Λένε πως για να δεις το μέλλον αρκεί να ρίξεις μια ματιά στο παρελθόν. Κάπως έτσι ένιωσα όταν ξεφύλλισα μια πρόσφατη έκδοση του έργου του Πλούταρχου «Περί του μη δανείζεσθαι». Ένα έργο που γράφτηκε τον 1ο μ.Χ. αιώνα και οι παραλληλισμοί με τα σημερινά τεκταινόμενα ξεπηδούν αβίαστα μέσα από κάθε παράγραφο του αρχαίου κειμένου. Σύγχρονο και προφητικό για όσα έμελλε να ζήσουν οι απόγονοι του Πλούταρχου δύο χιλιάδες χρόνια, μετά δέσμιοι των χρεών τους. Χρεών ατομικών και εθνικών.
δανεισμός είναι πράξη υπέρτατης αφροσύνης και μαλθακότητας!» έγραψε ο Πλούταρχος και να που έφθασε η στιγμή για μια σύγχρονη εκτίμηση των λόγων του. «Έχεις; Μη δανείζεσαι γιατί δεν σου λείπουν. Δεν έχεις; Μη δανείζεσαι γιατί δεν θα ξεπληρώσεις το χρέος σου», ήταν τα λόγια του μεγάλου συγγραφέας προς τους συμπολίτες του.
Επίκαιρο όσο ποτέ το έργο του Πλούταρχου όταν προειδοποιεί «οι οφειλέτες είναι δούλοι όλων των δανειστών τους. Είναι δούλοι δούλων αναιδών και βάρβαρων και βάναυσων». Με γλώσσα σκληρή περιγράφει τους δανειστές που «μετατρέπουν την αγορά σε κολαστήριο για τους δύσμοιρους οφειλέτες, σαν όρνεα τους κατακρεουργούν και τους κατασπαράζουν βυθίζοντας το ράμφος στα σωθικά τους».
Τα επιχειρήματα του ρήτορα από την Χαιρώνεια απευθύνονται στους Έλληνες του 92 μ.Χ. που ζουν βυθισμένοι στα χρέη προς τους Ρωμαίους για τους οποίους λέει χαρακτηριστικά: «… κουβαλώντας μαζί τους σάκους και συμφωνητικά και συμβόλαια σαν δεσμά εναντίον της Ελλάδος, την οργώνουν από πόλη σε πόλη και σπέρνουν χρέη που πολλά βάσανα φέρνουν και πολλούς τόκους, και που δύσκολα ξεριζώνονται ενώ οι βλαστοί τους περικυκλώνουν τις πόλεις, τις εξασθενούν και τελικά τις πνίγουν».
«Φύγε να γλυτώσεις από τον εχθρό και τύραννό σου, τον δανειστή που θίγει την ελευθερία σου, βάζει πωλητήριο στην αξιοπρέπειά σου κι αν δεν του δίνεις, σε ενοχλεί· αν πουλήσεις, ρίχνει την τιμή· αν δεν πουλήσεις, σε αναγκάζει· αν τον πας στο δικαστήριο, προσπαθεί να επηρεάσει την έκβαση της δίκης· αν του ορκίζεσαι, σε προστάζει· αν κρατάς την πόρτα κλειστή, στήνεται στο κατώφλι και σου βροντά αδιάκοπα…» προτείνει ο Πλούταρχος στους οφειλέτες.
Δεν είναι, όμως, μόνο οι δανειστές αυτοί που φταίνε καθώς από την πύρινη γλώσσα του Πλούταρχου δεν ξεφεύγουν ούτε οι άφρονες δανειζόμενοι στους οποίους απευθυνόμενος λέει: «Διότι χρεωνόμαστε για να πληρώσουμε όχι το ψωμί και το κρασί μας, μα εξοχικές κατοικίες, δούλους, μουλάρια, ανάκλιντρα και τραπεζώματα».
Και συνεχίζει ο Πλούταρχος σα να απευθύνεται στην Ελλάδα του Μνημονίου: «Ο ένας δανειστής λοιπόν διαδέχεται τον άλλο, τοκογλύφος ή μεσάζοντας, πρώτα Κορίνθιος, έπειτα Πατρινός, έπειτα Αθηναίος. Οι Πέρσες μάλιστα από όλα τα παραπτώματα θεωρούν πρώτο το χρέος και δεύτερο το ψέμα, καθώς οι οφειλέτες καταφεύγουν συχνά στα ψεύδη. Όμως περισσότερο ψεύδονται οι δανειστές και μάλιστα δόλια. Αφού στα κατάστιχά τους γράφουν ότι δίνουν στον τάδε το δείνα ποσό ενώ στην πραγματικότητα εκείνος λαμβάνει λιγότερα.
»Και έπειτα περιγελούν τους φιλοσόφους που λένε ότι τίποτα δεν γεννιέται από το τίποτα. Και όμως να που από κάτι που ούτε υπάρχει, ούτε υπήρξε, τίκτεται τόκος. Δεν είναι η ανάγκη που τους σπρώχνει σε αυτό, αλλά η απληστία που στο τέλος ενώ καταστρέφουν τα θύματά τους, δεν υπάρχει κάποιο όφελος. Ούτε τα χωράφια που κατάσχουν από τους οφειλέτες καλλιεργούν, ούτε τα σπίτια που τους έχουν πετάξει έξω κατοικούν, ούτε τα ακριβά ρούχα τους φορούν. Με το που θα καταστρέψουν έναν ρίχνονται αμέσως στον επόμενο με δόλωμα τον πρώτο.
»Αντίστοιχα και οι οφειλέτες δανειζόμενοι από τον έναν για να πληρώσουν τον άλλο και μετακυλίοντας τα χρέη τους, φορτώνονται όλο και περισσότερους τόκους, δυσχεραίνοντας όλο και περισσότερο την θέση τους. Αλλά αν πέσει κάποιος μέσα στην λάσπη πρέπει ή να σηκωθεί αμέσως ή να μείνει ακίνητος. Αν στριφογυρνάει και κυλιέται με το σώμα του μουσκεμένο, μαζεύει επάνω του ακόμη περισσότερη βρωμιά.
»Γιατί λοιπόν καλοπιάνεις τον τραπεζίτη, δανείσου από το δικό σου τραπέζι! Ντρέπεσαι να τα πουλήσεις αλλά δεν ντρέπεσαι να τα βάλεις ενέχυρο και να πληρώσεις τόκο για κάτι που είναι δικό σου. Μείνε λοιπόν κι εσύ χωρίς δούλους, για να μην γίνεις ο ίδιος δούλος, και χωρίς περιουσία για να μην γίνεις περιουσία κάποιου άλλου».
Βέβαια, αυτά τα κείμενα δεν διδάσκονται στα ελληνικά σχολεία, αφού η «ανάπτυξη» της οικονομίας μας στηριζόταν, βάσει σχεδίου, στο δανεισμό και πολλοί από εμάς ενώ αγνοούσαμε τις συμβουλές του «αρχαίου» Πλούταρχου, πετούσαμε γαρύφαλλα με δανεικά στις πίστες που τραγουδούσε ο δικός μας Πλούταρχος.