Οι μύθοι της χούντας που «μας χρειάζεται»

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ - ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
Οι μύθοι της χούντας που «μας χρειάζεται»

Σαράντα ένα (41) χρόνια φέτος από τη μεταπολίτευση κι ακόμα υπάρχουν νοσταλγοί της χούντας. Και μάλιστα τα τελευταία χρόνια με τα μνημόνια και την οικονομική κρίση, ακόμα περισσότεροι τολμάνε να διαλαλούν την πραμάτεια τους με το περίφημο «βρε, ένας Παπαδόπουλος μας χρειάζεται, να φάει ο κόσμος ψωμάκι, να μπει ο κάθε κατεργάρης στον πάγκο του, Έλληνας και ξένος».

Πριν απ΄όλα βέβαια θα τολμούσα να πω, ότι απ΄ όλους αυτούς λείπει κι ο παραμικρός σεβασμός προς την πατρίδα. Μια χώρα που, σύμφωνα με τους περισσοτέρους εθνικιστές από αυτούς, είναι η ωραιότερη και σημαντικότερη χώρα στον κόσμο και με τους εξυπνότερους κατοίκους, να  υποστεί χουντική διακυβέρνηση από έναν απλό συνταγματάρχη – ούτε καν στρατηγό – ενώ οι μνημονιακοί κλαψουρίζουν ότι ανέκαθεν είχαμε περισσότερους στρατηγούς και από τις ΗΠΑ; Και μάλιστα με το πιο κοινό ελληνικό όνομα, το Παπαδόπουλος; Ευτυχώς τουλάχιστον που η μειωμένη νοημοσύνη τόσο του ιδίου  όσο και της υπόλοιπης παρέας, βοήθησε να επιβεβαιωθεί η ρήση ενός ολοκλήρου Αϊνστάιν περί του σύμπαντος και της ανθρώπινης βλακείας, που είναι τα μόνα πράγματα, ιδίως η δεύτερη, που είναι απεριόριστα.

Επί επταετίας, λοιπόν, ήταν «η χρυσή οικονομική εποχή της Ελλάδας» είναι η κυριότερη ατάκα των νοσταλγών. Εντάξει, παραβλέπουν χαλαρά ότι τη δεκαετία του 1960  και στις αρχές του 1970 ήταν εποχή έντονης οικονομικής ανάπτυξης παγκοσμίως, ως εποχές ακόμα εθνικού προστατευτισμού. Θα μας κάνουν όμως να ξεχάσουμε κι ότι 1,5 εκατομμύριο Έλληνες είχαν ήδη μεταπολεμικά μεταναστεύσει στο εξωτερικό; Αυτός ήταν ο λόγος που είχε μειωθεί δραστικά η ανεργία, και ταυτόχρονα με τα χρήματα που έστελναν πίσω στην Ελλάδα οι μετανάστες ενίσχυαν οικονομικά πολλές οικογένειες, με συνέπεια να δίνεται μια πλαστή εικόνα ευημερίας.
Βέβαια και σε αυτόν ακόμα τον επιφανειακά ανθηρό βίο των Ελλήνων, η δικτατορία ήταν πολύ εχέμυθη. Πολύ διακριτική. Για αυτό και  270 χιλιάδες περίπου Έλληνες μετανάστευσαν το 1969 στο εξωτερικό αριθμός ρεκόρ, μεταπολεμικά, προφανώς μην έχοντας πάρει πρέφα ποσό καλά κι ελευθέρα περνουσαν, τότε που «αν δεν τους πείραζες και κοίταγες τη δουλίτσα σου, δεν σε πείραζε κανένας».
Κάπως έτσι έβρισκε ο περισσότερος κόσμος ένα κομμάτι ψωμί την εποχή που, δήθεν και καλά, κανείς δεν πείναγε!
Κι υπήρχε βεβαία σε φουλ άνθηση η οικοδομή για να μη ξεχνιόμαστε. Μόνο μωρέ που αυτή η ανεξέλεγκτη οικοδόμηση αποτέλειωσε όσες επαρχιακές πόλεις είχαν διατηρήσει κάποια ομορφιά. Η Αθήνα δεν γλύτωσε βέβαια αλλά είχε ήδη γίνει αγνώριστη νωρίτερα ακόμα. Δουλειά να υπάρχει, πηλοφόρι και μυστρί, το 1970 μόνο στη Ελλάδα χτίσθηκαν όσα διαμερίσματα χτίστηκαν σε όλο το Παρίσι, που έχει ίδιο πληθυσμό, ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΑ! Φαίνεται βέβαια ότι υπήρχε μεγαλεπήβολο σχέδιο να χτιστεί η Ελλάδα μέχρι τον Άρη, όσες χιλιάδες σχολεία έκλεινε η χούντα τα  αντάλλασε με πολλαπλάσια σπίτια. Και τι σπίτια βέβαια!!!! Όχι κλουβιά και κλειδαμπαρωμένα, όπως σήμερα, ανοιχτά και ξεκλείδωτα όπως θέλει ο μύθος της εποχής, πριν πλακώσουν οι «κακοί ξένοι» και πριν σταματήσουν να περιπολούν οι «καλοί» αστυνομικοί. Εντάξει δεν είχαμε και τίποτα να μας κλέψουν τότε ούτε καν τηλεόραση, μόνο η σκάφη είχε ενδιαφέρον αν ήθελε κανείς να την κρατήσει συλλεκτική, αλλά δεν τα λέμε αυτά.

Τουλάχιστον αυτοί δεν έφαγαν, δεν έκλεψαν, συνεχίζει η καραμέλα. Στην αρχή με το που διπλασίασαν με τη μια το μισθό τους σαν κυβερνητικά στελέχη, φτάνοντας γύρω στο  ΔΕΚΑΠΛΑΣΙΟ του μέσου μισθού του ιδιωτικού υπαλλήλου, φαίνεται κάποιοι έλπισαν ότι δεν θα έχουν ανάγκη να φάνε. Κάτι όμως το Τάμα του έθνους, για την ανέγερση της νέας Μητρόπολης στα Τουρκοβουνια, όπου 453 εκατομμύρια δραχμές της εποχής έκαναν φτερά (με μέσο μισθό της εποχής 4 χιλ. δραχμές).  Κάτι οι ύποπτες επενδύσεις και συνεργασίες με αμερικανικές πολυεθνικές και το ντέρμπι των μεγιστάνων της εποχής για το 3ο διυλιστήριο.  Κάτι η ρεμούλα στον στρατιωτικό εξοπλισμό, που στην επιστράτευση του 1974 δεν έβρισκες καν δυο ίδιες μπότες. Ε, πάει ανατράπηκαν όλες οι φρούδες ελπίδες.
Ασφαλώς βέβαια είχε και θετικές πτυχές η δικτατορία, να τα λεμε κι αυτά. Όντως έδειξε ιδιαίτερη ευαισθησία για τα λαϊκά στρώματα, ιδίως φροντίζοντας να θεσπίσει καθολικά σχεδόν αφορολόγητα όρια, που μάλιστα με σύνταγμα του 1975 απόκτησαν και συνταγματική ισχύ. Για την μπαρουτοκαπνισμένη εργατική τάξη των εφοπλιστών, βεβαίως βεβαίως, που σκυλοπνίγεται στο όνομα της Ελλάδας στους πέντε ωκεανούς. Κι αυτοί βεβαίως, δεν αποδειχτήκαν αχάριστοι και με ταξική αλληλεγγύη όρισαν τον Παπαδόπουλο ως επίτιμο πρόεδρο της Ένωσής τους.
Επίσης, κι αυτό ήταν επίσης απρόσμενο και πρωτοποριακό για τα μέτρα της, η χούντα καθιέρωσε το ελεύθερο κάμπινγκ και μάλιστα με υποδομές και δωρεάν κομφόρ στα  εξωτικά νησιά της Μακρονήσου, της Γυάρου, του Αη Στρατή, της Ικαρίας κλπ. Φυσικά, δεν ήταν δυνατόν επιτραπεί η παρείσφρηση επικίνδυνων στοιχείων που θα μπορούσαν να προκαλέσουν ταραχές στους παραθεριστές, για αυτό τα ύποπτα στοιχεία δολοφονηθήκαν κάπως άγαρμπα είναι η αλήθεια στο Πολυτεχνείο και σε άλλες ευκαιρίες.

Και τέλος να μην ξεχνάμε κάτι που ούτε η κυβέρνηση της αριστεράς δεν το τόλμησε: τον χωρισμό εκκλησίας – κράτους. Μπορεί βεβαίως  εδώ στη Ελλάδα να μην ήταν τόσο εύκολο να το κάνει αλλά πάντως η χούντα του Ιωαννίδητο τόλμησε στην αδελφή Κύπρο, όπου ανέτρεψε επιτέλους έναν αρχιεπίσκοπο που τολμούσε να κυβερνά σε ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος. Και αν δεν υπήρχαν κάποιες μικρές ασήμαντες συνέπειες όπως ότι δόθηκε πρόσχημα στην Τουρκία για να εισβάλει στο νησί και να καταλάβει διαδοχικά το 37%, αυτή η ενεργεία θα έμενε στην ιστορία του Ελληνισμού. Αρκεί  βέβαια να τολμούσε κάποιος, όπως η ταπεινή αφεντιά μου, να αποκαλύψει το πραγματικό της κίνητρο.
Μάλλον λοιπόν μια χούντα δεν είναι και τόσο καλή λύση, όσα προβλήματα και να έχει μια κοινοβουλευτική δημοκρατία. Αυτή η καταραμένη λογική λέει ότι όταν είσαι άρρωστος, κοιτάζεις να θεραπευτείς κι όχι να αυτοκτονήσεις, έτσι δεν είναι;

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Πήγαινε στην κορυφή