Ομιλία της Επικεφαλής του Κινήματος Αλλαγής και Προέδρου του ΠΑΣΟΚ Φώφης Γεννηματά στο Συνέδριο του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδας με θέμα:
«Η Ελληνική Οικονομία μετά το κλείσιμο του τρίτου προγράμματος»
“Κύριε Πρόεδρε,
Θα ήθελα ξεκινώντας να συγχαρώ το Οικονομικό Επιμελητήριο.
Σε μια εποχή που άλλοι επιλέγουν την πόλωση και την τοξικότητα στην πολιτική μας ζωή, εσείς επιλέγετε τον δημόσιο, νηφάλιο και υπεύθυνο διάλογο για το μέλλον της Ελλάδος.
Κυρίες και κύριοι,
Συζητάμε για την προοπτική της Ελληνικής οικονομίας μετά το κλείσιμο του τρίτου προγράμματος.
Πράγματι από τον Αύγουστο του 2018 εισερχόμαστε σε μια άλλη, διαφορετική περίοδο.
Όχι όμως αυτή που περιγράφει ο κ. Τσίπρας.
Ο οποίος αναλαμβάνει νέες δεσμεύσεις που συγκροτούν μαζί με εκείνες του Γ’ μνημονίου πολύ βαριά «κληρονομιά» για την χώρα.
Ουσιαστικά το 4ο Μνημόνιο είναι εδώ:
Έχουμε Υποχρέωση για πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ για 5 χρόνια που αποτελούν θηλιά στον λαιμό της χώρας. Γιατί οι στόχοι αυτοί αν δεν αλλάξουν οδηγούν σε «μονιμοποίηση» των εξοντωτικών φόρων και εισφορών, σε συνέχιση των περικοπών στο Κοινωνικό Κράτος, σε δραστικές μειώσεις στις δημόσιες και Κοινωνικές δαπάνες.
Έχουμε δεσμεύσεις που υπερβαίνουν κατά πολύ το 2018 και είναι ιδιαίτερα επώδυνες. Μειώσεις των συντάξεων και του αφορολόγητου για μισθωτούς και συνταξιούχους, πλήρης κατάργηση του ΕΚΑΣ, πλειστηριασμοί, δυσμενείς όρους για τα εργασιακά, μονιμοποίηση του ΕΝΦΙΑ.
Εκχώρηση του Εθνικού Πλούτου, στο ελεγχόμενο από την τρόικα Υπερταμείο για 99 χρόνια. Με δυνατότητα άμεσων παρεμβάσεων για τον έλεγχο των Διοικήσεων Δημόσιων Οργανισμών.
Αφελληνισμό και παράδοση του τραπεζικού συστήματος στον ξένο έλεγχο. Με ιδιαίτερα δυσμενή αποτελέσματα για την χρηματοδότηση της οικονομίας, την αναδιάρθρωση του παραγωγικού ιστού, την διαχείριση των κόκκινων δανείων.
Ενώ δεν έχουμε καμία ουσιαστική δέσμευση των εταίρων για την αναγκαία ελάφρυνση του δημόσιου χρέους, που καθηλώνει τη χώρα και υπονομεύει κάθε προσπάθεια στην οικονομία.
Η Κυβέρνηση δεν διαπραγματεύτηκε καν αυτό το κρίσιμο θέμα. Αρκείται στο να παρακολουθεί την σύγκρουση ΔΝΤ-Ευρωπαίων (και ειδικά των Γερμανών).
Απεμπόλησε όμως και την διεκδίκηση των θετικών δεσμεύσεων του Eurogroup του 2012 και χάρισε 6,5 δις στις Ευρωπαϊκές Τράπεζες, προκειμένου να εξασφαλίσει «επαίνους» από τους δανειστές.
Και δυστυχώς αναπτύσσεται μια επικίνδυνη λογική. Ότι δήθεν δεν «χρειάζεται» να υλοποιηθούν μέτρα ελάφρυνσης του χρέους λόγω των υψηλών πλεονασμάτων.
Δηλαδή κινδυνεύουμε οι θυσίες του Ελληνικού λαού να γίνουν μπούμερανγκ εις βάρος του.
Και το χειρότερο από τη βαριά «κληρονομιά»: η υπονόμευση της Αναπτυξιακής προοπτικής της χώρας.
Ήδη οι εκτιμήσεις της ανάπτυξης για το 2018 πέφτουν κάτω του 2% του ΑΕΠ.
Χάσαμε την τριετία των ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ περίπου 10% από την προσδοκώμενη αύξηση του ΑΕΠ. Οι εκτιμήσεις του τέλους του 2014 την ανέβαζαν στο 11% στην τριετία, και επί ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ έφθασε μόλις στο 0,8%. Δηλαδή χάθηκαν ακόμη 20 δις εισόδημα από την ελληνική οικονομία.
Ταυτόχρονα κατέρρευσε και η προοπτική των επενδύσεων.
Οι αποσβέσεις είναι πια υψηλότερες από τις ακαθάριστες επενδύσεις.
Έχουμε αποεπένδυση 7 δις ευρώ, 4% του ΑΕΠ.
Καμία οικονομία δεν μπορεί να ανακάμψει με την σημερινή απαράδεκτη φορολογία και τις εισφορές, με αυτή την κατάσταση στο κράτος, στην Δικαιοσύνη, στο Τραπεζικό σύστημα, στην Κοινωνία.
Κανένας δεν μπορεί να σιωπά μπρος σε αυτή την κατάσταση.
Να περιμένουμε μοιρολατρικά μια κληρονομιά-παγίδα για το αύριο της χώρας.
Γι’ αυτό και ζήτησα αλλαγή πορείας με άμεσες ΕΚΛΟΓΕΣ τώρα πριν να είναι αργά. Πριν οι νέες δεσμεύσεις μας οδηγήσουν σε νέα αδιέξοδα.
Η χώρα χρειάζεται μια νέα αρχή με μια νέα, ικανή και αξιόπιστη Κυβέρνηση.
Που να προωθήσει επιτέλους συνθήκες εθνικής συνεννόησης και συναίνεσης, απέναντι στις διχαστικές και αδιέξοδες πρακτικές που τραυματικά βιώνουμε σήμερα.
Πάνω σε συμφωνημένο και κοστολογημένο πρόγραμμα εξόδου από την κρίση και με ριζική αλλαγή του τρόπου που κυβερνάται η χώρα.
Γιατί η συμφωνία με τους εταίρους, πρέπει να διασφαλίζει το μέλλον του τόπου και των πολιτών.
Κυρίες και Κύριοι,
Την περασμένη εβδομάδα είχα την ευκαιρία να μιλήσω στη Βουλή για το πώς πρέπει να οργανώσουμε τις άμυνες της ελληνικής οικονομίας, ώστε να μην ξαναζήσουμε τον εφιάλτη του αποκλεισμού από τις αγορές.
Ζήτησα να υπάρξει μια προσεκτική διαδικασία εξόδου σε συνεργασία με τον ESM και την Τράπεζα Ελλάδος, με εμπιστευτικότητα και χωρίς δημόσιες άσκοπες αντιπαραθέσεις.
Ο μηχανισμός στήριξης θα παρεμβαίνει όποτε τα ελληνικά ομόλογα δέχονται κερδοσκοπικές επιθέσεις και η χώρα θα δυσκολεύεται να δανειστεί.
Η κυβέρνηση και η αξιωματική αντιπολίτευση απέφυγαν να ασχοληθούν με τις προτάσεις μας, προτιμώντας είτε τους ανεδαφικούς πανηγυρισμούς της «καθαρής εξόδου», είτε τις ανεύθυνες κορώνες και καταγγελίες ο ένας εναντίον του άλλου, λες και είναι στο δικό τους σύμπαν.
Τα γεγονότα όμως που ακολούθησαν ήταν ραγδαία. Μόλις την επόμενη μέρα της συζήτησης στην Βουλή, δημοσιεύτηκε το επικαιροποιημένο Πρόγραμμα, που περιέχει σωρεία σκληρών δεσμεύσεων για τα επόμενα χρόνια όπως ήδη ανέφερα.
Οι συζητήσεις για τη μελλοντική πορεία της χώρας γίνονται σε μια στιγμή που τα σύννεφα πάνω από την παγκόσμια οικονομία πυκνώνουν, η πολιτική αστάθεια διεθνώς ενισχύεται, ενώ οι αβεβαιότητες αυξάνονται όπως μας δείχνουν τα παραδείγματα σε δύο γειτονικές μας οικονομίες: την Τουρκία και την Ιταλία.
Όσο διαφορετικές χώρες και να είναι, η αβεβαιότητα που προκαλούν μας επηρεάζει, ιδιαίτερα σε αυτή την κρίσιμη φάση που πλησιάζουμε στην λήξη του Τρίτου προγράμματος και θα πρέπει σταδιακά να δανειζόμαστε από διεθνείς αγορές.
Τα ιταλικά ομόλογα δέχονται ισχυρή πίεση και στα ελληνικά είδαμε επίσης να εκτινάσσονται τα επιτόκια σε επίπεδα άνω του 4%.
Όλοι κατανοούμε τι σημαίνει αυτό.
Ακόμα όμως και αν όντως σχεδιαστεί και εφαρμοστεί ένας μηχανισμός στήριξης ομολόγων, τα μεγάλα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας παραμένουν.
Η οικονομική δραστηριότητα θα εξακολουθήσει να ασφυκτιά από την έλλειψη ρευστότητας και τις εκτεταμένες μειώσεις του διαθέσιμου εισοδήματος, οι φόροι θα είναι θανατηφόροι για τους συνεπείς επαγγελματίες, μισθωτούς και επιχειρηματίες, οι εισφορές θα εξακολουθήσουν να σπρώχνουν τον κόσμο στην μαύρη εργασία.
Σε ένα τέτοιο κλίμα πώς άραγε θα γίνουν οι επενδύσεις που χρειάζεται η χώρα μας για να μπορέσει ξανά να προσφέρει απασχόληση στις εκατοντάδες χιλιάδες ανέργους;
Με τα αναπτυξιακά ευχολόγια της Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, που τώρα ανακαλύπτει την επιχειρηματικότητα και μιλά για τις επενδύσεις που τόσα χρόνια κυνηγούσε για να τις εμποδίσει;
Ή μήπως εκλιπαρώντας τους βιομήχανους να κάνουν κάτι που θα τους ξεπληρώσει αργότερα η ΝΔ;
Στο προχθεσινό συνέδριο του ΣΕΒ ακούστηκε ότι πρέπει να καλυφθεί ένα επενδυτικό κενό της τάξεως των 100 δις. ευρώ τα επόμενα 5 έως 10 χρόνια.
Για να γίνει αυτό χρειάζονται υπεύθυνες πολιτικές δυνάμεις που θα σχεδιάσουν και θα εφαρμόσουν μια άλλη πολιτική.
Με δίκαιες και αναπτυξιακές φορολογικές ελαφρύνσεις.
Με λογικές ασφαλιστικές εισφορές που δεν στραγγαλίζουν την νόμιμη εργασία, αλλά την ενθαρρύνουν.
Με σταθερούς κανόνες που δεν αλλάζουν ανάλογα με την συγκυρία.
Με ένα σταθερό πολιτικό κλίμα και όχι με την συνεχή αβεβαιότητα διαρκών εκλογών και ακυβερνησίας, όπως τόσο επιπόλαια προωθεί η κυβέρνηση για να επιβιώσει εκλογικά.
Εμείς θέλουμε μια προσεκτική και σταδιακή απαγκίστρωση από τα Μνημόνια, έτσι ώστε η έξοδος να είναι οριστική και να μην τα ξανα-χρειαστούμε.
Για να το πετύχουμε θα στηρίξουμε όλες τις απαραίτητες αλλαγές που βοηθούν τις επενδύσεις, στηρίζουν το εισόδημα του εργαζόμενου και διασφαλίζουν τη θέση της Ελλάδας στην Ευρωζώνη, χωρίς νέες περιπέτειες.