Μετασεισμικά και προεκλογικά, γράφει ο Νέστορας Χατζούδης

ΜΕΤΑΣΕΙΣΜΙΚΑ
Το αναπάντεχο πλήγμα του εγκέλαδου στη γειτονιά μας υπήρξε τρομαχτικό. Δεκάδες χιλιάδες οι νεκροί και οι τραυματίες. Εκατομμύρια οι άστεγοι και κατεστραμμένες υποδομές σε μια έκταση στο μέγεθος της χώρας μας που καλύπτει τμήματα της Τουρκίας και της Συρίας. Η Τουρκία βυθίστηκε στο χάος (στη Συρία το χάος είναι ενδημικό…) και αναδείχθηκαν οι τρομαχτικές οργανωτικές αδυναμίες του επερόμενου για τη στρατιωτική του ισχύ τουρκικού κράτους.

Τα κενά έσπευσαν από την πρώτη στιγμή να τα καλύψουν διάφορες χώρες και οργανισμοί στο πλαίσιο ενός πρωτοφανούς ξεσπάσματος συμπαράστασης και στήριξης των πληγέντων που ξαφνιάζει. Η χώρα μας βρέθηκε από τις πρώτες στο χώρο της καταστροφής με συνεργεία διάσωσης και μέσα πρώτης ανάγκης. Οι ιθύνοντες της γειτονικής χώρας, μπροστά στην αποκάλυψη των βασικών οργανωτικών προβλημάτων του κράτους τους και τις εκδηλώσεις συμπάθειας και ευγνωμοσύνης των απλών Τούρκων στους διασώστες και το λαό μας, κατάπιαν τις απειλές που νυχθημερόν εκτόξευαν κατά των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων.
Οι επιπτώσεις του μεγέθους της καταστροφής και η ακαριαία αντίδραση και έκφραση ειλικρινούς συμπάθειας του λαού μας υποχρέωσε την πολιτική ηγεσία της Τουρκίας σε αναγκαστική σιωπή και αμήχανα καλωσορίσματα στον υπουργό Εξωτερικών της χώρας μας. Παράλληλα ανάδειξε το αυτονόητο: ότι το κοινό συμφέρον, Ελλήνων και Τούρκων, ως αναπόφευκτων γειτόνων, παρά τις όποιες διαφορές μεταξύ των χωρών μας, υπηρετείται μόνον με την ειρηνική συμβίωση και συνεργασία των δύο λαών. Και βέβαια με την αξιοποίηση των αμυντικών δικών μας και επιθετικών δικών τους, απροσδιόριστου αριθμού δισ. ευρώ εξοπλιστικών δαπανών, για την αντιμετώπιση των ζωτικών προβλημάτων των πολιτών και την πρόοδο των δύο χωρών.
Από τα χαλάσματα της καταστροφής όμως, τον ανθρώπινο πόνο και την απόγνωση εκατομμυρίων ανθρώπων, αβίαστα συμπεραίνεται ότι τα πολλά και σοβαρά προβλήματα του τουρκικού λαού σε καμιά περίπτωση δεν θα βρουν τη λύση τους στις διαχρονικές γεωπολιτικές φιλοδοξίες της πολιτικής ηγεσίας του με τις οποίες του γανώνει δεκαετίες τώρα το κεφάλι. Η Τουρκία δεν θα λύσει τα προβλήματα του κράτους και του λαού της ούτε με τη βίαιη επέκταση της κυριαρχίας της σε τμήματα των γειτονικών της χωρών, ούτε με την καταπίεση των μειονοτήτων που ζουν στην επικράτειά της, ούτε με τις αυτοκρατορικές φαντασιώσεις της περί Γαλάζιας Πατρίδας. Αντίθετα αυτές οι εμμονές της πολιτικής ηγεσίας της θα τα επιδεινώνουν.
Κάτι ανάλογο σε βάρος του ρωσικού λαού βρίσκεται σε εξέλιξη εδώ και ένα χρόνο ως αποτέλεσμα της προσπάθειας του Πούτιν να υλοποιήσει τις αυτοκρατορικές φιλοδοξίες του με την προσάρτηση της Ουκρανίας στη ρωσική επικράτεια. Μέχρι αυτή τη στιγμή το αποτέλεσμα είναι ο φρικτός αποδεκατισμός των νέων και των δύο χωρών στα πεδία των μαχών, η κατασπατάληση δισεκατομμυρίων δολαρίων σε πολεμικούς εξοπλισμούς, η καταστροφή των κοινωνικών και παραγωγικών υποδομών της Ουκρανίας, ο ανθρώπινος πόνος των δύο λαών, η εγκατάλειψη των δύο χωρών από εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες τους, η ραγδαία επιδείνωση του βιοτικού επιπέδου των πολιτών τους και σε βάθος χρόνου, ανεξάρτητα από την κατάληξη του πολέμου, η υποβάθμιση της γεωπολιτικής σημασίας της άλλοτε κραταιάς και υπερήφανης Ρωσίας – αν όχι η κατάταξή της στα κράτη παρίες.
Είναι φανερό πλέον ότι οι σύγχρονες αυτοκρατορίες δεν ορίζονται και δεν διακρίνονται από το μέγεθος της εδαφικής έκτασής τους και τα εκατομμύρια των υπόδουλων λαών στα όρια της επικράτειάς τους, αλλά από το γενικό επίπεδο ζωής των πολιτών τους, την οικονομική σταθερότητα και ευρωστία και τη συνεχή επιστημονική και τεχνολογική τους ανάπτυξη. Η προσθήκη τετραγωνικών χιλιομέτρων εδάφους και θάλασσας έχει αποδεχτεί ότι δεν αρκούν για τη βελτίωση των γενικών δεικτών διαβίωσης των λαών τους.
Μόνο αν το κριτήριο αυτό γίνει αποδεκτό, από την πολιτική ηγεσία της Τουρκίας, υπάρχει περίπτωση ανέφελης γειτονίας στη περιοχή μας. Μέχρι τότε, παράλληλα με το απλωμένο χέρι φιλίας προς τον τουρκικό λαό, φρόνιμο είναι να βρισκόμαστε και σε επιφυλακή για την καθόλου απίθανη επανάληψη των σουλτανικών πρακτικών και επιδιώξεων της…

ΠΡΟΕΚΛΟΓΙΚΑ
Κι ενώ στη γειτονιά μας κυριαρχούν οι θλιβερές ειδήσεις σχετικά με το σεισμό και τον πόλεμο, εμείς βαδίζουμε ήδη σε προεκλογικό πολιτικό έδαφος που, αν και το πολιτικό και θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας της χώρας μας είναι συμβατικά οριοθετημένο, τα πολιτικά στραβοπατήματα και οι κουτσουκέλες δεν αποκλείονται. Το έχουμε ξαναζήσει άλλωστε πρόσφατα και το ξεγλίστρημα από τη σημερινή σχετικά ανεκτή κανονικότητα δεν είναι αναπόφευκτο. Κανονικότητα που δεν είναι απαλλαγμένη βέβαια από χρόνιες παθογένειες και αδυναμίες, που όμως σε καμμιά περίπτωση αυτές δεν θεραπεύονται με κομματικές επικοινωνιακές υπερβολές, ακραίο λαϊκισμό, απειλές επιβολών, ύβρεις, προσωπικές προσβολές και αγριάδες. Δεσμευτικά σαφή προγράμματα είναι που χρειάζονται. Ξεκάθαρες πολιτικές θέσεις, πειστικές, υλοποιήσιμες και δεσμευτικές, που να ξανοίγουν αισιόδοξες προοπτικές, είναι που λείπουν από το προεκλογικό πεδίο.

Αντί γι’ αυτά, τα κόμματα του «ευρωπαϊκού τόξου», που τα τελευταία 20 χρόνια άσκησαν κυβερνητική εξουσία και ευθύνονται για τις χρόνιες παθογένειες της σημερινής κατάστασης της χώρας (ανεπάρκεια κοινωνικών υπηρεσιών, προβληματική δημόσια διοίκηση, χαμηλό βιοτικό επίπεδο μεγάλου τμήματος του λαού, διευρυμένες ανισότητες, φυγή νέων επιστημόνων, ανησυχητική δημογραφική εξέλιξη κλπ. κλπ.), συνεχώς αλληλοκατηγορούνται επιρρίπτοντας τις ευθύνες το ένα στο άλλο. Κατηγορίες για λάθη, ανικανότητα, σκοπιμότητες, ιδιοτέλειες, λεηλασία του Δημόσιου Ταμείου κλπ., κλπ. συνοδεία μάλιστα ακραίων προσωπικών υβριστικών και προσβλητικών χαρακτηρισμών, που αναδύουν μίσος και εχθροπάθεια, χαρακτηρίζουν το προεκλογικό λεξιλόγιο που μόνο πολιτικό δεν είναι. Παράλληλα υποθάλπονται παντός είδους αιτήματα, διεκδικήσεις, δικαιώματα κλπ. σε ένα κλίμα ανεύθυνης προεκλογικής οριζόντιας επιδοματικής και παροχολογικής πλειοδοσίας, που ο λογαριασμός τους δεν θα αργήσει να μας έρθει… Δυσβάσταχτους λογαριασμούς εξάλλου παρόμοιων κομματικών πρακτικών ήδη πληρώνουμε…
Έχει αποδειχτεί ότι, κατά τη μακρά μεταπολιτευτική περίοδο, τα προβλήματα που «λύνονται» και τα αιτήματα που γίνονται αποδεκτά από τα κόμματα, κατά το καυτό προεκλογικό ψηφοθηρικό ανταγωνισμό, μετεκλογικά, ανεξάρτητα από το νικητή των εκλογών, είτε ξεχνιούνται είτε ψευτολύνονται με συνέπεια να προστίθενται στο σωρό των προβληματικών υποθέσεων και θεμάτων που εκκρεμούν και σέρνονται άλυτα από τετραετία σε τετραετία. Οι συνθήκες εν τω μεταξύ αλλάζουν, τα δεδομένα μεταβάλλονται, η αντιμετώπισή τους περιπλέκεται, το κόστος πολλαπλασιάζεται, οι πολίτες ταλαιπωρούνται και η χώρα μένει καθηλωμένη στο παρελθόν.
Τα προβλήματα που χρονίζουν άλυτα είναι τόσα πολλά και τόσο αρνητικές οι επιπτώσεις τους στην ποιότητα της ζωής μας και την εικόνα της χώρας, που είναι σε όλους μας γνωστά και η απαρίθμησή τους περιττεύει. Δυστυχώς οι κομματικές πρακτικές που τα προκαλούν συνεχίζονται. Και το απογοητευτικό και απαράδεκτο είναι ότι στα 50 περίπου χρόνια από τη μεταπολίτευση (1975), υπήρχαν όλες οι προϋποθέσεις (πολιτικές, θεσμικές, κοινωνικές, οικονομικές) και η αντιμετώπιση των περισσότερων από αυτά ήταν απολύτως εφικτή. Ωστόσο οι κομματικές μικροσκοπιμότητες και ιδιοτέλειες συνεχίζονται…

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Πήγαινε στην κορυφή