Μία ώρα μπροστά θα πρέπει να μετακινήσουμε τους δείκτες των ρολογιών τα ξημερώματα της Κυριακής 26 Μαρτίου, καθώς λήγει η εφαρμογή του μέτρου της χειμερινής ώρας. Συγκεκριμένα, οι δείκτες του ρολογιού θα προχωρήσουν μία ώρα μπροστά, δηλαδή από τις 03:00 τα ξημερώματα της Κυριακής στις 04:00.
Σε ανακοίνωσή του το υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών υπενθυμίζει ότι την Κυριακή 26 Μαρτίου 2023 λήγει η εφαρμογή του μέτρου της χειμερινής ώρας, σύμφωνα με την Οδηγία 2000/84 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 19/01/2001, σχετικά με τις διατάξεις για τη χειμερινή ώρα. Οι δείκτες των ρολογιών πρέπει να μετακινηθούν μία ώρα μπροστά, δηλαδή από 03:00 π.μ. σε 04:00 π.μ.
Η πρώτη αναφορά που υπάρχει για χρησιμοποίηση της θερινής ώρας ήταν από τον Βενιαμίν Φραγκλίνο σε γράμμα του που δημοσιεύθηκε σε γαλλική εφημερίδα. Σε αυτό το γράμμα δεν υπάρχει αναφορά για αλλαγή της ώρας αλλά πρόταση να ξυπνούν οι άνθρωποι μία ώρα νωρίτερα!
Η πρώτη φορά που προτάθηκε το ζήτημα σοβαρά ήταν από τον Γουίλιαμ Γουίλετ στο άρθρο του «Waste of Daylight» που δημοσιοποιήθηκε το 1907 αλλά τελικά δεν κατάφερε να πείσει την Βρετανική κυβέρνηση. Αν και η ιδέα του τελικά υιοθετήθηκε, ο ίδιος δεν κατάφερε να την δει να πραγματοποιείται, γιατί πέθανε το 1915. Αρχικά εφαρμόστηκε από την γερμανική κυβέρνηση κατά την διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου από 30 Απριλίου ως 1η Οκτωβρίου του 1916. Λίγο μετά το Ηνωμένο Βασίλειο ακολούθησε εφαρμόζοντας τη θερινή ώρα από 21 Μαΐου ως 1η Οκτωβρίου 1916. Αργότερα, στις 19 Μαρτίου του 1918, το Αμερικανικό Κογκρέσο καθιέρωσε την τυπική χρήση των χρονικών ζωνών και επισημοποίησε την αλλαγή της θερινής ώρας για όλον τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. Το μέτρο αυτό όμως καταργήθηκε αμέσως, λόγω της δυσαρέσκειας του κόσμου.
Στην Ελλάδα η θερινή ώρα εφαρμόστηκε για πρώτη φορά, δοκιμαστικά, το 1932 και συγκεκριμένα από τις 6 Ιουλίου μέχρι την 1η Σεπτεμβρίου, όταν τα ρολόγια είχαν τεθεί μία ώρα μπροστά. Στη συνέχεια όμως εγκαταλείφθηκε, επειδή στις 28 Ιουλίου 1916 στις 04:00 ώρα, τα ρολόγια στην Ελλάδα είχαν τεθεί 25 λεπτά μπροστά κατά την εισδοχή της ζώνης ώρας που είχε αποφασιστεί παγκοσμίως. Έτσι η διαφορά σε σχέση με το φως του Ήλιου που καθορίζει και τον πραγματικό χρόνο γινόταν πολύ μεγάλη, κυρίως στα δυτικά τμήματα της χώρας και περισσότερο στη Κέρκυρα. Τα επόμενα χρόνια είχε υιοθετηθεί μια απλή μετατόπιση της ώρας έναρξης λειτουργίας δημόσιων υπηρεσιών και καταστημάτων κατά μισή ώρα, στη χειμερινή περίοδο.
Στη δεκαετία του 1970 όμως, μόλις δύο χρόνια μετά την ενεργειακή κρίση που ξέσπασε στην Ευρώπη το 1973, αποφασίστηκε η υιοθέτηση του μέτρου της θερινής ώρας από μεγάλο μέρος των κρατών της, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας, με έναρξη το 1975. Η αλλαγή της ώρας γίνεται σύμφωνα με οδηγία της Ευρωπαϊκής Ένωσης που υποχρεώνει όλα τα κράτη μέλη να την εφαρμόζουν ως νόμο, και πραγματοποιείται την τελευταία Κυριακή του Μαρτίου στις 1 π.μ. ώρα Γκρίνουϊτς (GMT), ενώ τελειώνει την τελευταία Κυριακή του Οκτωβρίου του ίδιου έτους στις 1 π.μ. ώρα Γκρίνουϊτς. Επομένως η αλλαγή είναι ταυτόχρονη για όλα τα κράτη μέλη τα οποία έχουν υιοθετήσει το μέτρο.
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση χρησιμοποιούνται τρεις διαφορετικές ζώνες ώρας. Ο ενδοκοινοτικός συντονισμός κατά την αλλαγή ώρας φάνηκε ότι προκαλεί, εκτός των άλλων, και προβλήματα στον τομέα των μεταφορών και του εφοδιασμού. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σε συνέχεια ψηφίσματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, προχώρησε σε δημόσια ηλεκτρονική διαβούλευση, στο διάστημα από 4 Ιουλίου μέχρι τις 16 Αυγούστου 2018. Λήφθηκαν 4,6 εκατομμύρια απαντήσεις, και από τα 28 κράτη μέλη, οι περισσότερες που έχουν ληφθεί σε οποιαδήποτε άλλη δημόσια διαβούλευση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Το 84% όσων απάντησαν ήταν υπέρ της πρότασης να τεθεί τέρμα στην αλλαγή της ώρας δύο φορές τον χρόνο.
Η πρόταση της Ε.Ε. ήταν ότι η αλλαγή ώρας πρέπει να σταματήσει την τελευταία Κυριακή του Μαρτίου 2021 για τις χώρες που θέλουν να διατηρήσουν μόνιμα τη θερινή ώρα. Αντίστοιχα για κράτη-μέλη που επιθυμούν τη χειμερινή ώρα, η αλλαγή πρέπει να γίνει την τελευταία Κυριακή του Οκτωβρίου 2021.
Η Ελλάδα προέβη σε αλλαγή ώρας την Κυριακή 28 Μαρτίου 2021 και δεν έχει πάρει ακόμη απόφαση για το αν θα είναι η τελευταία αλλαγή της ώρας ή όχι. Οι υπόλοιπες χώρες της ΕΕ αντίστοιχα δεν έχουν λάβει οριστικές αποφάσεις, λόγω σημαντικών γεγονότων όπως το Brexit και η πανδημία Covid-19. Οι προτιμήσεις για χειμερινή ή θερινή ώρα αλλάζουν ανάλογα με τη χώρα, όπως αποτυπώνονται σε δημοσκοπήσεις, με μια τάση ως προς μόνιμη θερινή ώρα.
Οι υποστηρικτές της θερινής ώρας γενικά υποστηρίζουν ότι εξοικονομεί ενέργεια, προωθεί την υπαίθρια δραστηριότητα τα καλοκαιρινά βράδια και είναι, επομένως, ευεργετική για τη σωματική και ψυχολογική υγεία, μειώνει τα τροχαία ατυχήματα, μειώνει το έγκλημα και λειτουργεί θετικά για τις επιχειρήσεις.
Οι διαφωνούντες υποστηρίζουν ότι η πραγματική εξοικονόμηση ενέργειας δεν είναι ξεκάθαρη, ότι η θερινή ώρα αυξάνει τους κινδύνους για την υγεία, όπως είναι ο κίνδυνος για καρδιακή προσβολή, ότι μπορεί να διαταράξει τις πρωινές δραστηριότητες και ότι η αλλαγή των ρολογιών δύο φορές το χρόνο προκαλεί οικονομική και κοινωνική αναστάτωση και ακυρώνει τυχόν οφέλη. Οι αγρότες τείνουν γενικά να αντιτίθενται στη θερινή ώρα.
Η συνεχής αλλαγή της ώρας είναι επιζήμια για την υγεία και τη διάθεση, αφού επηρεάζει τον κιρκαδικό ρυθμό.
Το 2017 μία μεταανάλυση 44 μελετών διαπίστωσε ότι η θερινή ώρα οδηγεί μόνο σε 0,34% εξοικονόμηση ηλεκτρικής ενέργειας κατά τις ημέρες εφαρμογής της. Η μεταανάλυση διαπίστωσε επίσης ότι «η εξοικονόμηση ηλεκτρικής ενέργειας είναι μεγαλύτερη για χώρες που βρίσκονται μακρύτερα από τον ισημερινό, ενώ οι υποτροπικές περιοχές καταναλώνουν περισσότερη ηλεκτρική ενέργεια λόγω της θερινής ώρας». Η εξοικονόμηση ηλεκτρικής ενέργειας μπορεί επίσης να αντισταθμιστεί από την επιπλέον χρήση άλλων μορφών ενέργειας, όπως καυσίμου θέρμανσης.
(Με πληροφορίες από το el.wikipedia.org)