Η αβάσταχτη ελαφρότητα των διοικούντων την παιδεία (τα παιδία παίζει)

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ - ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
Η αβάσταχτη ελαφρότητα  των διοικούντων την παιδεία  (τα παιδία παίζει)

«Δεν αλλάζει το εισαγωγικό σύστημα σε πανεπιστήμια ή στα ΤΕΙ από τη μια στιγμή στην άλλη και από τη στιγμή που έχουν διανύσει το 1/3 της χρονιάς. Είμαστε στο μέσον της χρονιάς και δεν πρόκειται τίποτα να αλλάξει. Το ’17 αν προκύψει από τον εθνικό διάλογο να αλλάξουν οι εισαγωγικές εξετάσεις, εκεί βεβαίως θα υπάρχει όλος ο χρόνος να προετοιμαστεί ο κόσμος και να ελαφρυνθούν οι εξετάσεις».

Θα «ελαφρυνθούν» οι εξετάσεις. Να ελαφρυνθούν  και τα παιδιά. Να ελαφρύνουμε κι εμείς. Να γίνουν όλα ελαφριά… Ανάλαφρα ίσως …Πόση ελαφρότητα μας περιμένει ακόμα; Όταν η υφυπουργός, η της παιδείας υπεύθυνη, κάνει τόσο «ελαφριές» δηλώσεις, είναι να μην αναρωτιόμαστε; Προσέξτε ελαφρότητα συλλογισμού: ναι, μέσα σε λίγους μήνες δεν προλαβαίνουμε αλλά για του χρόνου γιατί όχι; Αν προκύψει από τον εθνικό διάλογο, γιατί όχι; Ο οποίος «διάλογος» δεν έχει ξεκινήσει καν και γύρευε πότε θα τελειώσει. Κι αν υποθέσουμε ότι τελειώνει το καλοκαίρι, πότε θα κωδικοποιηθούν οι απόψεις, πότε θα γίνουν οι σχεδιασμοί, πότε θα φηφισθούν, πότε θα καθορισθεί ύλη, πότε θα τυπωθούν νέα βιβλία, πότε θα ενημερωθούν οι εκπαιδευτικοί, πότε, πότε, πότε …
Θα ξεκινήσουν τα σχολεία δηλαδή την επόμενη χρονιά με μια ορισμένη ύλη και με προετοιμασία σε συγκεκριμένα μαθήματα και κάπου στη μέση θα πουν «α, όχι αυτά, άλλα θα δώσετε και αλλιώς»;;; Δεν υπάρχει σοβαρότητα. Δεν υπάρχει προγραμματισμός. Δεν υπάρχει αίσθηση της σχολικής πραγματικότητας. Δεν υπάρχει επαφή με την πραγματικότητα! Υπάρχουν μόνο «ιδέες», «σκέψεις», προτάσεις ατάκτως εριμμένες, υπάρχουν πυροτεχνήματα. Και πολύς, πολύς λαϊκισμός. Να τα κάνουμε όλα πιο ελαφριά για να γίνουμε πιο αρεστοί.
Τίποτα δεν έχει διδαχθεί η νυν ηγεσία του υπουργείου από την προηγούμενη. Η οποία, για να «αρέσει» κι αυτή κατάργησε τις εξετάσεις από την «τράπεζα θεμάτων» μέσα σε μία νύχτα αλλά, κυρίως, στη μέση μιας χρονιάς. Ασχέτως αν ήταν ορθή η κατάργηση, η χρονική στιγμή που επιλέχτηκε ήταν τραγική. Ρωτήστε και τους εκπαιδευτικούς των δημόσιων σχολείων. Ενώ τα παιδιά και οι δάσκαλοί τους είχαν μπει σε μία ρότα, με προβλήματα αλλά είχαν πάρει μια κατεύθυνση προετοιμασίας για τις εξετάσεις που θα γίνονταν σε λίγους μήνες, η απόφαση αυτή τίναξε όλη την προετοιμασία στον αέρα. Τα παιδιά αντιλήφθηκαν την κατάργηση ως πλήρη απαλλαγή από το άγχος των εξετάσεων, ως ελάφρυνση από τη δυσκολία των θεμάτων και ως αυτόματη βαθμολογική τους επιτυχία. Γιατί λοιπόν να διαβάζουν; Σχεδόν έκλεισαν τα βιβλία και … ελάφρυναν!
Ακόμα πιο ελαφριές δηλώσεις έκανε το νέο αστέρι που συμμετέχει στην χάραξη της εκπαιδευτικής πολιτικής, ο Αντώνης Λιάκος. Μόλις ανέλαβε ως επικεφαλής της επιτροπής εθνικού διαλόγου για την παιδεία, έδωσε κι αυτός το ελαφρό του στίγμα. Όπως είπε, αφού σε αρκετές σχολές η βάση εισαγωγής είναι κάτω από 10, δεν είναι απαραίτητες οι εξατάσεις. «Δεν χρειάζονται σε όλα τα τμήματα των ΑΕΙ εξετάσεις, για να εισαχθούν οι υποψήφιοι σε αυτά. Σήμερα όσοι θέλουν να πάνε σε ΑΕΙ πηγαίνουν, για αυτό άλλωστε η βάση εισαγωγής είναι κάτω του 10. Λίγες σχολές χρειάζονται εξετάσεις» δήλωσε.
Ο πανεπιστημιακός κύριος Λιάκος έχει μπερδέψει τις περίφημες «κόκκινες γραμμές» με τη γραμμή του 10. Έχει ίσως την εντύπωση ότι η βάση του 10 είναι το όριο κάτω από το οποίο υπάρχουν σχολές που δεν «αξίζουν» και άρα δεν είναι και απαραίτητο να υπάρχουν προϋποθέσεις για την εισαγωγή σε αυτές. Είναι ανυπόληπτες, άρα δεν χρειάζεται να ασχολούμαστε ούτε με πόσους θα εισαχθούν, ούτε με το αν μπορούν να εκπαιδευτούν τυχόν χιλιάδες φοιτητές που θα εγγραφούν σε αυτές. Του διαφεύγει για παράδειγμα ότι ένας από τους λόγους που απολαμβάνουν χαμηλής ζήτησης είναι και το γεγονός ότι λόγω έλλειψης πιστώσεων δεν προκηρύσσονται θέσεις καθηγητών με αποτέλεσμα να υπάρχουν φοιτητές χωρίς να υπάρχουν οι αντίστοιχοι καθηγητές. Προφανώς και έτσι τα πτυχία τους καθίστανται αναξιόπιστα αλλά μήπως με την εισαγωγή πολλαπλάσιου αριθμού φοιτητών θα γίνουν αυτές οι σχολές πιο ικανές για να τους εκπαιδεύσουν;
Ξεχνά επίσης ο κ. Λιάκος ότι οι βαθμολογίες που επιτυγχάνουν κάθε χρόνο οι υποψήφιοι είναι συνάρτηση και της δυσκολίας των θεμάτων στα οποία εξετάζονται. Και ότι αυτά είναι επιλογή του υπουργείου το οποίο ρυθμίζει την άνοδο ή την πτώση των βάσεων κάθε χρονιά ανάλογα με τις στοχεύσεις του. Μια σχολή που είχε φέτος βάση εισαγωγής κάτω του 10, μπορεί του χρόνου, με εύκολα θέματα, να ξεπεράσει το τεχνητό όριο του 10. Τί θα κάνει το υπουργείο, τη μια χρονιά θα την έχει ως επιλογή στο μηχανογραφικό και την άλλη θα την εντάσσει στις σχολές ελεύθερης πρόσβασης; Είναι τόσο αβασάνιστες αυτές οι απόψεις που η υφυπουργός, Σία Αναγνωστοπούλου, έσπευσε αμέσως να τις «μαζέψει»: πρόκειται για «μία ιδέα δικιά του η οποία θα πέσει στο διάλογο και θα δουν οι ειδικοί τι θα προκριθεί. Πρέπει να πούνε τα πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ τι θέλουν, τι μπορούν να σηκώσουν, πώς μπορεί να γίνει, γι΄ αυτό δεν θέλω να προκαταλάβω τίποτε».
Οι προηγούμενες μνημονιακές κυβερνήσεις ήθελαν να μειώσουν δραματικά τον αριθμό σχολών που οι ίδιες, για ψηφοθηρικούς λόγους, είχαν ιδρύσει σε κάθε γωνιά της Ελλάδας, χωρίς κανένα σχέδιο και χωρίς κανέναν προγραμματισμό. Επιδίωξή τους και ευρωπαϊκή επιταγή ήταν ο περιορισμός όλων των σχολών σε 4-5 πανεπιστήμια σε όλη τη χώρα. Η νυν κυβέρνηση αντιλαμβάνεται ότι δεν μπορεί να αντέξει το βάρος τόσων σχολών αλλά δεν αναλαμβάνει και το «πολιτικό κόστος» να τις περιορίσει. Κι αντί να τις κλείσει, όπως κατά βάθος θα ήθελε, τις απαξιώνει. Μέσω της υποχρηματοδότησης κυρίως αλλά και μέσω της ελευθερης πρόσβασης πλέον. Η οποία πρόσβαση θα είχε αξία αν αυτές οι σχολές ήταν σε θέση να εκπαιδεύσουν οποιοδήποτε αριθμό φοιτητών. Αν είχαν τα μέσα και το προσωπικό για να το κάνουν. Έτσι όμως, το μόνο που θα καταφέρουν είναι να τις ξεφτιλίσουν.
Αν συνεχιστεί πάντως αυτή η ελαφρότητα στην αντιμετώπιση θεμάτων της παιδείας, θα έρθει και η ώρα που θα ακουστεί και η γνωστή και συγκεκριμένου τόπου εκφοράς φράση, «ας είναι ελαφρύ το χώμα που την σκεπάζει».

Πήγαινε στην κορυφή