Δήλωση του Κοινοβουλευτικού Εκπροσώπου του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία, Πάνου Σκουρλέτη
:
Τον περασμένο Μάιο καταθέσαμε μαζί με 23 ακόμα βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ ερώτηση προς την Υπουργό Παιδείας σχετικά με τον «Κανονισμό πρόληψης και αντιμετώπισης περιστατικών παρενόχλησης και σεξουαλικής παρενόχλησης 2021-2022» του Κολλεγίου Αθηνών, για τον οποίο έγινε αναφορά στον Συνήγορο του Πολίτη. Η Βοηθός Συνήγορος για τα Δικαιώματα του Παιδιού κατόπιν ελέγχου γνωμοδότησε ότι κάποια τμήματα του Κανονισμού μπορεί να εκληφθούν ως «διάθεση συγκάλυψης και μη συμμόρφωσης σε υποχρεώσεις που απορρέουν από την ισχύουσα νομοθεσία», η πρόβλεψη για γραπτή κατάθεση εκ μέρους του θύματος δεν συνάδει με τα ισχύοντα σε διεθνές επίπεδο και αφετέρου συμβάλλει στην επαναλαμβανόμενη θυματοποίηση ενώ, σε συνδυασμό με τις διατυπώσεις για τις συνέπειες σε περίπτωση καταγγελίας που δεν θα αποδειχθεί, είναι πιθανό να λειτουργήσει ως απειλή, αποθαρρυντικά για μαθητή/τρια που έχει δεχθεί παρενόχληση.
Για όλα αυτά τα άκρως ανησυχητικά που επεσήμανε η Ανεξάρτητη Αρχή του Συνηγόρου του Πολίτη, καλέσαμε την Υπουργό Παιδείας να απαντήσει σε μια σειρά από ερωτήματα και να λάβει τα απαραίτητα μέτρα, επισημαίνοντας την αδικαιολόγητη και επικίνδυνη διαφοροποίηση, όσον αφορά το ισχύον καθεστώς, μεταξύ ιδιωτικών και δημόσιων σχολείων: στα δημόσια σχολεία ο Κανονισμός συντάσσεται με τη συνεργασία Διευθυντή, Συλλόγου Διδασκόντων, Συλλόγου Γονέων και Κηδεμόνων και εκπροσώπου του Δήμου (στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση δε, και με συμμετοχή των μαθητών) και εγκρίνεται από τον Συντονιστή Εκπαιδευτικού Έργου και τον Διευθυντή Εκπαίδευσης, ενώ στα ιδιωτικά σχολεία -στα οποία δεν ορίζεται καμία συμμετοχή του Συλλόγου Διδασκόντων, καθώς και των γονέων και της μαθητικής κοινότητας- προβλέπεται η κοινοποίησή του από τον Διευθυντή του σχολείου στον Διευθυντή Εκπαίδευσης, ο οποίος έχει τη δυνατότητα να τον αναπέμψει αποκλειστικά και μόνο όταν αντίκειται σε ρητή διάταξη νόμου. Η διάταξη που προέβλεπε έγκριση του Εσωτερικού Κανονισμού Λειτουργίας των ιδιωτικών σχολείων από τον (τότε) αρμόδιο Επιθεωρητή και ίσχυε από το 1997, τροποποιήθηκε με νόμο της σημερινής κυβέρνησης.
Η Υπουργός Παιδείας επέλεξε για ανεξήγητους λόγους να μην απαντήσει εμπρόθεσμα στην εν λόγω ερώτησή μας, γεγονός που καταδεικνύει όχι μόνο απαξίωση του θεσμού του κοινοβουλευτικού ελέγχου αλλά και παντελή αδιαφορία για μείζονα ζητήματα, όπως αυτά που επισημαίνει η Ανεξάρτητη Αρχή του Συνηγόρου του Πολίτη και δη η Συνήγορος για τα δικαιώματα του παιδιού σε Κανονισμό που ρυθμίζει τα σχετικά με παρενοχλήσεις και σεξουαλικές παρενοχλήσεις μεγάλου ιδιωτικού εκπαιδευτηρίου.
Η συγκυρία αυτών που ζούμε όλο το τελευταίο διάστημα με την πολύκροτη δίκη του γνωστού σκηνοθέτη και διορισμένου από την Υπουργό Πολιτισμού σε δημόσιο αξίωμα, που καταδικάστηκε πρωτοδίκως για 2 βιασμούς ανηλίκων χωρίς αναγνώριση ελαφρυντικών, αλλά το Δικαστήριο δέχθηκε το αίτημά του η έφεση να έχει αναστέλλουσα δύναμη με αποτέλεσμα να αποφυλακισθεί, που ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων στην κοινωνία των πολιτών πλήττοντας βάναυσα το αίσθημα δικαιοσύνης, αλλά και με σειρά άλλων δικαστικών υποθέσεων στο πλαίσιο του ελληνικού κινήματος #metoo, με αυξημένα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας που κορυφώνονται σε πλείστες περιπτώσεις γυναικοκτονιών, δεν αφήνουν κανένα περιθώριο επανάπαυσης. Αντιθέτως, απαιτούν ολοκληρωμένο σχέδιο δράσης κατ’ αρχάς για την πρόληψη και την αποφυγή τέτοιων φαινομένων, αλλά και ισχυρό πλαίσιο προστασίας των θυμάτων σε κάθε περίπτωση και ειδικά όταν έχουμε να κάνουμε με ανήλικα παιδιά. Γι’ αυτό και είναι ανεπίτρεπτη η άρνηση της υπουργού να απαντήσει σε μια ερώτηση η οποία έχει άμεση σχέση με το πλαίσιο που διαμορφώνεται από τα παραπάνω φαινόμενα. Όσον αφορά δε, την αναπάντητη μέχρι σήμερα ερώτησή μας, δηλώνουμε ότι θα επανέλθουμε σύντομα.