Κυβέρνηση ευρείας συνεργασίας

ΠΑΛΜΟΓΡΑΦΟΣ
Κυβέρνηση ευρείας  συνεργασίας

Η σύντομη προεκλογική περίοδος τελείωσε και την Κυριακή οι πολίτες με την ψήφο τους θα αναδείξουν το κόμμα το οποίο προτιμούν να κυβερνήσει τη χώρα. Συγχρόνως θα επιλέξουν τον πρωθυπουργό, ο οποίος θα ηγηθεί της τελευταίας (ας ελπίσουμε) προσπάθειας να βγούμε από αυτή την οικονομική κρίση.

Οι επιλογές ως προς το πρόσωπο του πρωθυπουργού είναι ανάμεσα στον Αλέξη Τσίπρα του ΣΥΡΙΖΑ και τον Βαγγέλη Μεϊμαράκη της Ν.Δ. Ο μεν πρώτος διεκδικεί, όπως επανειλημμένως έχει τονίσει, την αυτοδυναμία. Πράγμα το οποίο δεν προκύπτει από τις μέχρι τώρα δημοσκοπήσεις. Και ο δεύτερος διεκδικεί μεν την πρώτη θέση αλλά χωρίς να έχει θέσει ζήτημα αυτοδυναμίας.
Όποιο κι από τα δύο κόμματα κι αν έρθει πρώτο, το σίγουρο είναι ότι η επόμενη κυβέρνηση θα είναι κυβέρνησης συνεργασίας. Έγραφα στο προηγούμενο φύλλο ότι αυτό που δεν έγινε πριν τις εκλογές, ας ελπίσουμε ότι θα γίνει μετά. Κι αυτό δεν είναι άλλο από τη συνεργασία όλων των κομμάτων τα οποία ψήφισαν στην προηγούμενη Βουλή το τρίτο μνημόνιο. Το οικονομικό πρόγραμμα της χώρας, ό,τι κι αν λένε τώρα οι δύο μονομάχοι, είναι η συμφωνία ή το τρίτο μνημόνιο που υπέγραψε ο Αλέξης Τσίπρας με τους εταίρους μας και κυρώθηκε από την Ελληνική Βουλή με την πρωτόγνωρη πλειοψηφία των 222 βουλευτών. Μόνο μια κυβέρνηση ευρείας συνεργασίας θα έχει τη δυνατότητα να ψηφιστούν χωρίς καθυστερήσεις και να εφαρμοστούν εγκαίρως όλα όσα έχουμε συμφωνήσει και υπογράψει με τους εταίρους μας.
Ο Αλέξης Τσίπρας απορρίπτει τη συνεργασία με τη Ν.Δ. γιατί, όπως λέει, είναι παρά φύση. Θεωρεί δε φυσιολογική τη συνεργασία του με τους ΑΝΕΛ και τον Πάνο Καμμένο, ο οποίος στην ουσία είναι πολύ πιο δεξιά από τη σημερινή Ν.Δ. και τον Βαγγέλη Μεϊμαράκη.
Ό,τι κι αν λέγεται τούτη την ώρα, τη Δευτέρα θα πρέπει να υπάρξει κυβέρνηση με τη συμμετοχή και των δύο πρώτων κομμάτων. Κυβέρνηση στην οποία δεν θα συμμετάσχει το δεύτερο κόμμα δεν θα έχει μακροημέρευση και τα προβλήματα της αποσταθεροποίησης θα φανούν από τους πρώτους μήνες.
Η χώρα χρειάζεται οπωσδήποτε πολιτική σταθερότητα για τα επόμενα τουλάχιστον τρία χρόνια. Μια κυβέρνηση ευρείας πλειοψηφίας, αποτελούμενη από 250 το λιγότερο βουλευτές αποτελεί εγγύηση πολιτικής σταθερότητας. Αν τα πέντε κόματα (ΣΥΡΙΖΑ, Ν.Δ., Ποτάμι, ΑΝΕΛ, ΠΑΣΟΚ) τα οποία ψήφισαν το τρίτο μνημόνιο είναι και στην επόμενη Βουλή, βάσει των δημοκσοπήσεων υπολογίζεται ότι θα εκλέξουν 250 βουλευτές. Στα σημεία στα οποία διαφέρουν αυτά τα κόμματα, εκτός της ψηφισθείσας συμφωνίας, είναι μικρά και αντιμετωπίσημα. Το δίλημμα το οποίο θέτει ο ΣΥΡΙΖΑ για παλιό και νέο δεν νομίζω ότι θα είναι εμπόδιο στο σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας. Γιατί οι ανάγκες της χώρας έιναι τέτοιες που ξεπερνούν αυτή την επίπλαστη διαχωριστική γραμμή.
Ακούω τον Αλέξη Τσίπρα να λέει συνέχεια για τα 40 χρόνια της μεταπολίτευσης που βούλιαξαν τη χώρα. Αυτό μπορώ να το δικαιολογήσω μόνο ως προεκλογική λεκτική υπερβολή. Γιατί μπορεί τα δύο κόμματα (ΠΑΣΟΚ, Ν.Δ.) που κυβέρνησαν τη χώρα στα χρόνια της μεταπολίτευσης να χρεώνονται με πολλά λάθη και αστοχίες αλλά πρέπει να τους πιστωθούν και τα καλά αυτής της χρονικής περιόδου. Πιστεύω ότι όλοι να αναγνωρίζουν, όσοι τουλάχιστον έχουν ζήσει αυτή την περίοδο, το 2014 δεν είναι όπως το 1974. Υπήρξε πρόοδος σε όλους τους τομείς. Και καλό είναι κάποια στιγμή να συζητήσούμνε γι’αυτά που δεν έγιναν από ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ. γιατί είναι πιο σημαντικά κατά τη γνώμη μου από αυτά που έγιναν και για τα οποία επαίρονται τα δύο αυτά κόμματα.
Ας γυρίσουμε πάλι στην Κυριακή των εκλογών. Όσο σημαντικό είναι ποιό από τα δύο κόμματα θα κόψει πρώτο το νήμα, άλλο τόσο σημαντικό είναι και τι θα γίνει πιο κάτω. Ποιά θα είναι δηλαδή η σειρά των υπολοίπων κομμάτων που θα μπουν στην Βουλή. Η κατάληψη της τρίτης θέσης είναι ουσιώδης και σημαντική ποιό κόμμα θα την καταλάβει. Σίγουρα δεν θα πρέπει να είναι η Χρυσή Αυγή τρίτο κόμμα. Από τα υπόλοιπα, αυτά που διεκδικούν την τρίτη θέση είναι Ποτάμι, ΚΚΕ, ΠΑΣΟΚ, και καλό είναι ένα εξ αυτών να έρθει τρίτο.
Ως προς την είσοδό τους στη Βουλή, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, αυτοί που δυσκολεύονται να μπουν είναι οι ΑΝΕΛ. Το σίγουρο είναι ότι η νέα Βουλή θα είναι οκτωκομματική ενώ στην προηγούμενη συμμετείχαν επτά κόμματα.
Κλείνοντας θέλω να επαναλάβω ότι οι συνθήκες και οι ανάγκες της χωρας επιβάλλουν τη συνεργασία των κομμάτων. Όσο πιο ευρεία θα είναι αυτή η συνεργασία, τόσο πιο γρήγορα θα ξεπεράσουμε τα προβλήματα. Ας διδαχτούμε από Ιρλανδία, Πορτογαλία και Κύπρο.

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Πήγαινε στην κορυφή