«Ποίηση είναι η συντροφιά της ψυχής με το μυαλό μας, που συνήθως δεν εναρμονίζονται»

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ - ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
«Ποίηση είναι η συντροφιά της ψυχής με το μυαλό μας, που συνήθως δεν εναρμονίζονται»

Η συγγραφέας ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΚΑΡΑΟΓΛΑΝΗ μιλάει στην Μαίρη Γκιώνη – Λαρεντζάκη


Η Αναστασία Καραογλάνη γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη όπου ζει στο Ωραιόκαστρο. Είναι μητέρα δυο ανδρών και γιαγιά δυο εγγονών. Σπούδασε Αγγλική Φιλολογία στο ΑΠΘ. Επιμορφώθηκε στην επιστημονική διδασκαλία της αγγλικής γλώσσας. Εξειδικεύθηκε στην επικοινωνιακή μέθοδο. Ίδρυσε και δίδαξε στα Κέντρα Ξένων γλωσσών Καραογλάνη του εκπαιδευτικού ομίλου Καραογλάνη – Δημητριάδη στο Ωραιόκαστρο Θεσσαλονίκης από το 1982, όπου προσφέρει και σήμερα, αμισθί, ως σύμβουλος εκπαίδευσης.
Παρακολούθησε κύκλους σπουδών θεατρικής γραφής με τους Γλυκερία Καλαϊτζή, Άκη Δήμου, Νίνα Ράπη, σκηνοθεσίας με τους Μιχάλη Σιώνα, Γιάννη Λεοντάρη. Παρακολουθεί γραφή και αξιολόγηση σεναρίου στο ΚΕΔΙΒΙΜ του ΑΠΘ με τους Νίκη Δρούγκα, Νικόλαο Αλέτρα. Διατηρούσε επί πολλά χρόνια την θεατρική ομάδα παιδιών και ενηλίκων «Λογείον» στο Ωραιόκαστρο με πολλές παραστάσεις στο ενεργητικό της σε σκηνοθεσίες Μιχάλη Συριόπουλου, Ιορδάνη Αιβάζογλου, της ίδιας και άλλων θεατρανθρώπων. Η ομάδα προσέφερε τις παραστάσεις σε ιδρύματα και σχολεία αφιλοκερδώς.
Ασχολήθηκε εθελοντικά με το Πνευματικό κέντρο Δήμου Παύλου Μελά, όπου ήταν υπεύθυνη για λογοτεχνικές ομάδες και χορωδίες. Προσέφερε εθελοντικά διδακτικές υπηρεσίες σε παιδιά δημοτικού στις ομάδες της ενορίας του Ι.Ν. Κοιμήσεως της Θεοτόκου, στο Ωραιόκαστρο καθώς και στην τοπική χορωδία. Το 2022 συνίδρυσε το ΛΟΓΕΙΟΝ σύλλογο πολιτισμού, με κύριο άξονα την λογοτεχνία και το θέατρο.
Από το 2011 ασχολείται με τη συγγραφή. Έχει εκδώσει τρεις ποιητικές συλλογές: «In full bloom: Σε πλήρη ανθοφορία», «Το τρυφερό και τραγικό του τέλους» (2015).Εκδόσεις «Λογότεχνον», «Παλιά κρυστάλλινα ποτήρια» εκδόσεις Λογείον.
Έχει γράψει δύο θεατρικά έργα: «Γυμνοί ή Κλυταιμνήστρα», «Πίντερ, το παιχνίδι ανάμεσα στο πραγματικό και το μη πραγματικό». Παίχθηκε με μεγάλη επιτυχία το 2023 στο θέατρο Μαίωτρον. Συνεχίζει να γράφει ποίηση, θέατρο, διηγήματα στην ελληνική και αγγλική γλώσσα και επιμορφώνεται συνεχώς.

«ΠΑΛΜΟΣ»: Σε ποιό περιβάλλον μεγαλώσατε και πώς ήταν τα παιδικά σας χρόνια;
ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΚΑΡΑΟΓΛΑΝΗ: Αχ, με πιάνετε πάνω στην φάση που σκέφτομαι να αρχίσω την επεξεργασία υλικού για αυτήν την περίοδο της ζωής μου, σε σχέση μ ε την προσφυγική συνοικία που μεγάλωσα στην θεσσαλονίκη.
Φτωχά παιδικά χρόνια, που δεν κατάλαβα ,όμως, ότι ήταν φτωχά, γιατί όλοι έτσι ήταν γύρω μου, δεν ξεχώριζε κανείς. Νόμιζα πως έτσι ήταν η ζωή Ευτυχώς, είχα πολύ μεγάλη προίκα, τους καλούς γονείς που μόχθησαν πολύ για να μάθω γράμματα ,χρηστικά ως επί το πλείστον, για το «χρυσό βραχιόλι» της γυναικείας ανεξαρτησίας, καθόλου ευκαταφρόνητο. Αλλά έτσι, έκλεισαν τα μάτια και τα αυτιά σε δεξιότητες που είχα και δεν έμοιαζαν με των πολλών παιδιών της γειτονιάς, όπως η θεατρική ενασχόληση, η διαρκής σκηνοθεσία, το τάλαντο της φωνής που προτίμησαν να θάψω ερμητικά την περίοδο της παιδικής και εφηβικής ηλικίας, μια και δεν θα μου εξασφάλιζαν τα προς το ζην, και βέβαια, υπήρχαν σε αυτό το κοινωνικό υπόβαθρο και τα ταμπού της ηθικής ίσως έκπτωσης του κοριτσιού αν ασχοληθεί με αυτά.

«Π»: Πότε ξεκινήσατε να γράφετε;
Α.Κ.: Στην εφηβεία. Έχω ακόμη το τετράδιο! Στις διακοπές, δεν πήγαινα με τα παιδά.Καθόμουν κι έγραφα σε ένα τετράδιο, μυθιστόρημα, δεν είχα τον Θεό μου, ή μάλλον το θάρρος της άγνοιας. Και μετά ποιήματα, βιωματικά, μέτρια ή καλούτσικα, μια και δεν είχα διαβάσει αρκετή ποίηση τότε. Πού να βρω ποιητικά βιβλία; Κανείς δεν είχε στο σπίτι του να δανειστώ, έστω, έβρισκα όμως κλασικά μυθιστορήματα, γι αυτό και κατέχω τους κλασικούς μυθιστοριογράφους του περασμένου αιώνα, που τους τιμώ απεριόριστα.

«Π»: Τί σας ώθησε στη συγγραφή;
Α.Κ.: Στην γραφή συστηματικά και με φόβο ψυχής, γιατί ήξερα πια ότι ήταν κάτι πολύ σοβαρό, μπήκα σε αρκετά ώριμη ηλικία, το 2011, συνειδητοποιώντας την κρίση αξιών παράλληλα με την οικονομική κρίση στην οποία μπαίναμε ως χώρα και εγώ προσωπικά. Μια υπαρξιακή ανάγκη. Όλα μου έβγαιναν σε σκέψη, σε ιδέες. Έτσι άρχισα με στίχους, μια κι εκείνη την εποχή, διάβαζα πολλή ποίηση.

«Π»: Τί είναι ποίηση για εσάς;
Α.Κ.: Είναι η συντροφιά με την ψυχή και το μυαλό μας, που κάποιες φορές δεν εναρμονίζονται. Σίγουρα, η υπαρξιακή ποίηση αλλάζει ίσως και προσανατολισμό σε κάποιους ανθρώπους που όμως είναι ευαίσθητοι δέκτες και κάπως υποψιασμένοι. Δηλαδή, δεν είναι για όλους, δεν κάθονται να ασχοληθούν. Σήμερα για μένα, η ποίηση είναι η ψυχοθεραπεία μου και το πεδίο προβληματισμού μου, καταφύγιο της ευαισθησίας μου και κοινό πεδίο με ανθρώπους όλων των ηλικιών που συστεγάζονται κάτω από την μεγαλόπνοη και φιλεύσπλαχνη σκέπη της.

«Π»: Δημιουργήσατε θεατρική ομάδα. Μιλήστε μας γι’αυτή.
Α.Κ.: Την ίδια εποχή, το 2010 ή το 2011, δημουργήθηκε, έτσι από ανάγκη. Είχα ένα φροντιστήριο ξένων γλωσσών, όπου κάναμε αρκετές εκδηλώσεις, θεατρικά με παιδιά και σιγά σιγά ήλθαν και γονείς.Έψαξα σκηνοθέτη και δάσκαλο, βρήκα τον καλύτερο, τον Μιχάλη τον Συριόπουλο, από τα πιο ταλαντούχα παιδιά στην θεσσαλονίκη. Έφτιαξε μια παιδική και μια ομάδα ενηλίκων. Εγώ εξέδιδα και βιβλία εκείνη την εποχή, τα διασκευάζαμε θεατρικά, παίζαμε σε εκθέσεις, σε θέατρα. Έπαιζα κι εγώ τότε, κάποιον μικρό ρόλο γιατί κυρίως …μανατζάριζα.

«Π»: Τί είναι για εσάς το θέατρο;
Α.Κ.: Το Θέατρο για μένα, είναι το πιο σύνθετο και κοντά στον άνθρωπο είδος ζώσας τέχνης. Είναι μοναδικό γιατί μόνο σε κείνην την παράσταση μπορεί να νιώσεις έντονα, και σε άλλη του ίδιου έργου, να μην συμβεί. Μέσα από το θέατρο, μπορείς να κάνεις αρτιότατα την ψυχανάλυσή σου, τόσο ως συγγραφέας, όσο και ως θεατής.
Τον ΠΙΝ-ΤΕΡ τον έγραφα ενώ πέθαινε ο πατέρας μου και γω αρνιόμουν να το αποδεχτώ. Βγήκαν από μέσα μου πολλά συσσωρευμένα που δεν ήξερα ή δεν είχα τολμήσει ή απλά δεν είχα τον χρόνο να σκεφτώ και να κάτσω να τα εκφράσω.
Πάντως, όταν τον είδα πέρσι, ανεβασμένο στην σκηνή και άκουγα τις γραμμές που παίδευα επί χρόνια πάνω στον υπολογιστή, ένιωσα ρίγος. Και με την αποδοχή του κόσμου, ηρέμησα, γιατί δεν θα επέμενα να γράφω θέατρο μόνον και μόνον για την προσωπική μου ευχαρίστηση. Οφείλεις να αγγίξεις τον θεατή. Αλλιώς, γράφω ποίηση που κάνει και για το συρτάρι, ή έχω ένα σωρό ενδιαφέροντα και ασχολίες. Δεν χρειάζεται να γράφουμε όλοι.

«Π»: Είστε πολυπράγμων και ενεργός πολίτης. Τί θυσιάζετε γι’αυτό;
Α.Κ.: Νομίζω τίποτα, ίσως εκτός από την ψευδαίσθηση ότι αν έκανα ένα μόνο πράγμα θα ήμουν πιο καλή σε αυτό. Όμως, έτσι είμαι, μου αρέσει και η μοναξιά αλλά και τα κοινά. Πρόσφατα, δημιουργήσαμε έναν σύλλογο πολιτισμού, το ΛΟΓΕΙΟΝ, στην περιοχή μας και μου αρέσει! Ήταν η αντίδραση στον εγκλεισμό και στην υποχρεωτική αποκοινωνικοποίηση γιατί έβλεπα τους κινδύνους. Αρχίζουμε από την γειτονιά μας και πάμε παραπέρα. Η γενιά μας έκανε οικογένεια σχετικά νωρίς. Παντρεύτηκα φοιτήτρια, γέννησα το πρώτο μου παιδί, μόλις είχα ανοίξει το δικό μου φοντιστήριο ξένων γλωσσών. Συνδύασα καλά οικογένεια με καριέρα, είχα βοήθεια από την μάνα μου, βέβαια. Δεν μετάνιωσα ποτέ γι’ αυτό, έχω τα παιδιά μου και δυο εγγονούλες. Σήμερα είναι διαφορετικά τα πράγματα, θα πάμε με την εποχή και θα είμαστε κοντά στα παιδιά όσο θέλουν αυτά.

«Π»: «Γυμνοί Κλυταιμνήστρα» και «Πίντερ» είναι τα δύο θεατρικά σας. Ποιά η απήχησή τους στο κοινό;
Α.Κ.: Ο «Πίντερ» είναι ένα ψυχαναλυτικό, υπαρξιακό έργο που άπτεται της τεχνητής νοημοσύνης σε σχέση με την συναισθηματική νοημοσύνη. Ανέβηκε πέσι, στο θέατρο ΜΑΙΩΤΡΟΝ, τέλος χειμερινής σεζόν, Μάιο και έκανε δέκα παραστάσεις. Είναι ένα εξαιρετικά σύγχρονο έργο, τώρα με την κυριαρχία της τεχνητής νοημοσύνης στην ζωή μας.Τα θερμά σχόλια των θεατών προφορικά και γραπτά, με ενθάρρυναν να συνεχίσω. Υπάρχουν προτάσεις να ξαναπαιχτεί. Ξέρετε, είναι άχαρο, γιατί αυτός που γράφει, με το που τελειώνει το έργο, το παραδίδει σε άλλα χέρια και αν δεν είναι και σκηνοθέτης και ηθοποιός κλπ, νιώθει μιαν ανημπόρια, πρέπει να χτυπήσει πόρτες και αν δεν είσαι όνομα, δεν μπαίνουν στον κόπο. Άλλωστε, γιατί να ρισκάρουν τα λεφτά τους;
Το «Γυμνοί ή Κλυταιμνήστρα», μου βγήκε εντελώς απροσδόκητα, δεν ήξερα ότι μπορούσε να είναι θεατρικό, στην ουσία δεν είναι καθαρά θεατρικό, είναι μια έμμετρη αφήγηση, μέσα σε θεατρική συνθήκη. Πρόκειται για μια ερωτική τραγωδία, ίσως και σεξουαλική που ακόμη και σήμερα κάποιες γυναίκες ούτε που σκέφτηκαν ότι μπορούν να διεκδικήσουν μια τέτοιου είδους ελευθερία, από την κοινωνία. Την εποχή της σεξουαλικής απελευθέρωσης, «μια στο κεφάλι οι γυναικοκτονίες «και πάρ’τον κάτω» τον πολιτισμό και τις ελευθερίες του.
Οι «Γυμνοί» δεν παίχτηκε ως ολόκληρωμένο έργο, αποσπάσματα μόνον στην ημέρα της γυναίκας, με τεράστια επιτυχία και απήχηση. Συζητάμε και για αυτό το έργο την επόμενη σεζόν.

«Π»: Τί σας δίνει η συγγραφή;
Α.Κ.: Καταφύγιο, πάντα εκεί, δίχως να χρειαστεί να συντονιστείς με κανέναν άλλο, παρά μονάχα την εσώτερη βαθιά σου ανάγκη να ζήσεις και να εκφραστείς κι ας τα χουν πει κι άλλοι πιο πριν και ίσως πιο καλά από εσένα.

«Π»: Ποιά η δυσκολία από την ελληνική στην αγγλική γλώσσα στα ποιήματα και τη λογοτεχνία;
Α.Κ.: Δικό μου ποίημα γραμμένο στα ελληνικά πήγα να μεταφράσω και δεν το κατάφερα. Το ξανέγραψα αγγλικά πάνω στο ίδιο concept, σεβόμενη απόλυτα τον κώδικα της αγγλικής, τον ρυθμό του ποιήματος σε αυτήν τη γλώσσα. Η αγγλική προσφέρεται για ποίηση, έχει ίσως πιο αισθητές παύσεις, μα εγώ ποιήματα στα ελληνικά γράφω τώρα, εκφράζομαι πιο άμεσα.
Ο «Πίντερ» μου βγήκε στα αγγλικά και το έργο είναι τοποθετημένο σε αγγλόφωνο setting. Χρειάστηκε να το μεταφράσω στα Ελληνικά, και κει μπλέχτηκα στους ιδιωματισμούς, στην ομιλούμενη γλώσσα στον διαφορετικό γλωσσικό κώδικα. Ήταν πολύ ενδιαφέρον και μου άρεσε που το έκανα.Το θέατρο σου δίνει άλλη ελευθερία στη μετάφραση.

«Π»: Η ποίηση από τα αγγλικά στα ελληνικά έχει το ίδιο ακούσμπισμα; Ποιές οι διαφορές;
Α.Κ.: Αναφερόμενη στους κλασικούς Εγγλέζους, θα έλεγα, ότι έχουν μια λεξιλαγνεία παραπάνω, έναν κλασικισμό, ωραίο ρυθμό και παύσεις.Τους νέους δεν τους γνωρίζω. Οι Έλληνες ποιητές οι πιο παλιοί, εξαιρετικά εγκεφαλικοί και στοχαστικοί, πετάνε σπουδαία πράγματα στο πουθενά, μπορεί να βρεις λύση σε πρόβλημα σου σε έναν στίχο. Όπως καταλαβαίνετε, δεν είμαι και πολύ της λυρικής ποίησης. Ο Καβάφης, πιστεύω είναι η κολόνα του σύγχρονου στοχασμού γιατί τόσα χρόνια πριν έζησε τα αδιέξοδα που ζούνε σήμερα οι άνθρωποι. Σε ξένη χώρα, μοναξιά, οικονομική έκπτωση και σεξουαλική ιδιαιτερότητα, που στα χρόνια του κρυβόταν. Είχε το μυαλό και την πένα και τά’ γραψε και πλούτισε την ανθρωπότητα και την τέχνη. Σκεφτείτε πόσο μόνος ήταν και στην ζωή, αλλά και στην αποδοχή της τέχνης του, γιατί ήταν τόσο μπροστά.

«Π»: Ποιά, κατά τη γνώμη σας, είναι η ιδιοσυγκρασία των δημιουργών που τους κάνει ξεχωριστούς;
Α.Κ.: Εκατό διαφορετικούς χαρακτήρες έχουν μεταξύ τους, κάποιοι ίσως πραγματικά γαϊδούρια, μα το κοινό τους είναι αυτή η… άτιμη, ας πω καλύτερα, έμπνευση, που σε βρίσκει κατακούτελα και σε χτυπάει κάτω μέχρι να την εξαντλήσεις! Αν αδιαφορήσεις, μια δυο φορές θα χτυπήσει ακόμη, φεύγει μετά. Κι ο δημιουργοί το ξέρουν αυτό. Γι’ αυτό όταν την νιώσουν, παρατάνε ότι κάνουν και την ακολουθούν, γι’ αυτό είναι ιδιαίτεροι και με την δικιά τους τρέλα. Αντί να τα δίνουνε σε φάρμακα και ψυχοθεραπεία, ακολουθούν τη δική τους έμπνευση!

«Π»: Ποιές οι ιδανικές συνθήκες για εσάς προκειμένου να γράψετε;
Α.Κ.: Μοναξιά, ησυχία, ηρεμία, ίσως και λίγη θλίψη, ή και πόνο. Σε μεγάλη ευτυχία ή ισορροπία, προτιμώ να την ζω γι’ αυτό την περίοδο της γραφής είμαστε λίγο ανισόρροποι. Πάντως, πιστεύω στην «επαγγελματικού ρυθμού» γραφή. Να κάθεσαι κάθε μέρα, συγκεκριμένη ώρα και να γράφεις Όταν το έκανα αυτό, είχα μεγάλη παραγωγή έργου. Τώρα που δεν είμαι αυστηρή σε αυτό, γράφω πιο δύσκολα, αλλά πιο απενοχοποιημένα.

«Π»: Τί σας πληγώνει;
Α.Κ.: Πολλά πλέον και συνάμα λίγα. Έμαθα να τα περιμένω όλα από τους ανθρώπους και από την στιγμή. Μέσα στο πλαίσιο της κλειστής κοινωνίας, με πληγώνει που οι άνθρωποι δεν κάνουμε καθόλου αυτοκριτική («έτσι είμαι εγώ»), ενώ κάνουμε συνεχώς και αδιακρίτως κριτική στους άλλους. Σε ευρύτερο κοινωνικό επίπεδο, με πληγώνει όλη αυτή η απληστία του συστήματος πλουτισμού, που ξεριζώνει κόσμο από τα σπίτια του και τον μετατρέπει σε παρία από την μια στιγμή στην άλλη.
Η αδιαφορία προς την φύση με πληγώνει αλλά και η αδιαφορία στον αδύναμο.
Γενικά, που συνειδητοποιούμε πως δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα ως άτομα ή ως λαός, γιατί όλα είναι προδιαγεγραμμένα.

«Π»: Τί θα βοηθήσει ν’αλλάξουμε τον κόσμο, έστω στο ελάχιστο;
Α.Κ.: Μόνο μέσω του βιώματος μας. Δεν θέλω να ρυπαίνουν, δεν ρυπαίνω πρώτος, σέβομαι, αγαπώ, το δείχνω. Δεν σκέφτομαι κακίες, συγχωρώ και βοηθάω όσο μπορώ τον πάσχοντα. Τουλάχιστον έτσι περνάμε καλά και αναπαυόμαστε έστω για λίγο. Και η συμμετοχή σε συλλογικότητες βοηθάει. Καλό είναι ανάλογα το ενδιαφέρον του, καθείς να μπαίνει σε μια ομάδα.

«Π»: Παιδεία, ο ρόλος της ποιός είναι; Τί ελλείψεις βλέπετε σ’αυτή;
Α.Κ.: Βλέπω τις ελλείψεις στους γονείς των παιδών σήμερα και κατ’επέκτασιν στα λάθη που έκαναν οι δικοί τους γονείς όταν τους μεγάλωναν. Μικρά πριγκιπόπουλα κι όλα επιτρέπονται. Θα πάθει τραύμα το παιδί, άστο να τραυματίσει το άλλο παιδί, καλύτερα κλπ.
Τις λάθος αξίες βλέπω και το ότι δεν διαβάζουν πια για ευχαρίστηση. Έχω δυο εγγονούλες και αυτό που προσπαθώ είναι να περνάμε χρόνο μαζί και να ζούνε όσο πιο φυσικά και απλά γίνεται.
Ως μητέρα υπήρξα αυστηρή και απαιτητική. Ως γιαγιά πιο χαλαρή και περισσότερο επεξηγηματική. Πιο χαλαρή, γιατί δεν έχω εγώ άμεσα την ευθύνη τους.
Να είμαστε γενναιόδωροι προς τα παιδιά και ως προς τον κοινό χρόνο, έστω και συγκεκριμένο, αρκεί να κάνουμε πράγματα μαζί που οδηγούν στην μόρφωση και την ψυχαγωγία.

«Π»: Μιλήστε μας για τις τρεις ποιητικές σας συλλογές.
Α.Κ.: Στο «Ιn full bloom» ο έρωτας σε όλες του τις φάσεις, στην έξαρση, στην ουσιαστικά, αδιαφορία για τον άλλον παρά μόνον νιάξιμο για την αίσθηση, την ρήξη, την απόρριψη, το σκληρό κομμάτι του έρωτα.
Στο «Τρυφερό και τραγικό του τέλους», αποδίδονται πικρά η έκπτωση της σάρκας μέσα από την ασθένεια και την πορεία προς τον θάνατο αγαπημένου προσώπου, η απώλεια, η ενοχή, η καινούρια πραγματικότητα.
Στα «Παλιά κρυστάλλινα ποτήρια» που εκδόθηκαν πέρυσι, η μνήμη, η λήθη, οι στιγμές και οι μεταστιγμές, η συγχώρεση, η αποδοχή είναι μέσα την θεματολογία.
Απ’ ό,τι μου έχουν πει και γράψει, η μουσικότητα και ο ρυθμός είναι έκδηλα στην ποίηση μου και διατρανώνει αυτή η παρατήρηση το γεγονός πως η κλήση μου ήταν η μουσική την οποία όμως εκτονώνω μέσα από άλλα είδη τέχνης.
Πιστεύω πως είμαι στοχαστική, υπαρξιακή ποιήτρια, μου αρέσει όμως να διαβάζω και πιο λυρικά, απλά εμένα δεν μου βγαίνει.

«Π»: «Λιγοστή ηδονή σαν παίρνεις σάρκα δεν παραπονιέσαι. Για το χάδι είναι που παραπονιέσαι», στίχος σας. Τί είναι το χάδι για τον άνθρωπο;
Α.Κ.: Αυτό ο στίχος είναι από τις πρώτες δυο συλλογές, το 2015 τις εξέδωσα. Πολύς λόγος για την ηδονή, φυσικά και είναι κινητήριος δύναμη. Όμως, αν καθήσει και σκεφτεί κανείς τι του λείπει, είναι το χάδι, η επαφή. Η σάρκα δεν έχει ανάγκη μόνο από έξαρση αλλά και από ησυχία και ζεστασιά Ο άνθρωπος, το ζώο, το πουλί όλα βιώνουν σεξουαλικότητα, αλλά επιζητούν το χάδι τις πι πολλές φορές
Θυμάμαι την γιαγιά μου, που με έτριβε όταν ερχόταν. Δεν ξεχνάω την αίσθηση των χεριών της, τα νιώθω και τώρα. Όταν τρίβω τις εγγονούλες μου, την μια μετά τη άλλη, περιμένει την σειρά του κι ο γεροσκύλος τους. Και τον τρίβω κι αυτόν. Η σάρκα θέλει άγγιγμα και η ψυχή το νιώθει. Οι σκληροί άνθρωποι δεν χαιδεύουν, κάνουν όμως σεξ.

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Πήγαινε στην κορυφή