για το πώς μια γυναίκα είναι ικανή, ατσαλώνοντας τη θέλησή της, να αλλάξει τροχιά ζωής ώστε να αποφύγει τις ταπεινές υποχωρήσεις. Παράλληλα όμως εμπεριέχουν και την ολοζώντανη ιστορία της λειτουργίας των πρώτων χρόνων της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, η οποία μέσα από την αυτοβιογραφική αφήγηση της Σάσας Ντάριο και τα ακριβή στοιχεία του βιβλίου φωτίζει τόσο τις άγνωστες σε πολλούς συνθήκες που αντιμετώπισαν αρχικά όσοι υπηρέτησαν την τέχνη του χορού στην Ελλάδα, όπως την έλλειψη υλικών και τεχνογνωσίας, όσο και τους ίδιους τους ανθρώπους της και τον τρόπο δουλειάς τους, όπως ο Άγγελος Γριμάνης, ο Βασίλης Φωτοπουλος, η Ανθή Ζαχαράτου, ο Νίκος Ζαχαρίου, ο Γιάννης Μέτσης κ.α. Η Σάσα Ντάριο μας μιλάει σε πρώτο πρόσωπο και παρουσιάζει τη ζωή της, την Ε.Λ.Σ. και την ιστορία της. Και η Ε.Λ.Σ., άλλωστε, τόσα χρόνια παρουσίασε, ανέδειξε και αποθέωσε τη Σάσα Ντάριο…

«ΠΑΛΜΟΣ»: Σε ποιο περιβάλλον μεγαλώσατε και πώς ήταν τα παιδικά σας χρόνια στο Πειραιά;
ΣΑΣΑ ΝΤΑΡΙΟ: Το πατρικό μου σπίτι ήταν μεταξύ Πειραιά και Κοκκινιάς μέναμε στη Λεύκα όπου έζησα έως το 1944. Με τον πόλεμο, έγινε ένας ισχυρός βομβαρδισμός και έτσι αναγκαστήκαμε να φύγουμε νύχτα… Στην αρχή φιλοξενηθήκαμε από έναν φίλο – καταλαβαίνετε, δύσκολες εποχές, πέτρινα χρόνια όπως λέμε. Ήμουν πολύ μικρή και το ότι κατάφερα να ζήσω ήταν αρκετό!
«Π»: Τί σας ώθησε στον μαγικό κόσμο του χορού;
Σ.ΝΤ.: Ξέρετε, εγώ γεννήθηκα με το χορό και για τον χορό. Όταν ήμουν ακόμα πολύ μικρή, μου χτυπούσαν παλαμάκια κι εγώ ανέβαινα και χόρευα στα τραπέζια. Η πρώτη χορεύτρια που είδα και μαγεύτηκα ήταν η Σίρλεϊ Τέμπλ στην Αγία Σοφία στον Πειραιά. Τότε κατάλαβα ότι εκείνη ακριβώς τη μαγική στιγμή βρήκα τί ήθελα να κάνω στη ζωή μου!
«Π»: Σπουδάσατε την Τέχνη το χορού στις μεγαλύτερες σχολές του κόσμου. Τί κρατήσατε από τη διδασκαλία σας, ως το πιο σημαντικό «εφόδιο» του χορευτή;
Σ.ΝΤ.: Αχ, όταν σπούδαζα ήταν οι εποχές πολύ δύσκολες, φτώχεια παντού, ελάχιστες επιλογές για σπουδές. Αρχικώς γράφτηκα στη Σχολή Μπαλέτου Μοριάνοβ και έμαθα τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει ο καλλιτέχνης για να σπουδάσει και να βιοποριστεί. Τότε άκουσα ότι προκηρύχθηκε διαγωνισμός στην Εθνική Λυρική Σκηνή. Και με την άγνοια κινδύνου που είχα τότε, ζήτησα από τον Μοριάνοβ να μου δείξει βήματα σε μια εύκολη, μικρή χορογραφία – φυσικά μου αρνήθηκε και μου απάντησε ότι είναι πολύ νωρίς αυτό που ζητάω. Ξέσπασα σε κλάματα και με είδε η ανιψιά του, Σόνια Μοριάνοβα, η οποία με λυπήθηκε, με συμπόνεσε και μου έδειξε εκείνη ένα πιτσικάτο. Στην Επιτροπή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής ήταν ο μεγάλος χορευτής Γριμάνης, η Κωτσοπούλου και ο Μόρντο, σκηνοθέτης του Εθνικού Θεάτρου. Οι διαγωνιζόμενες είχαν πολλά έτη σπουδών, τη στιγμή που εγώ είχα ελάχιστα… Όμως είδα σε εμένα κάτι που ξεχώριζε και με επέλεξαν να μπω στην Εθνική Λυρική Σκηνή! Αυτό άλλαξε για πάντα τη ζωή μου και ήμουν τόσο ευτυχισμένη! Φανταστείτε ότι ο πρώτος μου μισθός ήταν 190 δραχμές – θρίαμβος για μένα που μπορούσα να μαζέψω χρήματα για τις σπουδές μου.
«Π»: Μιλήστε μας για την αίσθηση πάνω στη σκηνή.
Σ.ΝΤ.: Ω, το ωραιότερο συναίσθημα της ζωής μου και το μεγαλύτερο! Δόθηκα ολόκληρη στο χορό, ήταν το πάθος μου!
Σε μια παράσταση της «Αϊντα» χορεύαμε και εγώ βρισκόμουν στα χέρια τεσσάρων χορευτών και στα πρώτα κιόλας βήματα πέφτει το σκηνικό. Ευτυχώς δεν τραυματίστηκε κανείς μας αλλά το θυμάμαι σαν τώρα. Εδώ θέλω να πω ότι θεωρώ προφητικό το ότι είδα στο όνειρό μου την προστάτιδα μητέρα μου.
Ο χορός είναι η μεγαλύτερη αγάπη μου, έζησα ονειρεμένες στιγμές στη σκηνή όπου ένοιωθα να πετάω, όχι απλώς να χορεύω.
«Π»: Πώς βλέπετε την εξέλιξη του χορού σήμερα;
Σ.ΝΤ.: Ως εξέλιξη την θεωρώ καταπληκτική. Υπάρχουν πλέον όλα τα μέσα, πολλές σχολές για σπουδές, πολλοί διδάσκαλοι, κάτι που εμείς την εποχή εκείνη δεν είχαμε. Αυτή την ευκολία, θα έλεγα, του σήμερα, εμείς δεν την απολαμβάναμε. Σήμερα η Εθνική Λυρική Σκηνή έχει καταπληκτικό μπαλέτο με υπέροχους, καταρτισμένους χορευτές και χορεύτριες. Και είναι αληθινή μαγεία να παρακολουθείς παραστάσεις με μπαλέτο.
«Π»: Τί θα συμβουλεύατε έναν υποψήφιο χορευτή;
Σ.ΝΤ.: Ο χορός είναι έρωτας! Ο χορός είναι κάτι από το οποίο δεν μπορείς να βιοποριστείς. Σήμερα ο χορευτής είναι κάτι σαν … υπάλληλος και βλέπει τα πράγματα ανάλογα με το μισθό του ενώ δεν είναι έτσι ο χορός. Θα πρότεινα λοιπόν στον σημερινό χορευτή ό,τι αποφασίσει να το κάνει με την καρδιά του! Και να δωθεί σε αυτό!
«Π»: Το πάθος για την τέχνη του χορού, σας οδήγησε και στην Ακαδημία Κινηματογράφου;
Σ.ΝΤ.: Ναι, το πάθος μου για τον χορό ήταν το πρώτο βήμα. Ένα ακόμα κίνητρο για την Ακαδημία Κινηματογράφου ήταν το ποιοί δίδασκαν εκεί τότε: ο Δελμύρας, ο Καραβίας ενώ συμμαθητής μου ήταν ο Ιάκωβος Καμπανέλλης. Έκανα σπουδές υποκριτικής για έναν χρόνο και μου έλεγαν, θυμάμαι, ότι θα γίνω η Κλάρα Μπόου (σ.σ.: κινηματογραφική μούσα των ‘20s) της Ελλάδας! Αυτό ήταν το ξεκίνημά μου. Από τη σχολή Μπαλέτου Μοριάνοβα και μετά, τα όνειρά μου πήραν φτερά!
«Π»: Περιττό να σας ρωτήσω τί είναι ο χορός για εσάς.
Σ.ΝΤ.: Ο χορός είναι η ζωή μου όλη, τα πάντα, το άπαν, το σύμπαν! Δεν με ενδιέφερε ποτέ κάτι άλλο. Ήταν καθαρά η πρώτη και αυστηρά προσωπική επιλογή μου. Μεγάλος έρωτας! Πάντα πίστευα ότι ο καλλιτέχνης δίνει το είναι του ολόκληρο στην τέχνη του. Μάλιστα μια φορά είδα στο σινεμά την Imperio Argentina να χορεύει ισπανικούς χορούς – εκεί κατάλαβα ότι ήξερα τί θέλω!
«Π»: Μιλήστε μας για την Εθνική Λυρική Σκηνή.
Σ.ΝΤ.: Με τον κίνδυνο να επαναληφθώ θα σας πω: η ζωή μου όλη! Βρέθηκα εκεί όταν διάβασα ότι προκηρύσσει ένα διαγωνισμό και με τη βοήθεια, όπως σας είπα, της Σόνιας Μοριάνοβα, έμαθα κάτι βήματα τύπου χορογραφίας και εμφανίστηκα μπροστά στην κριτική επιτροπή ενθουσιασμένη! Έγινα δεκτή και η ζωή μου άλλαξε ριζικά και για πάντα. Το όνειρό μου έγινε πραγματικότητα, ο νέος κόσμος που ονειρευόμουν ανοιγόταν μπροστά μου για πάντα. Λατρεία και ευτυχία συνάμα!
«Π»: Η τουρνέ στην Αλεξάνδρεια;
Σ.ΝΤ.: Εκεί άλλαξε η ζωή μου, σ’εκείνη την τουρνέ. Είμασταν ένας μεγάλος θίασος σ’ένα μέρος όπου η ελληνική παροικία ήταν πλούσια και ισχυρή. Στο θίασο ήταν οι Άννα Μαρία Καλουτά, Λάμπρος Κωνσταντάρας, Ρένα Ντορ, Λειβαδίτης, ο μαέστρος ο Ριτσιάδης, ο σκηνοθέτης ο Μουζενίδης. Υψηλότατο το επίπεδο. Ήρθε και ο επιχειρηματίας τότε με τον Θόδωρο Κρίτα με είδαν, με ενέκριναν κι έφυγα με τον Γριμάνη. Τρεις μήνες στην Αίγυπτο, δύο μήνες στην Κύπρο κι ένα μήνα στην Κωνσταντινούπολη. Μια πρωτόγνωρη εμπειρία…!
«Π»: Και μετά στο Παρίσι;
Σ.ΝΤ.: Αχ, το Παρίσι, η πόλη του φωτός! Στο μαγικό, λοιπόν, Παρίσι, στην πόλη των τεχνών έμεινα τρεις μήνες, στη μεγαλύτερη σχολή του Στούνιο ΒΑΚΕΡ. Εκεί συνάντησα τους μεγαλύτερους χορευτές του κόσμου. Σπούδασα μπαλέτο φλαμένκο και σ’αυτό τον χορό βρήκα εμένα, βρήκα τον εαυτό μου! Ο μοντέρνος χορός δεν μου πολυάρεσε. Όμως όταν γνώρισα και έμαθα τις καστανιέτες, κάτι «ταράχτηκε» μέσα μου!
«Π»: Τί είναι η πειθαρχία στο χορό;
Σ.ΝΤ.: Είναι το άλφα και το ωμέγα για έναν χορευτή το να έχει πειθαρχία. Περιλαμβάνει τα πάντα, καθώς ο χορός είναι μέτρημα, βήματα, τεχνική και όχι μόνο. Ήμουν εξαιρετικά πειθαρχημένο άτομο γι’αυτό και κατάφερα τέτοια επιτυχημένη καριέρα στο χορό. Ο χορός είναι όπως ο στρατός. Αυτό διδάσκονται οι χορευτές και το εφαρμόζουν και στη ζωή τους έξω από τον χορό.
«Π»: Ποιά είναι η καλύτερη παράσταση που έχετε δει ποτέ;
Σ.ΝΤ.: Δύσκολη ερώτηση… Η «Μπατερφλάι», με συνεπήρα η Μποέμ, η Τραβιάτα, η Αΐντα, ο Ναμπούκο, αχ και η Μαρία Κάλλας αναμφισβήτητα.
Θυμάμαι επίσης τον Νουρέγιεφ στο Ηρώδειο, τον οποίο γνώρισα μέσα από τις παραστάσεις του στο Παρίσι με την Ντάι Ντε στην «Ωραία Κοιμωμένη» με κοστούμια Ιβ Σεν Λοράν. Θα μου μείνει αξέχαστη παράσταση!
«Π»: Μιλήστε μας για την εκπομπή «Να, η ευκαιρία».
Σ.ΝΤ.: Τί να πρωτοπώ! Πέρασα δέκα εξαιρετικά χρόνια και μάλιστα ήμουν η μόνη που έμεινα τόσο μαζί τους. Με αγκάλιασαν όλοι στην Επιτροπή, ο σκηνοθέτης Γρηγόρης Γρηγορίου, ο συνθέτης Γιώργος Κατσαρός, η δημοσιογράφος και κριτικός Ρωζίτα Σώκου, ο χορογράφος Γιάννης Φλερύ, ο στιχουργός Λευτέρης Παπαδόπουλος. Δεν ήμουν αυστηρή νομίζω, βοηθούσα τα παιδιά και πάντα έβαζα καλούς βαθμούς.
«Π»: Είστε ευτυχισμένος άνθρωπος;
Σ.ΝΤ.: Ναι, απολύτως! Νοιώθω ευτυχισμένη, «γεμάτη», έκανα ακριβώς ό,τι ήθελα και ήμουν και είμαι πλαισιωμένη από πολλή αγάπη με φίλους ζωής. Νοιώθω πως η ζωή μου είναι ένα όνειρο!
«Π»: Τί σας στενοχωρεί;
Σ.ΝΤ.: Με απόλυτη ειλικρίνεια θα σας πω ότι διώχνω τα θλιβερά. Πέρασα δύσκολα παιδικά χρόνια και δεν ήθελα η ζωή μου να μαυρίζει άλλο. Οι όμορφες αναμνήσεις της καλλιτεχνικής μου ζωής με βοήθησαν και τα ξεπέρασα όλα.
«Π»: Μαθαίνουμε τη ζωή σας μέσα από τα «36 Μαθήματα Χορού» του Ιάσονα Τριανταφυλλίδη.
Σ.ΝΤ.: Ο θάνατος του Ιάσονα Τριανταφυλλίδη ήταν ένα εξαιρετικά τραγικό γεγονός για μένα. Για ένα χρόνο σχεδόν ήταν καθημερινά μαζί μου, δεθήκαμε πολύ, τον αγάπησα βαθιά όπως κι εκείνος ανέπτυξε μια σχέση στοργής μαζί μου. Μου λείπει πολύ… Ήταν ένας καταπληκτικός επαγγελματίας, άψογος στη δουλειά του, αξιαγάπητος ως άνθρωπος και είχε εξαιρετικές γνώσεις.

Πήγαινε στην κορυφή