Από το γεγονός ότι το Σύν- ταγµα είναι ο θεµελιώδης Νόµος στον οποίο βασίζεται η οργάνωση και οι κανόνες λειτουργίας του Κράτους και των Θεσµών, προκύπτει ότι η όλη διαδικασία της Αναθεώρησης είναι πολύ σοβαρή υπόθεση για να αποτελεί αντικείµενο στε- νών κοµµατικών επιδιώξεων και επικοινωνιακών πρακτικών των εκάστοτε κυβερνήσεων.
Η Βουλή ως το αρµόδιο θεσµικό Νοµοθετικό Σώµα – αφού τα κόµµατα συµφωνήσουν για την ανάγκη της Συνταγµατι- κής Αναθεώρησης – συγκροτεί Επιτροπή ∆ιαλόγου από πολί- τες εγνωσµένου κύρους και ειδικών για το αντικείµενο γνώσεων για να οργανώσει την ενηµέρωση των πολιτών, να συγκεντρώσει ιδέες και προτάσεις που θα ακουστούν και να τις αξιολογήσει.
Η Βουλή, που είναι και ο µόνος, κατά το Σύνταγµα, αρµό- διος Θεσµός, αποφασίζει τελικά, µε την προβλεπόµενη πλειοψηφία, ποιες θα ενσωµατωθούν στο υπό αναθεώρηση Σύνταγµα. Αυτό επιβάλει η δηµοκρατική Τάξη.
Φυσικά τίποτα δεν εµ- ποδίζει Κόµµατα, Κοινωνικούς Φορείς, και οµάδες πολιτών ακόµα, να συγκροτήσουν Επιτροπές ∆ιαλόγου, µε όποια σύνθεση κρίνουν κατάλληλη, για να ενηµερώσουν τα µέλη τους και ευρύτερα τους πολίτες που τυχόν ενδιαφέρονται και να διαµορφώσουν προτάσεις συµβατές µε τη δικιά τους αντίληψη. Συνεπώς, η όποια κυβερνητική παρέµβαση στη διαδικασία αυτή δεν µπορεί παρά να υποκρύπτει ανεπίτρεπτη δηµο- κρατικά πολιτική σκοπιµότητα…!