Συνέντευξη του ποιητή ΣΤΡΑΤΗ ΡΗΓΑ στην ΜΑΙΡΗ ΓΚΙΩΝΗ ΛΑΡΕΝΤΖΑΚΗ
Ο Στρατής Ρήγας (καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του Ευστράτιου Στρουμπούλη) γεννήθηκε στην Καβάλα το 1982. Είναι γιος του συγγραφέα Ιωάννη Στρουμπούλη και της Φωτεινής Στρουμπούλη, σύζυγος της νοσηλεύτριας Νικολέτας Καραμπέτση και πατέρας τριών τέκνων. Σπούδασε Διαχείριση πληροφοριών και Οικονομικά, με εξειδίκευση το επιχειρησιακό Μάνατζμεντ, στο Διεθνές Πανεπιστήμιο Ελλάδος. Είναι τελειόφοιτος πολιτισμολόγος του Ελληνικού Πολιτισμού του τμήματος Ανθρωπιστικών Επιστημών Ανοικτού Πανεπιστημίου Ελλάδος. Γνωρίζει την αγγλική και την ιταλική γλώσσα. Ως εξειδικευμένος οικονομικός αναλυτής κατέχει εξαιρετική εμπειρία στη δημιουργία οικονομικών εκθέσεων και στην ανάλυση οικονομικών δεδομένων, παρέχοντας παράλληλα στρατηγική και συμβουλευτική υποστήριξη σε θέματα επιχειρηματικής ανάπτυξης και Μάνατζμεντ. Δραστηριοποιείται στην τοπική εταιρία αστικών συγκοινωνιών της Καβάλας ως διοικητικός υπάλληλος. Είναι επίσης διαχειριστής Τηλεματικού συστήματος πρόβλεψης αστικών στη πόλη της Καβάλας.
Όσον αφορά την εμπλοκή του με την λογοτεχνία, κόντρα στις τάσεις της εποχής, γράφει ποίηση κυρίως σε λυρικό ύφος, όμως με μετρημένη έκφραση και εγκράτεια, χωρίς περιττά εκφραστικά στοιχεία και με έμφαση στον ρυθμό και στην ομοιοκαταληξία. Τα ποιήματά του είναι γραμμένα σε κλασικό έμμετρο στίχο (σονέτα, ροντέλα, μπαντούμ κλπ.) αλλά και (νεωτερικής μορφής) ελεύθερο πεζό στίχο. Έχει γράψει πέντε ποιητικές συλλογές οι οποίες πρόκειται να εκδοθούν σταδιακά στο διάστημα των επόμενων ετών.
«Π»: Σε ποιο περιβάλλον μεγαλώσατε και πώς ήταν τα παιδικά σας χρόνια στην Καβάλα;
ΣΤΡΑΤΗΣ ΡΗΓΑΣ: Θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό διότι ανήκω στη γενιά που γεννήθηκε και γαλουχήθηκε στο μεταίχμιο δυο εποχών. Έζησα την παιδική μου ηλικία πριν εδραιωθούν οι επιδράσεις της μοντέρνας ραγδαίας τεχνολογικής ανάπτυξης, του ιντερνέτ, των κινητών τηλεφώνων και του διαμοιρασμού της πληροφορίας. Ήταν ανέμελα τα παιδικά χρονιά στη Καβάλα. Παιχνίδι στις αλάνες, μουσική από βινύλια, και κασέτες, αλληλογραφία με γράμματα, φιλίες δυνατές, έρωτες πιο αθώοι, κλπ. Η Καβάλα είναι μια από τις ομορφότερες πόλεις της Ελλάδος, συνδυάζει θάλασσα και βουνό και, αν ο κοινωνικός περίγυρος είναι ευνοϊκός, αυτά αποτελούν πρώτης τάξεως υλικά για να είναι κανείς ευτυχισμένος. Οι καβαλιώτες (όπως οι περισσότεροι βορειοελλαδίτες) είναι πρόσχαροι άνθρωποι και ως επί το πλείστον διακατέχονται από μια καλοπροαίρετη αθωότητα. Ήταν όμορφη η ζωή σαν παιδί στη Καβάλα.
«Π»: Τι σας ώθησε στην ποίηση;
ΣΤΡ.Ρ.: Ο πατέρας μου αποτελεί μια πολυσχιδή προσωπικότητα και εκτός των άλλων είναι και πολύ καλός λογοτέχνης με πολλά έργα στο ενεργητικό του σε διάφορα λογοτεχνικά είδη. Οπότε καταλαβαίνετε είχα ερεθίσματα και έκθεση σε όλα τα λογοτεχνικά μονοπάτια, ποίηση, θεατρικά, μυθιστορήματα, βυζαντινή μουσική κλπ.
«Π»: Πότε ξεκινήσατε να γράφετε, σε ποια ηλικία;
ΣΤΡΑΤΗΣ ΡΗΓΑΣ: Ξεκίνησα μεγάλος. «Η ποίηση σε βρίσκει», όπως λέει και ο αγαπημένος Τίτος Πατρίκιος. Γράφω από παιδί, σκέψεις, ρίμες, στίχους κλπ. Παρ’ολ’αυτά ποτέ δεν το εξέλιξα, μέχρι την γέννηση του τρίτου μου παιδιού. Ήταν η στιγμή που με βρήκε η ποίηση και ξεχύθηκε από μέσα μου, να πάρει και να δώσει όσα της χρωστώ. Συγκεκριμένα μια προσωπική στιγμή με τη κόρη μου υπήρξε καθοριστική για μένα και αποτέλεσε έναυσμα της ενασχόλησης μου με την λογοτεχνία. Ξέρετε είμαι αυτοδίδακτος στη μετρική και στη σύνταξη. Ακόμη και τώρα μετρώ με τα δάχτυλα να δω αν είμαι μέσα στη φόρμα.
«Π»: Τι είναι για εσάς η ποίηση;
ΣΤΡΑΤΗΣ ΡΗΓΑΣ: Η ποίηση είναι δύσκολο να οριστεί, εννοώ επακριβώς, και αυτό γιατί ούτε το αντικείμενο της, ούτε η μεθοδολογία της είναι διατυπωμένα με σαφήνεια αντικειμενική. Αντιθέτως, η υποκειμενικότητα της ποίησης επιτρέπει μια πληθώρα ορισμών. Επίσης η ποίηση καθορίζεται από την εποχή της και από τις κοινωνικοπολιτικές συνθήκες της περιόδου της. Αλλιώς ερμηνεύεται η ποίηση των ρομαντικών, αλλιώς των συμβολιστών, αλλιώς των παρνασσιστών κλπ. Η υποκειμενική μου οπτική όσον αφορά τη σύγχρονη μου ποίηση, την ποίηση που διαβάζω και γραφώ και γω, είναι πως η ποίηση σήμερα συνιστά μια βαθιά βιωματική εμπειρία που γίνεται λόγος, είναι ένα ψυχοπνευματικής προελεύσεως αίσθημα, ενίοτε και συναίσθημα (είτε λέγεται πάθος, ηθική, πόθος, κρίση, αγανάκτηση κλπ.) το οποίο αναδύεται αυτόνομα και εκρηκτικά, είναι αναμνήσεις, βιώματα, βάθος και μουσική, είναι συγκίνηση ψυχική. Ναι νομίζω αυτό εκφράζει αρτιότερα τι εννοώ, ποίηση σήμερα είναι μια επικοινωνία της ψυχής με την εσώτερη κοσμική ουσία, μια αναπόδραστη εσωτερική δίψα για μουσική που αποσυμπιέζεται και εκφράζεται στο υλικό πεδίο για πολλαπλούς λόγους και με πολλαπλούς τρόπους.
«Π»: Γιατί γράφετε ποίηση σήμερα;
ΣΤΡ.Ρ.: Η ποίηση στη συγχρονία μας, όπως θα σας έχουν μαρτυρήσει αρκετοί ποιητές, δεν αποτελεί επαγγελματική ιδιότητα, δεν ενέχει κοινωνική δυναμική, ούτε είναι πολλά περισσότερα παραπάνω από μια διαδικασία ατομικής αποσυμπίεσης, αλλά πάντα παίζει ρόλο η πρόθεση. Το να γράφεις και να μοιράζεσαι ποίηση σε μια χώρα με τόσους ποιητές, είναι μια δραστηριότητα έκθεσης αρκετά τολμηρή. Θέλω να πιστεύω, όσο και αν ακούγεται ματαιόδοξο και αλαζονικό, ίσως και εξωφρενικό, πως μοιράζομαι την ποίηση που γράφω για να εξελίξω όσο μπορώ την ποίηση της εποχής μου. Να συνδράμω το μερτικό και το χρέος μου, μαζί με τους συνοδοιπόρους μου, ώστε να την πάμε ένα βήμα παρακάτω και να την παραδώσουμε στους επόμενους μια στάλα πιο δουλεμένη. Ίσως στην πορεία καταφέρουμε να περάσουμε και κάποια κοινωνικά μηνύματα, αν είμαστε άξιοι. Κανείς ποιητής, αν είναι ρεαλιστής, δεν το κάνει για βιοποριστικούς σκοπούς, ειδάλλως δεν είναι και ελεύθερος να εκφραστεί όπως νιώθει, αλλά εκφράζεται όπως επιτάσσει η «αγορά». Το συμφέρον είναι μεγάλη φυλακή της έκφρασης.
«Π»: Είναι υποστηρικτικό το περιβάλλον σας;
ΣΤΡ.Ρ.: Γράφω σε συνθήκες που αν με έβλεπε κανείς, θα γελούσε. Ανάμεσα σε εργασία, μελέτες για το πανεπιστήμιο, τρία μικρά παιδιά, κατοικίδια και κοινωνικές υποχρεώσεις. Συχνά γράφω με το ένα χέρι στο μπλοκάκι, ενόσω κοιμίζω κάποιο από τα μωρά. Έχει κι αυτό την χάρη του. Το σκέφτομαι καμία φορά και γελώ. Όμως έχω την τύχη να βρίσκομαι ανάμεσα σε ανθρώπους με κατανόηση και υπομονή. Αν δεν υπήρχαν, δύσκολα θα ήμουν παραγωγικός. Με ενθαρρύνουν αρκετά σε στιγμές που διστάζω και αυτό αποτελεί μια ικανή ώθηση να ξεπερνώ τον φόβο της έκθεσης και να επιλέγω το σπουδαίο έναντι του σημαντικού.
«Π»: Ποιοι οι αγαπημένοι σας λογοτέχνες;
ΣΤΡ.Ρ.: Θα μιλήσω μόνο για ποίηση γιατί αλλιώς δεν θα μας φτάσει ο χρόνος. Αγαπημένοι λοιπόν, βάσει προσωπικής προτίμησης και όχι λογοτεχνικής αξίας, από Έλληνες ποιητές, φυσικά τα ιερά τέρατα Ρίτσος (επίτηδες τον βάζω πρώτο), Ελύτης, ο όψιμος Καβάφης, Σικελιανός, Σεφέρης, Σαχτούρης, ο ιδιωματισμός του Καββαδία. Σίγουρα στη λίστα είναι Τάσος Λειβαδίτης, Κική Δημουλά. Από νέους ενδεικτικά θα πω, γιατί αγαπώ τόσων πολλών τη γραφή, την Ειρήνη Ρηνιώτη που μου αρέσει αρκετά, και την Τασούλα Καραγεωργίου. Από το παγκόσμιο στερέωμα τι να πρωτοπώ, μου αρέσει ο Robert Burns, λατρεύω Thomas Stearns Eliot, Sylvia Plath, φυσικά Fernando Pessoa, Percy Shelley, Guillaume Apollinaire και Άννα Αχμάτοβα ανήκουν στους αγαπημένους. Και οι λυρικές μπαλάντες του Samuel T. Coleridge επίσης είναι μαγικές.
«Π»: Γράφετε ελεύθερα ή έμμετρα;
ΣΤΡ.Ρ.: Η σύγχρονη ποίηση έχει ως βασικό χαρακτηριστικό την αμφισβήτηση κάθε κανόνα και την κατάργηση μέτρου, ομοιοκαταληξίας και ζυγισμένων συλλάβων. Ο λόγος είναι σχεδόν πεζός, μια πολυσημία και μια κατάργηση νοηματικής αλληλουχίας κρύβει το νόημα, που συνήθως υπονοείται. Σέβομαι το νέο ύφος, μα εγώ δεν αισθάνομαι ικανός να γραφώ έτσι. Γράφω λυρικά, έμμετρα και πολύ συχνά σε κλασικές φόρμες όπως σονέτα, μπαντούμ κλπ. γράφω και σε ελεύθερη μορφή, πρόζα κυρίως, αλλά πάντα μια υπόνοια μετρικής ή έστω λυρικής διάθεσης υποβόσκει. Δεν με συγκινεί τόσο η πολλαπλότητα στο νόημα της μεταμοντερνικής τάσης, μα το πάντρεμα των δυο εποχών. Δεν θεωρώ πως έγινε ομαλά στην Ελλάδα η μετάβαση από τον λυρισμό στο μοντερνισμό. Πιθανόν λόγω της κοινωνικής δυσχέρειας εντός της οποίας κλήθηκε η γενιά του ‘30 να δημιουργήσει τέχνη. Ένδειξη για αυτό αποτελεί το γεγονός πως ομοιοκατάληκτα ποιήματα έχουν μεγάλη απήχηση ακόμη, αλλά και το πόσο ξενίζει μια μεγάλη μερίδα του αναγνωστικού κοινού η νοηματική ασάφεια και η μεταμοντέρνα στιχουργική. Θέλω να πιστεύω ρομαντικά, πως ποιητές σαν εμένα χρειάζονται ώστε να παντρευτούν με καλαισθησία οι δυο τάσεις.
«Π»: Είναι όντως δύσκολες οι εποχές για ποιητές;
ΣΤΡ.Ρ.: Μα φυσικά. Ξέρετε έχουμε θαυμαστούς ποιητές σήμερα. Δεν τους γνωρίζετε διότι αρνούνται να αποτελέσουν προϊόντα μαζικής κατανάλωσης από κονσερβοποιημένα πακέτα προώθησης των εκδοτικών οίκων. Η ιστορία όμως πάντα αναδεικνύει αυτό που αξίζει. Έγραψα ένα ποίημα κάποτε με τίτλο «Οι ποιητές έχουν πεθάνει» και προκάλεσε μεγάλη αντίδραση από το κοινό που διαμαρτυρόταν πως δεν ισχύει κάτι τέτοιο. Ο λόγος του ποιήματος ήταν να προκαλέσει αυτή την διαμαρτυρία. Να υπάρξει αυτός ο ξεσηκωμός. Να πει κάποιος «όχι, φίλε μου, εδώ είμαι!». Οι ποιητές δεν έχουν πεθάνει. Οι ποιητές σήμερα έχουν σωπάσει. Οφείλουμε να τους αφυπνίσουμε.
«Π»: Τι σας χαρακτηρίζει ως δημιουργό;
ΣΤΡ.Ρ.: Αν θα προσέδιδα κάτι ως ταυτότητα στη δημιουργική μου έκφραση θα ήταν η αμεσότητα και η αγνή πρόθεση για ευαισθητοποίηση. Κανένα μεγαλύτερο ταλέντο δεν έχω από τους συνοδοιπόρους μου ποιητές. Ο καθένας είναι καλός σε κάτι ανόμοιο. Και όλοι είμαστε όμοιοι ως προς το γενικό ποιητικό αντικείμενο. Σε αυτό που είναι ίσως ιδιαίτερη η γραφή μου είναι στην ηθελημένη προσπάθεια αυτού του «παντρέματος» που προανέφερα ανάμεσα στον λυρισμό και την μοντέρνα γραφή.
«Π»: Οι νέοι στο περιβάλλον σας ασχολούνται με την ποίηση;
ΣΤΡ.Ρ.: Βλέπω συχνά ευοίωνα δείγματα συμπάθειας προς την ποιητική δημιουργία από νέους. Αυτό είναι ευχάριστο. Ο τόπος αυτός δεν έχει δώσει ακόμη όσα δύναται. Περιμένουμε πιστεύω μια μεγάλη γενιά δημιουργών η οποία θα αναδείξει την ποιότητα και την ελληνική τέχνη. Τόσο δα κίνητρο χρειάζονται. Είμαι αισιόδοξος!
«Π»: Προτείνετε στους νέους να ακολουθήσουν το όνειρό τους και να γράφουν;
ΣΤΡ.Ρ.: Φυσικά. Προσέξτε όμως, να γράφουν, να εκφράζονται, να μη φοβούνται να εκτεθούν, να δημιουργήσουν, με ταπεινότητα και σεβασμό στη τέχνη. Προτείνω να βλέπουν τη λογοτεχνία όπως θέλω να τη βλέπω και γω, ρομαντικά και όχι ως μέσο πλουτισμού και ανάδειξης. Πάντα λέω πως όλα έρχονται στον καιρό τους και στο μέτρο που τα αξίζεις.
«Π»: Τι πραγματεύονται τα ποιήματά σας;
ΣΤΡ.Ρ.: Οι θεματικές που πραγματεύεται η ποίησή μου αντλούν από την φύση, τον άνθρωπο και τις κοινωνικές του αλληλεπιδράσεις, τη σχέση του με το υπερβατικό και τα συναισθήματα της καθημερινότητας. Πολλές φορές γράφω στηριζόμενος σε συναισθήματα ή κοινωνικά ζητήματα. Άλλες φορές γράφω ποιήματα πιο ερωτικά, άλλοτε αισιόδοξα και ενίοτε σκοτεινά, πάντα επιτρέπω μια αχτίδα θετικότητας να αχνοφαίνεται.
«Π»: Ποιοι οι τίτλοι των πέντε ποιητικών συλλογών σας;
ΣΤΡ.Ρ.: Θα μου επιτρέψετε να σας πω τους πρώτους τρεις τίτλους, μιας και ζητήματα διαπραγμάτευσης με δεσμεύουν για τις άλλες δυο ακόμη: «Τιτάνας», «Άτεχνος Μαντεία» και «Μόνο μια λέξη».
«Π»: «Η ευτυχία μου δρόμος ασφάλτινος. Περπατώ ανθρωπάκος χάρτινος. Το καλό μου. Πάνω κάτω. Κάτω πάνω..». Στίχοι από το ποίημα σας «Δες». Πώς σχολιάζετε σήμερα την κατάσταση που ζουν οι νέοι άνθρωποι;
ΣΤΡ.Ρ.: Σήμερα οι νέοι άνθρωποι καλούνται να υπερβούν ένα σημαντικό εμπόδιο στη ζωή τους: την απάθεια. Ξέρετε είναι δύσκολο να ζεις με λίγα χρήματα. Συνάμα να προσπαθείς να επιβιώσεις και να ονειρευτείς το μέλλον σου. Καταλήγεις να μουδιάζεις και να γίνεσαι απαθής, σαν μέσο άμυνας στα όσα συμβαίνουν γύρω. Το περιβάλλον δεν βοηθά, ούτε οι πιεστικοί ρυθμοί της σύγχρονης πολιτικής ζωής. Γι’ αυτό φεύγουν και στο εξωτερικό πολλοί. Ελπίζω σε ένα καλλίτερο μέλλον για αυτούς. Πρέπει να τους θυμίζουμε να είναι ευαίσθητοι, ακόμη και με όσα βιώνουν. Να έχουν ενσυναίσθηση.
«Π»: Τι σας στεναχωρεί;
ΣΤΡ.Ρ.: Η στενοχώρια ξέρετε ετυμολογικά προέρχεται από τις λέξεις στενός και χώρος. Στενότητα δηλαδή. Η στενότητα ήταν ανέκαθεν ζήτημα για την φυλή μας από αρχαιοτάτους χρόνους. Νιώθω θλίψη όταν εντοπίζω στενό χώρο έκφρασης. Η στειρότητα της σύγχρονης τυποποιημένης κοινωνικοπολιτικής καθημερινότητας πλάθει ανθρώπους – καρμπόν. Λεμέ τα ίδια λόγια, περπατάμε στα ίδια μονοπάτια, κάνουμε ακριβώς τα ίδια πράγματα καθημερινά. Αυτή η ρουτίνα με θλίβει και με τρομάζει.
«Π»: Τι ετοιμάζετε;
ΣΤΡ.Ρ.: Η αλήθεια είναι πως το τελευταίο διάστημα, πέρα από την ποίηση και την αρθρογραφία, πειραματίζομαι και με άλλα λογοτεχνικά είδη. Όχι πως προσδοκώ κάτι διαφορετικό από αυτό που κάνω. Πάντα η ποίηση θα είναι η μεγάλη μου αγάπη. Είναι άλλωστε η πηγή όλων των υπολοίπων λογοτεχνικών εκφράσεων. Εντούτοις έχει μια διαφορετική γλύκα το κάθε είδος και γω τώρα τα δοκιμάζω σαν νεαρό παιδί, που γλείφει πρώτη φορά παγωτό και χαίρεται. Εύχομαι σε όλους να έχουν κάτι στο μυαλό τους, ένα πλάνο, έναν στόχο, ένα κίνητρο. Κάνουν όλα αυτά τη ζωή πιο γλυκιά ή και πιο αλμυρή, αν θέλετε.