Στις δύσκολες μέρες που ζούμε το κεντρικό κράτος αδυνατεί να ανταποκριθεί στο ρόλο του ως κράτους προνοίας, ασχολούμενο μόνο με την αριθμητική του δημοσιονομικού προβλήματος. Ένα «λογιστικό» κράτος που, ως σύγχρονος Προκρούστης, ακρωτηριάζει ό,τι μέχρι σήμερα «περίσσευε» προς ανακούφιση των οικονομικά ανίσχυρων. Το μαχαίρι της τρόικας πέφτει σπανίως επί δικαίων και συνήθως επί αδίκων, ισοπεδώνοντας ότι μέχρι σήμερα γνωρίζαμε ως κράτος πρόνοιας. Αυτή η διαδικασία, είναι σίγουρο ότι δεν θα είναι ευδόκιμη και η σταδιακή κατάρρευση του κοινωνικού κράτους είναι δεδομένη.
Η ευθύνη των κοινωνικών προβλημάτων, που καθημερινά διογκώνονται, μεταφέρεται υποχρεωτικά στην τοπική αυτοδιοίκηση, που αναγκαστικά πρέπει να την αναλάβει, γιατί διαφορετικά υπάρχει άμεσος κίνδυνος να οδηγηθούμε σε κοινωνική έκρηξη.
Η τοπική αυτοδιοίκηση οφείλει να στηρίζει κάθε προσπάθεια κοινωνικής αλληλεγγύης, απ’ όπου και αν προέρχεται ενισχύοντας την κοινωνική συνοχή. Το μνημόνιο, δυστυχώς, οδηγεί τους Δήμους σε οικονομική κατάρρευση, επιπρόσθετα δε προβλέπει αύξηση των εσόδων των δήμων μέσω των εισφορών των πολιτών. Η ακραία αυτή πολιτική και η εφαρμογή της εις βάρος των δημοτών, έχει φασιστικό χαρακτήρα και οδηγεί στην άμβλυνση των κοινωνικών ανισοτήτων.
Οφείλουν οι δήμαρχοι και τα δημοτικά συμβούλια να μην πέσουν στην παγίδα της αδυσώπητης τροικανής λογικής και να αναλάβουν τη πρωτοβουλία της επιλεκτικής εφαρμογής των μέτρων αυτών, θέτοντας αντικειμενικά κοινωνικά κριτήρια.
Δεν μπορεί ο άνεργος, ο πολύτεκνος ή ο ανάπηρος και γενικά ο άπορος πολίτης να δέχεται περαιτέρω επιβάρυνση. Αντίθετα πρέπει να υποστεί μείωση της τιμής των κοινωνικών παροχών που είναι αναγκαίες για τη ζωή του.
Μέσα στην οικονομική κρίση που διανύει η χώρα μας και τις καταστροφικές συνέπειες που αυτή έχει στη ζωή των πολιτών, ο Δήμος είναι υποχρεωμένος να αντέξει στην κρίση όχι για τα μάτια του κόσμου με την δημιουργία ψευδεπίγραφων δομών και με επικοινωνιακές φούσκες, όπως οι «αμφιβόλου ποιότητας πατάτες» που λειτούργησαν σαν ένα φτηνό πυροτέχνημα, αλλά με την πραγματική στήριξη εννοιών όπως της αυτοοργάνωσης, της κοινωνικής αλληλεγγύης και της κοινωνικής συνοχής.
Οι ανάγκες των ημερών μεταφράζονται στη δημιουργία Κοινωνικών Φροντιστηρίων για μαθησιακή υποστήριξη μαθητών που οι γονείς τους αντιμετωπίζουν οικονομικά – κοινωνικά προβλήματα. Η κοινωνική αλληλεγγύη μεταφράζεται στην ανακούφιση των καθημερινών αναγκών των οικονομικά αδύνατων δημοτών, με την δημιουργία ενός «Κοινωνικού Παντοπωλείου», που δεν θα λειτουργεί στη λογική της ερανικής επιτροπής προκειμένου άποροι δημότες κατά τακτά χρονικά διαστήματα να λαμβάνουν διάφορα τρόφιμα δωρεάν, όχι από το περίσσεμα των σούπερ μάρκετ, αλλά με βάση τον ίδιο τον Δήμο.
Είναι κωμικοτραγική η εικόνα των ποδηλατοδρόμων και των ανακαινισμένων νησίδων σε μια εποχή βαθιάς οικονομικής και κοινωνικής κρίσης. Δεν ξέρεις αν πρέπει να γελάσεις ή να κλάψεις με την εικόνα των εργοταξίων στη Λεωφόρο Βεΐκου την ώρα που διευθυντές σχολείων ζητούν από τους μαθητές να τους ενημερώσουν «διακριτικά» αν έχουν χρήματα να αγοράσουν έστω και ένα κουλούρι. Είναι να απορεί κανείς με τις μακέτες που παρουσιάζουν την «αναγεννημένη» λεωφόρο και από τις οποίες λείπουν οι συμπολίτες μας που ψάχνουν στους κάδους απορριμμάτων κάποια αποφάγια. Είναι πρόκληση οι ποδηλατόδρομοι την ώρα που οι 6 στους 10 εργαζόμενοι που χρησιμοποιούν τα ΜΜΜ μπαίνουν το πρωί στο λεωφορείο χωρίς εισιτήριο, όχι από τσιγγουνιά αλλά επειδή δεν τους περισσεύει πια ούτε το 1,40.
Θυμίζει λίγο τη λαϊκή ρήση «τι του λείπει του ψωριάρη, φούντα με μαργαριτάρι» όλο αυτό το κατασκευαστικό πανηγυράκι που στήθηκε χριστουγεννιάτικα στον κεντρικό ιστό της πόλης στο όνομα της απορρόφησης κονδυλίων, χωρίς να σκεφτεί κανείς την πρόκληση του κοινωνικού αισθήματος.
Στις μέρες που ζούμε, μπορούμε να αντέξουμε χωρίς ποδηλατόδρομους, μπορούμε να αντέξουμε και χωρίς νησίδες και χωρίς σιντριβάνια. Ακόμα και αν δεν πρόκειται για σπατάλη δεν παύει να είναι ΠΡΟΚΛΗΣΗ στα μάτια όλων αυτών που βλέπουν καθημερινά τη ζωή τους να λεηλατείται στο όνομα της δημοσιονομικής σωτηρίας.
Ας καταλάβουν, λοιπόν, κάποιοι ότι ήρθε η ώρα να πάνε κόντρα στις επιταγές του μνημονίου και η τοπική αυτοδιοίκηση να διατηρήσει τον κοινωνικό της ρόλο διεκδικώντας περισσότερες παροχές από μια κυβέρνηση που προσπαθεί να επιβάλλει αντικοινωνική πολιτική. Ήρθε η ώρα κάποιοι να αναλάβουν τις ευθύνες τους όχι πλέον ως διαχειριστές κονδυλίων αλλά ως πυρήνας δημιουργίας κοινωνικών δομών αλληλεγγύης ιδρύοντας και συμμετέχοντας ενεργά σε θεσμούς όπως το «Κοινωνικό Φαρμακείο» με σκοπό την φαρμακευτική περίθαλψη ανασφάλιστων απόρων, αναξιοπαθούντων που ζουν κάτω από τα όρια της φτώχειας. Δημιουργώντας βιώσιμες λαϊκές αγορά χωρίς μεσάζοντες όπου οι δημότες αγοράζουν φθηνά προιόντα. Δημιουργώντας Τράπεζα Χρόνου ως ένα μέσο οργάνωσης, ενεργοποίησης και αξιοποίησης των εθελοντών που δραστηριοποιούνται στα πλαίσια του Δήμου ώστε κάθε δημότης να μπορεί να προσφέρει αλλά και να δέχεται υπηρεσίες.