Τον τελευταίο καιρό, έχω μια έντονη τάση να αναζητώ καλοκαιρινά τραγούδια. Εντάξει, ίσως η συμπεριφορά μου να ήταν πραγματικά ανεξήγητη αν ο μήνας ήταν Νοέμβρης και όχι Ιούλης, αλλά και για αυτήν την περίπτωση, το ανεξήγητη είναι νομίζω αρκετά απόλυτη λέξη.
Υπάρχουν, λοιπόν, πολλοί τρόποι να εκφράσω τους λόγους της συγκεκριμένης επιμονής μου, και σίγουρα άλλοι τόσοι που την εξηγούν, ή που τη δικαιολογούν. Έχω την αίσθηση πως ο υδράργυρος με τη βία συγκρατείται στο εσωτερικό των θερμόμετρων, και νιώθω πραγματικά ανακουφισμένη που στο αμάξι βλέπω ένα ψηφιακό 45. Για το ψηφιακό, όχι για το 45. Γενικά, ο όψη αυτού του απροσδιόριστης υφής υλικού που όλο και διαστέλλεται με τη βοήθεια των καλοκαιρινών θερμοκρασιών, με αγχώνει, κυρίως γιατί στο μυαλό μου είναι επακόλουθο της ρίγης, της εξόντωσης και της συνολικής αρρώστιας προσωπικών πυρετών. Ή, πιο σωστά, κυρίως επειδή τα δευτερόλεπτα που μεσολαβούν μέχρι την ακριβή παρατήρησή της στάθμης του, επιβραδύνονται βασανιστικά, και με αγχώνει ο χρόνος που επιβραδύνεται· ποτέ δεν είναι για καλό.
Δεν έχω σκοπό να παραπονεθώ, όμως, για τον καιρό, μιας και όπως διάβασα πρόσφατα στο διαδίκτυο, και συμφώνησα, οι πιο εκνευριστικοί είναι οι άνθρωποι που τους μισούς μήνες γκρινιάζουν για τη ζέστη, και τους υπόλοιπους για το κρύο. Λοιπόν, εγώ σίγουρα γκρινιάζω για το κρύο. Οπότε, θα σας περιγράψω ένα σχετικό πρόβλημά μου, αυτό του κλιματιστικού. Δε θέλω να χρησιμοποιώ τον κλιματισμό στο δωμάτιό μου, ή τουλάχιστον δε θέλω να τον υπερχρησιμοποιώ. Πιθανόν, επειδή όταν ακόμα ήμουν στο Δημοτικό, στο σχολείο μας έρχονταν ανά τακτά διαστήματα άνθρωποι που μας μιλούσαν για το περιβάλλον, για την αναγκαιότητα της προστασίας του, για τους παράγοντες που το επιβαρύνουν. Πιθανόν, επειδή σε ένα διαγώνισμα στη μελέτη περιβάλλοντος, κάπου στην τρίτη, τετάρτη δημοτικού, έπρεπε να μάθω δύο ανθρώπινα δημιουργήματα βλαβερά για την ατμόσφαιρα, και εγώ επέλεξα τα κλιματιστικά και τα σπρέι (συγκεκριμένα, λακ για τα μαλλιά). Έτσι, μιας και λακ δε χρησιμοποιώ (αν και κάθε φορά που τυχαίνει να τη χρειαστώ, «θυμάμαι» το περιβάλλον), το κλιματιστικό δεν έχει πάψει να μου προκαλεί τύψεις.
Πατάω το κουμπάκι, αφού βέβαια η Σαχάρα το μεσημέρι φτάσει σε σημείο να μπορεί να ζηλέψει τη θερμοκρασία του δωματίου μου (αστειεύομαι, δε θα παραπονεθώ για τη ζέστη, είπαμε), και κάθε, μα κάθε, φορά, η ίδια διαδοχή σκέψεων γυροφέρνει μέσα μου: «Για ένα παραπάνω κλιματιστικό, για λίγες παραπάνω ώρες, δε θα αλλάξει και τίποτα. Όλοι έτσι σκέφτονται όμως, μα η αλήθεια είναι πως ο καθένας από μόνος του επηρεάζει επαρκώς το σύνολο. Αν όλοι πράτταμε διαφορετικά, πιο μετρημένα, πιο συγκρατημένα, πιο ομαδικά, πιο κοινωνικά; Αλλά, για κάποιους, η έννοια περιβάλλον δεν έχει καμία συγκλίνουσα τομή με το κλιματιστικό τους. Για αυτό οι υπόλοιποι χρειάζεται να ενεργούμε και για λογαριασμό αυτών των “κάποιων”. Δε γίνεται όμως και να λιποθυμήσω από τη ζέστη, δεν μπορώ να διαβάσω με τόση ζέστη, δεν μπορώ να γράψω, να σκεφτώ, να οργανωθώ, να κοιμηθώ με τόση ζέστη. Εντάξει, είναι πραγματική ανάγκη να χρησιμοποιήσω τον κλιματισμό, δεν σπαταλάω άσκοπα ενέργεια.» Ωραία, τον έπεισα πάλι τον εαυτό μου. Τύψεις, την επόμενη φορά.
Αναρωτιέμαι, αν όλοι οι άνθρωποι κάναμε μια θυσία, ή απλή υπομονή, και καταργούσαμε τα κλιματιστικά για τα επόμενα χρόνια, θα ερχόταν πράγματι η στιγμή που δε θα χρειαζόταν πια να τα απαρνηθούμε, αφού δε θα τα είχαμε καν ανάγκη; Αν όλοι μειώναμε τις μετακινήσεις με το αυτοκίνητο, περπατούσαμε περισσότερο, αφιερώναμε απλόχερα το χρόνο μας στα μέσα μαζικής μεταφοράς, τότε θα ερχόταν πράγματι η στιγμή που θα αναπνέαμε στην Αθήνα χωρίς τρόμο; Και δεν είναι απλά το περιβάλλον το θέμα μας. Αναρωτιέμαι, αν επιλέξουμε για είκοσι χρόνια να προσφέρουμε λεπτά, ώρες, δύναμη και δουλειά στα χαρτιά και στα βιβλία, τότε θα έρθει πράγματι η στιγμή που το επάγγελμά μας θα μας εξασφαλίσει μια πιο άνετη ζωή; Αν για ένα εξάμηνο ελαττώσουμε τις εξόδους, είναι σίγουρο ότι θα περάσουμε το μάθημα; Αν παραιτηθούμε από την επιδίωξη καριέρας, είναι σίγουρο ότι θα πετύχει η οικογένειά μας; Αν κάνουμε οκτώ ώρες προπόνηση τη μέρα, είναι σίγουρο ότι θα περάσουμε στον τελικό;
Ως μελλοντικός μαθηματικός, μπορώ να πω πως είναι βέβαιο ότι θα έχουμε περισσότερες πιθανότητες. Ως Ζωή, θα πω ότι η όλη σημασία της θυσίας, έγκειται ακριβώς στο γεγονός ότι δεν είναι δυνατό να είμαστε σίγουροι για το αποτέλεσμα. Η προσπάθεια, όμως, είναι αυτή που μας τροφοδοτεί με την ελπίδα, και η ελπίδα δεν έβλαψε ποτέ κανέναν…
Κάπως έτσι, ξαναπατάω το κουμπάκι και το κλιματιστικό σωπαίνει. Τώρα είναι που χρειάζομαι τη Μύκονο και τη Σαντορίνη! (Για τραγούδια μιλούσαμε, το ξεχάσατε;)