ΤΑΤΟΥ ΔΕΔΕ, Πιανίστας – Ηθοποιός :«Η πορεία μας στη ζωή είναι σημαντικό να γίνεται με το ένστικτό μας και μετά με τη λογική»

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ - ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
ΤΑΤΟΥ ΔΕΔΕ, Πιανίστας – Ηθοποιός :«Η πορεία μας στη ζωή  είναι σημαντικό να γίνεται  με το ένστικτό μας και  μετά με τη λογική»

Η Τατού Δέδε είναι πιανίστα, χορεύτρια και ηθοποιός. Σπούδασε Πιάνο στο Εθνικό Ωδείο και στο ωδείο Μουσικός Σύνδεσμος Αθηνών από όπου πήρε και το Δίπλωμά της με Άριστα Παμψηφεί και Πρώτο Βραβείο. Είναι απόφοιτος του τμήματος Μουσικής Επιστήμης και Τέχνης του Πανεπιστημίου Μακεδονίας στην Ειδίκευση Πιάνου. Ακόμη, είναι απόφοιτος της Επαγγελματικής Σχολής Χορού Ραλλού Μάνου καθώς και της Δραματικής Σχολής Αθηναϊκή Σκηνή. Έχει παρακολουθήσει σεμινάρια στο Πιάνο, στον Χορό και στο Θέατρο. Είναι ενεργό μέλος του IETM, του multimedia art festival SCHMIEDE καθώς και της Greek MENSA.

Έχει εργαστεί ως ηθοποιός, μουσικός και χορεύτρια στις παραστάσεις «Λίλιθ;», «Η επιστροφή της Ιφιγένειας» του Γιάννη Ρίτσου και «Σύγχρονα και Επίκαιρα» του Γεωργίου Σουρή με σκηνοθέτη τον Μανώλη Ιωνά καθώς και ως σκηνοθέτης – χορογράφος στην performance «ΕΠΤΑ 7». Είναι εμπνευστής, δημιουργός και σκηνοθέτης του work in progress ANTI GONE που παρουσιάστηκε αρχικά στο φεστιβάλ SCHMIEDE στην Αυστρία και εν συνεχεία στην Ανοιχτή Πλατφόρμα για νέους δημιουργούς, στην σκηνή «Νίκος Κούρκουλος», του Εθνικού Θεάτρου. Είναι ραδιοφωνική παραγωγός στο StreetRadio.gr καθώς και γράφει συνεντεύξεις στο Refeel.gr, στην Καρφίτσα (Μουσικό ένθετο μαζί με την εφημερίδα Αυγή) και στο GreekPlayProject.gr.


ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: ΜΑΙΡΗ ΓΚΙΩΝΗ – ΛΑΡΕΝΤΖΑΚΗ


«ΠΑΛΜΟΣ»: Γεννηθήκατε στο Κρανίδι Αργολίδος. Ποιές εικόνες κρατήσατε από τον τόπο σας;

ΤΑΤΟΥ ΔΕΔΕ: Το Κρανίδι είναι ένα πανέμορφο μέρος και πολύ γραφικό. Μου έχουν μείνει πολύ έντονες οι εικόνες των παλιών αρχοντικών, όλα πετρόχτιστα, με τα τζάκια τους και τις όμορφες αυλές. Ακόμα, η κεντρική πλατεία, οι διαδρομές μέσα στα στενά δρομάκια – κυρίως στο κάτω Κρανίδι – οι σχολικές εκδρομές στον λόφο της Αγίας Άννας, η Ανάσταση στην εκκλησία του Χριστού, τα αμέτρητα απογεύματα, ως παιδιά, παίζοντας μπάσκετ στο Δημοτικό Σχολείο και χαζολογώντας, και φυσικά, το σπίτι μου. Ένα αναπαλαιωμένο – από τους αρχιτέκτονες Βικτωρία Παπαδοπούλου και Νίκο Σηφιανό – καπετανέικο αρχοντικό, στο κέντρο του Κρανιδίου, στο οποίο μεγάλωσα μέχρι και τα 18 μου χρόνια.

«Π»: Σε ποιο περιβάλλον ανατραφήκατε;

Τ.Δ.: Το περιβάλλον που ανατράφηκα ήταν μεικτό. Και το λέω αυτό, γιατί από την μία μεγάλωσα στην επαρχία, όπου υπήρχε μεγαλύτερη ξεγνοιασιά αλλά οι επιλογές ήταν περιορισμένες, και από την άλλη η οικογένειά μου ήταν πολύ μορφωμένη και με μεγάλη αγάπη στον πολιτισμό (μουσική, κινηματογράφος, βιβλία κλπ) πράγμα που μου έδινε γνώσεις και όνειρα, για να οργανώσω καλύτερα το μέλλον μου.
Τα παιδικά μου χρόνια ήταν αρκετά καλλιτεχνικά, δημιουργικά αλλά και με πολύ παιχνίδι. Ξεκίνησα πιάνο από 6 χρονών, ενώ παράλληλα, μεγαλώνοντας, έκανα και χορό. Η ζωή στην επαρχία, βέβαια, μας έδινε και την δυνατότητα για πολύ παιχνίδι, στις πλατείες, στις αυλές, με τους γείτονες, τους φίλους. Υπήρχε μια μεγαλύτερη ξεγνοιασιά, δεν υπήρχε φόβος, και μπορούσαμε να μένουμε έξω μέχρι αργά. Μέχρι να μας φωνάξει η μάνα μας να γυρίσουμε στο σπίτι. Κάτι, που δυστυχώς, λείπει πια από τις πόλεις… Μεγάλωσα, λοιπόν, με έναν συνδυασμό πειθαρχίας και ανεμελιάς. Το ευτύχημα ήταν, επίσης, ότι πολύ κοντά στο Κρανίδι, βρίσκεται το Πόρτο-Χέλι, το οποίο είναι παραθαλάσσιο. Έτσι, όλα μας τα καλοκαίρια ήταν γεμάτα θάλασσα, βόλτες, ακόμα και ψάρεμα!! Παράλληλα, λοιπόν, με αυτή την ζωή, που φαίνεται σήμερα παραμυθένια, εκτός από το σχολείο, σπούδαζα πιάνο, έκανα χορό και ονειρευόμουν την ημέρα που θα ενηλικιωνόμουν για να φύγω στην «μεγάλη» πόλη να σπουδάσω!

«Π»: Μουσικός, χορεύτρια, ηθοποιός, τρεις ιδιότητες συνθέτουν την προσωπικότητα σας. Εσείς τι άνθρωπος είστε;

Τ.Δ.: Το τι άνθρωπος είμαι, μου είναι δύσκολο να το απαντήσω. Θα το αφήσω στους άλλους… Θα σας πω όμως πώς νιώθω και πώς προσπαθώ να βλέπω τον κόσμο γύρω μου. Οι τρεις αυτές ιδιότητες, ήρθαν στον δρόμο μου σταδιακά. Άρχισα ως πιανίστα, συνέχισα στον χορό και τελευταίο ήρθε το θέατρο. Εκεί ολοκληρώθηκα, πιστεύω, σαν άνθρωπος αλλά και σαν καλλιτέχνης (αν μπορώ να χρησιμοποιήσω αυτό τον όρο). Για εμένα η πορεία μας στην ζωή, είναι σημαντικό να γίνεται, κατά βάση, με το ένστικτο μας και μετά με την λογική. Το συναίσθημα πρέπει να έρχεται τελευταίο. Πιστεύω πολύ στο συναίσθημα αλλά έμαθα με τον καιρό να το εκφράζω σε πολύ κοντινούς ανθρώπους και, βέβαια, στην δουλειά μου. Το ένστικτο από την άλλη, για εμένα, είναι ο βαθύτερός μας εαυτός. Αυτό το μικρό ανθρωπάκι μέσα μας, που μας λέει τι είναι καλό, τι κακό και πού να προσέχουμε. Εγώ πιστεύω πολύ σε αυτό το ανθρωπάκι και το ακούω. Θεωρώ ότι δεν υπάρχει καλύτερος σύμβουλος από εμάς τους ίδιους και πιστεύω ότι όσο δυναμώνουμε τον εαυτό μας, δυναμώνουμε και τις σχέσεις μας με το περιβάλλον που ζούμε. Και εκεί έρχεται και η λογική. Η οποία μας οδηγεί, μας συγκεντρώνει και μας προσγειώνει για να μην πετάμε στα σύννεφα για πολύ. Κάτι που συμβαίνει συχνά στην δική μας δουλειά… Έτσι, με το ένστικτό μου παρέα, την λογική ως σύμβουλο και το συναίσθημα για τους λίγους… πορεύομαι, δουλεύω σκληρά και δημιουργώ σε έναν κόσμο που δεν είναι στρωμένος με ροδοπέταλα…

«Π»: Όνειρό σας;

Τ.Δ.: Όνειρό μου είναι να έχω υγεία και να είμαι ευτυχισμένη. Νομίζω ότι μέσα σε αυτά τα δύο συμπεριλαμβάνονται όλες οι επιθυμίες μου, τόσο στην ζωή, όσο και στην δουλειά μου.

 
«Π»: Τι αποκομήσατε από την συνεργασία σας με τον σκηνοθέτη Μανώλη Ιωνά;

Τ.Δ.: Η συνεργασία μου με τον Μανώλη κράτησε 4 χρόνια. Ήταν μια μεγάλη εμπειρία για εμένα. Σκληρή, όμορφη, δυνατή, δύσκολη αλλά και με πολλές θετικές απολαβές. Ο Μανώλης Ιωνάς είναι ο λόγος που ασχολήθηκα με το θέατρο. Εκείνος με είδε, με εκτίμησε, και με «έσπρωξε» να ασχοληθώ με αυτό. Μου έδωσε πάρα πολλά, μοιραστήκαμε πάρα πολλά, με έμαθε να είμαι πειθαρχημένη, δυνατή, ευέλικτη, αλλά και να καταλάβω ότι το θέατρο, και γενικά η τέχνη, είναι σχέσεις. Σχέσεις που περνάνε από όλα τα στάδια. Της αγάπης, του μίσους, της φιλίας, της έχθρας, της λατρείας, της απαξίωσης. Όπως ακριβώς και στην ζωή. Η τέχνη για εμένα είναι ζωή. Αυτό που κάνουμε, δεν είναι, παρά μια ακόμη δουλειά όπως όλες οι άλλες. Μπορεί να έχει αρκετή δημοσιότητα, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έχει δουλειά. Εργατοώρες δηλαδή… Είμαι ευγνώμων για την συνεργασία μου με τον Μανώλη. Για τις τρείς παραγωγές που κάναμε μαζί, από τις οποίες, μάλιστα, η μία, «Η επιστροφή της Ιφιγένειας» του Γιάννη Ρίτσου,  έφτασε μέχρι  την Νέα Υόρκη (United Solo Theatre Festival 2014) αλλά και σε άλλα φεστιβάλ. Οι δρόμοι μας, πια, έχουν, με έναν τρόπο, χωρίσει, αλλά πάντα θα είναι ένας μέντορας, για εμένα, δάσκαλος και φίλος. Τον ευχαριστώ πολύ.

«Π»: Ως performer, στις παραστάσεις σας, τι προσθέσατε στο υποκριτικό σας ταλέντο;

Τ.Δ.: Για υποκριτικό ταλέντο δεν ξέρω. Ξέρω όμως για δουλειά. Από την πρώτη μου εμφάνιση, ως περφόρμερ –  ηθοποιός, το μόνο που προσθέτω είναι πείρα. Κάθε λάθος, κάθε αποτυχία, κάθε νίκη, κάθε επιτυχία γίνονται εμπειρία που προστίθεται στην βαλίτσα μου. Πιστεύω ότι έχω μια βαλίτσα που βάζω μέσα πράγματα και γεμίζει, όσο περνάει ο καιρός και περισσότερο. Για πάντα. Δεν σταματάει ποτέ. Όπως δεν σταματάει και η ζωή. Συνέχεια μαθαίνουμε, συνέχεια εξελισσόμαστε και συνέχεια γινόμαστε καλύτεροι. Όλα, λοιπόν, αλληλοσυνδέονται. Η performer δίνει στην ηθοποιό, η ηθοποιός στην μουσικό και πάει λέγοντας. Το μόνο που μένει σταθερός άξονας είναι η δουλειά. Δουλειά δουλειά δουλειά, που είχε πει και κάποτε ο Roberto Benigni…

«Π»: Ποιό είδος θεάτρου αγαπάτε και σας ταιριάζει;

Τ.Δ.: Αγαπώ το σύγχρονο θέατρο και μου ταιριάζει. Μου αρέσει να συμβαδίζω με την εποχή μου. Να βλέπω στο τώρα αλλά και στο μετά. Σε αυτό που έπεται. Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει ότι δεν εκτιμώ το παρελθόν. Είμαι λάτρης του αρχαίου δράματος, των μεγάλων θεατρικών συγγραφέων, αλλά και της παλιάς τέχνης του θεάτρου. Είναι η βάση μας. Εκεί γυρίζουμε, εκεί αναφερόμαστε, από εκεί παίρνουμε και ανασυνθέτουμε. Όποιος θεωρεί ότι ξεκινάει από το μηδέν, νομίζω, ότι πλανάται… Όπως μου είχε πεί και κάποιος παλιότερα, είμαστε όλοι σε ένα μεγάλο καζάνι και γυρίζουμε. Πότε έρχεται στην επιφάνεια το ένα, πότε το άλλο και πότε εμείς. Είναι κύκλοι η ζωή.

«Π»: Εχει μέλλον στην Ελλάδα σήμερα ο πιανίστας;

Τ.Δ.: Ο πιανίστας στην Ελλάδα, δυστυχώς, δεν είχε ποτέ καριέρα κατ’ εμέ. Ακόμα και τα «χρυσά» χρόνια, την εποχή  του Δημήτρη Σγούρου, η καριέρα του χτίστηκε κατά βάση στο εξωτερικό. Αυτή την στιγμή, με την κρίση στην Ελλάδα, και ένα Μέγαρο Αθηνών που δυσκολεύεται να επιβιώσει, ο πιανίστας δεν έχει μέλλον και κατ’ επέκταση, καριέρα. Υπάρχουν φίλοι, συμφοιτητές από το πανεπιστήμιο (Τμήμα Μουσικής Επιστήμης και Τέχνης του Πα.Μακ.), πολύ αξιόλογοι, οι οποίοι κάνουν συναυλίες, αλλά  δεν γίνονται γνωστές στο ευρύ κοινό. Η κουλτούρα της κλασικής μουσικής, δυστυχώς στην Ελλάδα, φθίνει. Τα παιδιά που θέλουν πραγματικά να ασχοληθούν με το κλασικό πιάνο και κυρίως να κάνουν καριέρα σε αυτό, θα χρειαστεί να φύγουν στο εξωτερικό. Στην Ελλάδα του σήμερα, οι μόνες δουλειές για πιανίστες είναι η συνοδείες κλασικού τραγουδιού, λαϊκού τραγουδιού και φυσικά, δάσκαλοι. Όχι ότι υποτιμώ τις δουλειές αυτές, αλλά δεν έχουν να κάνουν με την καριέρα ενός πιανίστα. Αυτό χρειάζεται χρόνο για ώρες μελέτης, πειθαρχία και καλές οικονομικές απολαβές.

«Π»: Από την ιδέα σας «Anti gone», τον μύθο της Αντιγόνης, προέκυψε η συνεργασία σας με την video artist programmer Melanie Thewlis. Ποια η εξέλιξη αυτής της συνεργασίας;

Τ.Δ.: Με την Melanie γνωριστήκαμε στο «Schmiede» στο Hallein της Αυστρίας. Ένα playground ιδεών όπου μαζεύονται καλλιτέχνες και video programmers από όλο τον κόσμο και για δέκα μέρες γνωρίζονται, ανταλλάσουν ιδέες, συνεργάζονται, και παρακολουθούν ποικίλα workshops. Εκεί, λοιπόν, είχα πάει με την ιδέα της Anti gone και μιλώντας με την Melanie αποφασίσαμε να το κάνουμε παρέα. Μέσα στις δέκα μέρες αυτές στήσαμε όλη την ιδέα, η Melanie ανέλαβε να μαζέψει την δημιουργική ομάδα, και καταφέραμε, σε πέντε μέρες, να δημιουργήσουμε το πρώτο πεντάλεπτο της Anti gone. Από τότε βέβαια, η ιδέα εξελίχθηκε, άλλαξε, ξαναστήθηκε, αλλά η σχέση μας παρέμεινε ακέραιη. Η Melanie, αν και ζει στο Βερολίνο, συνέχισε να είναι δίπλα μου σε όλη αυτή την πορεία, παρ’ όλο που πέρασαν δύο χρόνια στην προσπάθειά μου να κάνω αυτή την ιδέα, παράσταση. Είναι, λοιπόν, πια, μία από τις βασικές συνεργάτιδες αυτού του project, αλλά και μια σημαντική φίλη. Είναι φοβερά οργανωτική, συνεργατική και με υπέροχες ιδέες όσον αφορά το video art και video mapping. Ερευνά και εξελίσσεται συνέχεια και αυτό αποδεικνύεται, μιας και φέτος, επέλεξε να είναι και η σκηνογράφος της παράστασης.

 
«Π»: Περιγράψτε μας με την ματιά της performer «Anti gone» την σύγχρονη Ελληνίδα;

Τ.Δ.: Η σύγχρονη Ελληνίδα έχει χάσει την ταυτότητά της. Δεν ξέρει ποια είναι. Είναι η νοικοκυρά που ήταν παλιότερα; Είναι η φουλ μακιγιαρισμένη, ντυμένη στην πένα, γυναίκα; Είναι μάνα; Είναι σέξι σύμβολο; Είναι νέα; Είναι μεγάλη σε ηλικία; Δεν ξέρει… Το μόνο που ξέρει είναι ότι παλεύει. Παλεύει εδώ. Στην Ελλάδα. Παλεύει να επιβιώσει, να εκτιμηθεί, να γοητεύσει, να αποκτήσει δύναμη. Δεν φεύγει. Αν και το θέλει με όλο της το είναι. Μένει. Τι θα βρεί στην πορεία αυτής της διαδρομής; Αυτό προσπαθώ να ανακαλύψω μέσα από αυτή την παράσταση. Εξερευνώντας την ταυτότητά της, που θα καταλήξει; Ελάτε να το ψάξουμε μαζί…

«Π»: Πολίτης όλου του κόσμου;

Τ.Δ.: Ναι. Και το λέω με απόλυτη βεβαιότητα. Όλοι είμαστε πολίτες του κόσμου. Η επικοινωνία μέσα από το ίντερνετ και τα μέσα έχει γίνει τόσο άμεση που μπορείς να είσαι σε όποιο μέρος του κόσμου θέλεις χωρίς καν να φύγεις από το σπίτι σου. Είναι κρίμα, λοιπόν, αυτό να μην το ζούμε. Να μας πιάνει η κλεισούρα μας, η μιζέρια μας, και να μην βλέπουμε γύρω. Είμαστε όλοι άνθρωποι του κόσμου και έχουμε να μάθουμε πολλά ό ένας από τον άλλον. Για εμένα αυτό είναι μεγάλη τύχη. Και σκοπεύω να μην την χαραμίσω.

«Π»: Τι αγαπάτε;

Τ.Δ.: Αγαπάω τον εαυτό μου. Και ας ακουστεί αυτό εγωιστικό, όπως, ίσως, πουν κάποιοι. Έτσι, μπορώ και αγαπώ την οικογένειά μου, την σκύλα μου, τους φίλους μου, τα παιδιά των φίλων μου, τους συνεργάτες μου και την ζωή. Είμαι ανοιχτή προς τον εαυτό μου, για να μπορώ να είμαι και προς τους άλλους.

«Π»: Μνήμη;

Τ.Δ.: Ο πατέρας μου. Για πάντα. Τον έχασα νέο, και ζει πια στην μνήμη μου. Είναι κομμάτι μου.

«Π»: Έρωτας;

Τ.Δ.: Ο έρωτας με έχει ξεχάσει λιγάκι αυτό τον καιρό…(γέλιο) Δεν στεναχωριέμαι όμως. Ξέρω ότι θα τον ξαναπετύχω κάπου. Προς το παρόν, τον χαίρομαι, όταν τον βλέπω στους άλλους. Φίλους, συγγενείς αλλά και άγνωστους. Ο έρωτας είναι μαγικό πράγμα. Όπως έχει πεί και ο Ντίνος Χριστιανόπουλος στο ποίημά του «Η θάλασσα»: Η θάλασσα είναι σαν έρωτα: χίλιοι τη χαίρονται, ένας την πληρώνει.

«Π»: Παρελθόν;

Τ.Δ.: Το παρελθόν με συνοδεύει. Με κάνει δυνατότερη, μου δίνει εμπειρίες, μνήμες, και χαίρομαι που το έχω. Γιατί, έτσι, έχω απόδειξη ότι ζω. Ότι απολαμβάνω τις στιγμές, και ότι έχω περιθώρια διορθώσεων. Αναπολώ, επεξεργάζομαι και προχωράω. Με σκοπό να δημιουργήσω περισσότερο (παρελθόν).

«Π»: Πού θα δούμε την «Anti gone»;

Τ.Δ.: Την «Anti gone» θα την δείτε στο θέατρο Αμαλία, Αμαλίας 71, στην Θεσσαλονίκη. Στις 16,17,18, Φεβρουαρίου στις 21:00 και στις 19 Φεβρουαρίου στις 19:00. Μπορείτε να προμηθευτείτε τα εισιτήρια σας από τώρα στο www.viva.gr. Σας περιμένουμε με χαρά!! Για τα επόμενα ταξίδια της, θα ενημερωθείτε εγκαίρως!!

«Π»: Οι νέοι μπορούν να βρούν τον δρόμο τους στην σημερινή πραγματικότητα;

Τ.Δ.: Μπορούν. Αλλά δεν ξέρω αν χρειάζεται να υποστούν όλη αυτή την δυσκολία. Η δική μου πρόταση είναι, όσο το δυνατόν νωρίτερα, να πάνε εκεί που τα πράγματα θα τους είναι, όχι εύκολα ακριβώς, αλλά δυνατά. Να μπορούν, δηλαδή, να φτάσουν στον στόχο τους, ναι μεν με εμπόδια, αλλά όχι με «χαράδρες». Γιατί οι «χαράδρες» δημιουργούν κούραση, χάνεται πολύτιμος χρόνος, και ίσως, για την νέα μας γενιά, που είναι το ίδιο και ίσως περισσότερο λαμπρή από του εξωτερικού, δεν αξίζει τον κόπο. Δεν ξέρω αν αυτό είναι το εξωτερικό, το σπίτι τους στο χωριό, η αλλαγή πορείας. Ότι και αν είναι όμως, να το κάνουν. Τώρα. Όχι αύριο, όχι αργότερα. Τώρα, που έχουν ακόμα χρόνο.

«Π»: Ποια τα σχέδιά σας;

Τ.Δ.: Τα μελλοντικά μου σχέδια είναι να μπορέσω να συνεχίσω αυτό που μου αρέσει, με όποιο τρόπο, και σε όποιον τόπο. Η «anti gone» μας, και λέω «μας», γιατί δουλεύουν για αυτήν ακόμα 7 εξαιρετικοί καλλιτέχνες – Ροδούλα Γκουλιαμπέρη, Ελίζα Αλεξανδροπούλου, Αναστασία Τζέλλου, Μηνάς Εμμανουήλ, Αθηνά Κυριακάκου,Melanie Thewlis και Γιάννης – να ταξιδέψει και έξω από την χώρα. Και, βέβαια, να έρθουν στο μυαλό μου νέες ιδέες, να γνωρίσω νέους ανθρώπους και νέα πράγματα.
Στο σημείο αυτό θέλω να ευχαριστήσω και την Brooke Didonato, αυτή την υπέροχη φωτογράφο από την Νέα Υόρκη, που μας έδωσε την φωτογραφία της για την αφίσα της παράστασης.

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Πήγαινε στην κορυφή