ΝΙΚΟΣ ΤΑΓΚΑΣ, Ερμηνευτής – Μουσικός «Η μουσική είναι μικρόβιο από τα καλά, που δεν θεραπεύεται»

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ - ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
ΝΙΚΟΣ ΤΑΓΚΑΣ, Ερμηνευτής – Μουσικός «Η μουσική είναι μικρόβιο από τα καλά, που δεν θεραπεύεται»

«Ήμουν δεν ήμουν πέντε – έξι χρονών, θυμάμαι, όταν στο πανηγύρι του χωριού μου στην Αγία Άννα Ευβοίας, είχα βρει κάτι τενεκεδάκια και κάτι ξυλάκια και με αυτά, πήγα δίπλα στην δημοτική ορχήστρα που παίζανε στην πλατεία και τα κοπανούσα ρυθμικά, τάχα μου σαν ντραμς. Δεν ξέφευγα από το ρυθμό, παρ’ όλα αυτά οι μουσικοί με αποπαίρνανε γιατί προκαλούσα θόρυβο και τους ενοχλούσα στο παίξιμό τους. Αργότερα μετά από 3-4 χρόνια ένας θείος μου λαουτιέρης και τραγουδιστής, ο μπάρμπα Τάσος, μου αγόρασε μια πλαστική κιθάρα από το παζάρι και μου έδειξε την “Σαμιώτισσα” στις νάϋλον χορδές της. Αυτό ήταν. Το μικρόβιο ανακαλήφθηκε. Στις δυο τελευταίες τάξεις του Δημοτικού ήμουν ο βασικός τυμπανιστής στις παρελάσεις. Έχει αυτί ο Νικολάκης, έλεγε ο δάσκαλος. Στην Αθήνα βρέθηκα 12 χρονών και μετά από πολλά παρακαλετά και οικονομίες,  μου αγόρασαν οι γονείς μου μια κιθάρα από τον “Νάκα”.» Έτσι μάς συστήνεται ο Νίκος Τάγκας, ο Γαλατσιώτης ερμηνευτής και μουσικός.

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: ΜΑΙΡΗ ΓΚΙΩΝΗ – ΛΑΡΕΝΤΖΑΚΗ

Aκολούθησαν περιστασιακά ωδεία και αυτοδίδακτη μελέτη μέχρι που τελείωσε το Λύκειο. Η πρώτη του δημόσια εμφάνιση ήταν με ένα ροκ συγκρότημα όταν πήγαινε Λύκειο, στο Παλαί ντε Σπορ της Γλυφάδας ως Support Grup σε συναυλία του Παύλου Σιδηρόπουλου. Σε αυτή την περίοδο ανακάλυψε και ασχολήθηκε μουσικά με το ρεμπέτικο και λαϊκό τραγούδι. Τα ακούσματα που είχε από μικρός στα πανηγύρια λειτούργησαν. Αργότερα δούλεψε σε διάφορα ταβερνάκια εδώ κι εκεί, παράλληλα με την πρωϊνή δουλειά.
Σταθμός ήταν η συνεργασία του στην Αστροφεγγιά στα Πατήσια, όπου άρχισε να εμβαθύνει τις γνώσεις του στο Λαϊκό και ρεμπέτικο τραγούδι. Παράλληλα άρχισε και σπουδές στο Εθνικό Ωδείο.
Από τις συνεργασίες που τον χάραξαν στην μουσική ήταν με τον Ρεμπέτη και δάσκαλό του Νικόλα Περγιάλη, τον Στέφανο Κιουπρούλη ή Χονδρονάκο, με «Τα Παιδιά από την Πάτρα», με την Κατερίνα Σκορδαλάκη, την Έλενα Γιαννακάκη, την Νάντια Καραγιάνη, τον μεγάλο λαϊκό τραγουδιστή Γιάννη Ντουνιά, η μακρόχρονη συνεργασία με τον μεγάλο συνθέτη και τραγουδιστή Αντώνη Ρεπάνη κ.α. Δεν έλειψαν οι συνεργασίες και με δημοτικούς καλλιτέχνες όπως η Σοφία Κολητήρη, η Τασία Βέρα, Παναγιώτη Λάλεζα, Αντώνη Κυρίτση,1 Έφη Θώδη, Αγάθη κλπ σε καλοκαιρινές περιοδίες στα πανηγύρια και συναυλίες σε όλη την Ελλάδα.
Με όλους αυτούς και άλλους, συναντήθηκε σε σημαντικές λαϊκές σκηνές και πάλκα της Αθήνας όπως Αστροφεγγιά, Διαδρομές, Καραβάνι, Κιβωτός, κ.α. Φέτος εμφανίζεται στην«Μποέμισσα» με την Θεοδοσία Στίγκα.
Στο ενεργητικό του και τέσσερις μουσικές συνθέσεις σε αντίστοιχα θεατρικά έργα. Επίσης και μερικά τραγούδια σε σύνθεση και εκτέλεση δική του εκτός των άλλων, υπάρχουν σε πέντε CD που έχουν κυκλοφορήσει τα τελευταία δέκα χρόνια.
Είκοσι πέντε χρόνια ως κάτοικος Γαλατσίου δεν θα μπορούσε να απέχω από τα κοινά και ως εκ τούτου είναι και μέλος του Δ.Σ. του φορέα «Δράση για την κοινωνία, τον πολιτισμό και την ποιότητα ζωής», όπου συμμετέχει στις πολυποίκιλες δραστηριότητες της στα πολιτιστικά δρώμενα.


«ΠΑΛΜΟΣ»: Πώς ήταν η πρώτη σας επαφή με την κιθάρα;

Ν.Τ.: Η πρώτη μου επαφή, ήταν με κιθάρα – παιχνίδι. Ένας θείος μου, ο μπάρμπα Τάσος, παλιός λαουτιέρης και δημοτικός τραγουδιστής, είχε έρθει στην Αγιάννα την περίοδο που είχε εμποροπανήγυρη. Του ζήτησα να μου πάρει μια πλαστική κιθάρα από τα παιχνίδια, όταν με ρώτησε τι δώρο ήθελα. Αυτός περίμενε, όπως τα άλλα παιδιά να ζήταγα κάποιο φορτηγό ή μπουλντόζα. Μέσα σε ένα απόγευμα μου έμαθε να παίζω στην ψευτοκιθάρα την «Σαμιώτισσα» και «Ένα νερό κυρα Βαγγελιώ».

«Π»: Γιατρεύεται ποτέ το μικρόβιο, όπως το αποκαλείτε εσείς, της μουσικής;

Ν.Τ.: Νομίζω ότι οποιανού του έρθει ο «ντουβρουτζάς» με την μουσική δεν έχει καμιά ελπίδα να γιατρευτεί. Η μουσική σε ακολουθάει σε όλη σου την ζωή. Είναι μικρόβιο από τα καλά που δεν θεραπεύεται! Όλα τα βλέπεις «μουσικά», τον έρωτα, την ζωή, την στεναχώρια, την δουλειά, την οικογένεια…

«Π»: Πιστεύετε στην έννοια του ταλέντου;

Ν.Τ.: Όπως πιστεύω σε κάθε είδους δεξιότητα! Δεν υπάρχει περίπτωση ότι αν δεν έχεις ταλέντο, πολύ δύσκολα θα μπορέσεις να ανταπεξέλθεις στις απαιτήσεις που έχει η μουσική, ανεξαρτήτως πόσο καλός θα γίνεις, ανάλογα με την καλλιέργειά του. Είτε είσαι αυτοδίδακτος είτε έχεις μουσικές σπουδές, το ταλέντο είναι αυτό που σε οδηγεί να ασχοληθείς. Οπωσδήποτε και ανάλογα με τις δυνατότητες που έχεις,  οι μουσικές σπουδές συμπληρώνουν την δεξιότητα και αυξάνουν τις δυνατότητες σου να κατανοήσεις εις βάθος την μουσική. Πολύς κόσμος πιστεύει ότι είναι εύκολο και απλό πράγμα η μουσική και αυτό το βλέπουμε σε διάφορους που πιστεύουν ότι «έχουν φωνή» και με την πρώτη ευκαιρία πιάνουν ένα μικρόφωνο και νομίζουν ότι τραγουδάνε! Η μουσική είναι όπως τα μαθηματικά! Αν δεν βάλεις τους σωστούς αριθμούς η εξίσωση «δεν βγαίνει».

«Π»: Κάνατε σε νεαρή ηλικία Support ως μέλος ρόκ συγκροτήματος σε συναυλία του Παύλου Σιδηρόπουλου. Μοιραστείτε μαζί μας αυτή τη μοναδική σας εμπειρία.

Ν.Τ.: Τότε ήμουν μαθητής λυκείου στην Αργυρούπολη όπου μέναμε. Δεν είχα ιδέα για το πόσο σημαντικός, ιδιαίτερος και με πόσο εύρος καλλιτέχνης ήταν ο Π. Σιδηρόπουλος. Αργότερα τα ανακάλυψα όλα αυτά. Τότε λέγαμε ότι ο Παύλος ήταν απλώς ένας σταρ της ελληνικής ροκ σκηνής. Είχαμε μια μπάντα 5 ατόμων και προσπαθούσαμε να παίζουμε ροκ τραγούδια της εποχής και σκαρώναμε και κάτι δικά μας με ελληνικό στίχο, ο οποίος είχε αναφορές στις εφηβικές μας αναζητήσεις ως προς ποια κοινωνία θέλουμε, τι μας ενοχλεί, ποιος κλπ. Τα παιδιά του Τεχνικού Λυκείου Γλυφάδας για να μαζέψουν λεφτά για την 5ημερη, διοργάνωσαν αυτή την συναυλία στο Παλέ ντε Σπορ Γλυφάδας και εμείς θα παίζαμε ως Support group πριν την μπάντα του Παύλου. Μας είχε πιάσει τρέμουλο και κρύος ιδρώτας από την αγωνία αν θα τα καταφέρναμε. Φυσικά η απειρία μας φάνηκε και λάθη κάναμε και φάλτσα, αλλά στο τέλος μας ξάφνιασε το «μπράβο» και τα φιλικά χτυπήματα από τα μέλη της μπάντας του Παύλου, ότι αν συνεχίζαμε θα γινόμασταν καλοί. Φοβερή εμπειρία, με ακολουθεί και το θυμάμαι πάντα με συγκίνηση.

«Π»: Τι αποκομίσατε από την συνεργασία σας στην Αστροφεγγια;

Ν.Τ.: ‘Ημουν στα 23 μου όταν γνώρισα τους δυο «Κωστήδες» που ξεκινούσαν τη λειτουργία της «Αστροφεγγιάς» στα Πατήσια. Μετά από διάφορες περιπλανήσεις σε ταβερνάκια και «ψήσιμο» με τα λαϊκά και ρεμπέτικα, ξεκίνησα να δουλεύω για 3 σεζόν στην Αστροφεγγιά. Εκεί συνεργάστηκα με έμπειρους μουσικούς και τραγουδιστές όπου για μένα αυτό στάθηκε μεγάλο σχολείο για την παραπέρα εξέλιξη μου. Η φιλία που δημιουργήθηκε με τα παιδιά της Αστροφεγγιάς για μένα ήταν σημαντική, γιατί εκτός ότι μου έδωσαν βήμα για να εκφράζομαι καλλιτεχνικά, εκεί  ανέπτυξα και τις δεξιότητες μου στο τραγούδι και στην κιθάρα. Ήταν πολύ σημαντικός σταθμός για την πορεία μου.

«Π»: Έχετε σημαντικότατες συνεργασίες. Ποια ξεχωρίσατε;

Ν.Τ.: Θεωρώ ως σταθμό από τις συνεργασίες που είχα τον μεγάλο μας συνθέτη και τραγουδιστή Αντώνη Ρεπάνη. Συνεργάστηκα μαζί του στο κέντρο Αστροφεγγιά όπου επέστρεψα μετά από αρκετά χρόνια, τις χρονιές από τι 2011 ως το 2013. Αυτά τα τρία χρόνια κοντά του έμαθα πολλά πράγματα, πιστεύω έγινα και καλύτερος και βλέπω πλέον με άλλο μάτι τις μουσικές φόρμες και τα γυρίσματα στη φωνή, δηλ πώς να τα φτιασιδώνω, πότε να γίνομαι δωρικός και πότε λυρικός, ανάλογα με το συναίσθημα που βγάζει το κάθε τραγούδι. Επίσης δεν θέλω να ξεχάσω τον τελευταίο ρεμπέτη Νικόλα Περγιάλη, όπου κι αυτός μου δίδαξε πολλά. Ένας άλλος σταθμός ήταν και η 3χρονη συνεργασία μου με τα «Παιδιά από την Πάτρα» στις Διαδρομές.

«Π»: Φέτος εμφανίζεστε στην Μποέμισσα, με την Θεοδοσία Στίγκα. Μιλείστε μας γι’ αυτήν την συνεργασία.

Ν.Τ.: Η Μποέμισσα είναι ένα ιστορικό μαγαζί, που έχει διαδραματίσει σημαντικό ρόλο σχεδόν 4 δεκαετίες στα μουσικά δρώμενα της Αθήνας, στο λαϊκό και ρεμπέτικο τραγούδι, τόσο στα Εξάρχεια που στεγαζόταν παλιά όσο και στην Πειραιώς στον Κεραμικό που είναι τώρα. Η Θεοδοσία Στίγκα, είναι πιστεύω, από τις λίγες γνήσιες λαϊκές τραγουδίστριες που έχουμε στην Ελλάδα. Φέτος εμφανιζόμαστε μαζί στην Μποέμισσα. Την θαυμάζω γιατί με άνεση και επιδεξιότητα μπορεί να τραγουδήσει τόσο ένα λαϊκό τραγούδι η ένα ρεμπέτικο αλλά και ένα δημοτικό και να σε αφήσει με το στόμα ανοιχτό με την ερμηνεία της. Επίσης εμφανίζεται μαζί μας και ένα δεινός λαϊκός ερμηνευτής, ο Δημήτρης Λεμπέσης, για τον οποίο πιστεύω αν και δεν είναι ευρέως γνωστός, του άξιζε να είναι! Οι εποχές που διανύουμε είναι δύσκολες για όλους και δεν εξαιρούμαστε οι καλλιτέχνες. Η διαχρονική δυναμική που έχει η Μποέμισσα αλλά και το σχήμα, δημιουργεί μια σοβαρή πρόταση διασκέδασης, που είναι αποδεκτή από τον κόσμο και ιδιαίτερα από τους νέους. Αυτό μας κάνει περισσότερο αισιόδοξους αφού ανταμείβουμε τον κόσμο με την προσπάθεια μας να περάσει καλά, οπότε ανταμειβόμαστε κι εμείς για να επιβιώσουμε με αξιοπρέπεια.

«Π»: Γράψατε μουσική για τέσσερα θεατρικά έργα. Ποια ήταν η αντίδραση του κοινού;

Ν.Τ.: Ξέρεις, στο θέατρο η μουσική έρχεται και κολλάει πάνω στο σενάριο σε διάφορες πτυχές του έργου. Η αντίδραση του κοινού είναι νομίζω πάντα συνολική για όλο το έργο. Οπότε δεν έχω κάποια εκτίμηση πως είδε (άκουσε) το κοινό την μουσική στα έργα στα οποία έντυσα με την μουσική μου. Αντιδράσεις είχα από τους συντελεστές των έργων, σκηνοθέτες, ηθοποιοί, σεναριογράφοι. Θεωρώ ότι ανταποκρίθηκα στις προσδοκίες τους αφού απέσπασα πολύ θετικά σχόλια. Και αυτό το πέτυχα γιατί μάλλον η μουσική που έγραψα ταίριαζε στο σενάριο και στα κείμενα και «έδενε» με το όλο έργο.

«Π»: Κυκλοφορούν στο Youtube σε σύνθεση και εκτέλεση δική σας πέντε CD.

Ν.Τ.: Καταρχήν δεν είναι όλα τα τραγούδια δικές μου συνθέσεις. Κάποια από αυτά σε κάποια CD είναι. Είναι CD που κυρίως τραγουδάω και έχω ενορχηστρώσει και έχω κάνει την  μουσική επιμέλεια. Το πρώτο διπλό CD είναι με αποκριάτικα βωμολοχικά τραγούδια του τόπου μου. Ο Τίτλος είναι «Αποκριάτικα τραγούδια της Αγιάννας». Κυκλοφόρησε από την Next Records. Το δεύτερο διπλό CD έχει τίτλο «Στου χορού τα κέφια», με περιεχόμενο παλιά λαϊκά κλασσικά χορευτικά τραγούδια σε επανεκτέλεση με πιο φρέσκια ενορχήστρωση. Εδώ υπάρχουν και 4 τραγούδια δικής μου σύνθεσης. Ανεξάρτητη παραγωγή.
Το τρίτο CD έχει τίτλο «Κατά παντός υπευθύνου» με 16 τραγούδια σε στίχους και μουσική του Τάσου Θωμαΐδη και Βασίλη Μαντόγλου και ερμηνεύω 4 τραγούδια. Συμμετέχουν ο Αγάθωνας Ιακωβίδης και η Κατερίνα Τσιρίδου. Από την 3D STUDIO. Tο τέταρτο CD έχει τίτλο «Αστροφεγγιά Live» όπου συμμετέχω με 6 τραγούδια με τους Αντώνη Ρεπάνη, Κατερίνα Σκορδαλάκη και Ιωάννα Χριστοπούλου. Από την Next Records. Το πέμπτο CD έχει τίτλο «Σε ρυθμούς Λαϊκούς». Είναι μια συλλογή της DigitalVoices όπου συμμετέχω με τρία τραγούδια. Δύο τραγούδια κυκλοφορούν μαζί με βιβλία ποιητικής συλλογής της Στέλλας Πετρίδου και είναι ο «Αποχωρισμός» με το ομώνυμο τραγούδι και η «Προσφυγιά» με το τραγούδι «Στην γη την ξένη», τα οποία έχουν βραβευθεί. Από τις εκδόσεις «ΑΛΦΑ-ΠΙ». Το έκτο CD μόλις κυκλοφόρησε, έχει τίτλο «Θάλλασα και Ουρανός» με 10 τραγούδια, τα οποία επιμελήθηκα και ενορχήστρωσα σε στίχους και μουσική της Στέλλας Πετρίδου και κυκλοφορεί μαζί με το βιβλίο της ποιητικής συλλογής της ίδιας από τις Εκδόσεις ΑΛΦΑ-ΠΙ. Εδώ τραγουδάω έξι από τα δέκα τραγούδια. Επίσης συμμετέχουν ο Νίκος Καλλίνης από το συγκρότημα «Εκείνος κι Εκείνος», η Γιάννα Φαφαλιού και η Μαρία Καραγκιόζη.

 
«Π»: Ως ενεργός πολίτης συμμετέχετε στο Δ.Σ στην «Δράση». Ποιά η δική σας πρόταση;

Ν.Τ.: Η πρόταση που προσκομίζω και μέσα από το φορέα που δραστηριοποιούμαι, την Δράση για τον Πολιτισμό, αφορά τα πολιτιστικά δρώμενα στην περιοχή του Γαλατσίου και όχι μόνο. Έχει να κάνει με την επίδραση της μουσικής σε όσο γίνεται περισσότερο κόσμο γιατί πιστεύω ότι γινόμαστε καλύτεροι άνθρωποι, καλλιεργούμε την ευγένεια, τον αλτρουϊσμό, την συντροφικότητα, την συναδέλφωση. Κι αυτό πετυχαίνεται μέσα από την ζύμωση με τους συμπολίτες μας, με τα μηνύματα που έχουν τα τραγούδια και δεν εννοώ τα ευτελισμένα τραγούδια με ημερομηνία λήξης.
Εγώ προσφέρω αυτήν μου τη ιδιότητα χωρίς ανταλάγματα, αρκεί να βλέπω κάποια αποτελέσματα σε αυτά που ανέφερα παραπάνω

.
«Π»: Πώς σχολιάζετε την άποψη του βιολιστή Λεωνίδα Καβάκου για το ρεμπέτικο και λαϊκό τραγούδι ως απόλυτη ψυχολογική επίδραση παρακμης;

Ν.Τ.: Την είδα αυτή την συνέντευξη του Καβάκου στον Λ. Ταγματάρχη στην ΕΡΤ. Δεν θέλω να κρίνω το ταλέντο του και την αξία του ως μουσικό, είναι αδιαμφισβήτητη. Αλλά Αυτά που είπε σχολιάζοντας το ρεμπέτικο και λαϊκό τραγούδι είναι μπούρδες ενός ανιστόρητου κομπλεξικού Εθνικοσαχλαμάρα. Για να μην παρεξηγηθώ πριν κρίνει κάποιος αυτά που θα πω ας δει την συνέντευξη του Καβάκου στο internet πρώτα.
Λοιπόν φαίνεται πως ο εν λόγω κύριος παγκοσμίου φήμης βιολιστής, έχει πλήρη άγνοια για την ιστορία της μουσικής ως επιστήμη. Δεν υπάρχει μουσική που να χωρίζεται σε δυτική, ανατολική, βόρεια και νότια. Αν ξεκινήσουμε από την αρχαία Ελληνική μουσική, περάσουμε στην Πυθαγόρεια μετέπειτα στην Βυζαντινή και στην πιο σύγχρονη αναγεννησιακή και παραδοσιακή μουσική, θα δούμε πως όλα έχουν συγγένεια, είναι ξαδερφάκια. Η βυζαντινή μουσική έδωσε τα φώτα στην Δυτική Ευρώπη να εξελιχτεί σε αυτά που έκανε ο Μπαχ, ο Μπετόβεν κ.α. Υπάρχουν συγγράμματα από Καθηγητές και μελέτες από Πανεπιστήμια που αποδεικνύουν την σχέση αυτή π.χ. της δωδεκάτροπης βυζαντινής κλίμακας με την μεσολατινική θεωρία, το Οκτώηχο του Ιωαν. Δαμασκηνού κ.α. Οι Οθωμανοί δανείστηκαν αυτά τα στοιχεία από τους Έλληνες της Μικράς Ασίας, φτάχνοντας διάφορα «μακάμια» τα οποία τα εξέλιξαν οι Έλληνες και δημιούργησαν τα Σμυρνέϊκα, τα Πολίτικα και εν συνεχεία τα ρεμπέτικα τραγούδια. Απαντώ λοιπόν στον κ. Καβάκο ότι παρακμή είναι να μην αφουγκράζεσαι τα αισθήματα του λαού και να ζεις στην γυάλα των μεγάρων μουσικής παίζοντας μουσική για την ελίτ των πλουσίων αστών. Δεν φτάνει μόνο να είσαι βιρτουόζος, δεξιοτέχνης και να παίζεις τα άπαντα της κλασσικής μουσικής πρέπει να έχεις και το ταλέντο να φωλιάσεις και στην ψυχή των απλών ανθρώπων. Για να το κάνεις αυτό πρέπει να μιλάς και την «ίδια γλώσσα» μ’ αυτούς! Ας θυμηθούμε το Ν. Σκαλκώτα και το Μ. Χατζιδάκι που έδωσαν απαντήσεις για αυτά τα ερωτήματα 70, 80 χρόνια πριν.

«Π»: Είναι το λαϊκό τραγούδι κοινή γλώσσα για όλους όπως έχει πει ο Δημήτρης Μυστακίδης.

Ν.Τ.: Συμφωνώ με την άποψη του Μυστακίδη. Πράγματι η μουσική είναι κοινή γλώσσα «Εσπεράντο» όπως λέει κι ο ίδιος. Ας ξεκινήσουμε με το νανούρισμα της μάνας στο παιδί, σε τι διαφέρει από αυτή από το Μεξικό σε αυτή από τις Ινδίες. Το μοιρολόϊ της Σύριας σε τι διαφέρει από της Ιταλίδας. Από δω ξεκινάμε, η μελωδία, η μουσική, είναι το ίδιο αναγνωρίσιμη παντού, μιλάει σε όλες τις καρδιές σε όλα τα αυτιά και δεν εμπεριέχει ίχνος ρατσισμού!

«Π»: Ένα παράπονο;

Ν.Τ.: Θα απαντήσω με τον στίχο: Ήθελα κάτι να σου πω και στο τραπέζι σου να ‘ρθω. Μ’ ένα παράπονο, μ’ ένα παράπονο πικρό, να σε καλώς ορίσω…

«Π»: Έχετε κάποια ιδέα στα σκαριά;

Ν.Τ.: Θα ήθελα κάποια στιγμή όταν και αν οι περιστάσεις το επιτρέψουν, να παρουσιάσω τις προσωπικές μου δουλιές σε μια συναυλία στο Θέατρο του Άλσους Βεΐκου.

Πήγαινε στην κορυφή