«Σε κάθε ιστορία μου υπάρχει ένας πυρήνας, ένα κουκούτσι αλήθειας που δεν αφορά μόνο εμένα», Μαρία Στασινοπούλου – Συγγραφέας

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ - ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
«Σε κάθε ιστορία μου υπάρχει ένας πυρήνας, ένα κουκούτσι αλήθειας που δεν αφορά μόνο εμένα», Μαρία Στασινοπούλου – Συγγραφέας

H Μαρία Στασινοπούλου γεννήθηκε στην Καλαμάτα. Σπούδασε Ιστορία και Αρχαιολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και μετεκπαιδεύτηκε στο Διδασκαλείο Μέσης Εκπαιδεύσεως. Εργάστηκε ως φιλόλογος στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Ασχολείται με τη μελέτη και την κριτική της νεοελληνικής λογοτεχνίας.
Βιβλία της: Χρονολόγιο – Εργοβιογραφία Γιώργου Σεφέρη (Μεταίχμιο 2000), Πίσω από τις γραμμές. Σελίδες κριτικής (University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2005), Κυρία, με θυμάστε; Αφηγήματα (Εκδόσεις Κίχλη 2010), Χαμηλή βλάστηση, θάμνοι, πόες και μπονσάι (Κίχλη 2018), Ασκήσεις αντοχής στον χρόνο, Μικρά πεζά (Κίχλη 2021) και, σε συνεργασία με τον Δημήτρη Δασκαλόπουλο, Ο βίος και το έργο του Κ.Π. Καβάφη (Μεταίχμιο 2002, και νέα συμπληρωμένη έκδοση 2013) και Κ.Π. Καβάφης, Ποιήματα. Επιλογή (Μεταίχμιο 2003).
Έχει επιμεληθεί την έκδοση του τρίτομου Κοινού Λόγου της Έλλης Παπαδημητρίου (Ερμής 2003) και του δεύτερου τόμου της Αλληλογραφίας Μαρώς – Σεφέρη (Ίκαρος 2005).
Είναι μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων και γράφει κριτική βιβλίου στο περιοδικό της Θεσσαλονίκης Εντευκτήριο και στην αθηναϊκή Εφημερίδα των Συντακτών.


ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: ΜΑΙΡΗ ΓΚΙΩΝΗ – ΛΑΡΕΝΤΖΑΚΗ


«ΠΑΛΜΟΣ»: Σε ποιο περιβάλλον μεγαλώσατε; Πώς ήταν τα παιδικά σας χρόνια;
ΜΑΡΙΑ ΣΤΑΣΙΝΟΠΟΥΛΟΥ: Γεννήθηκα και μεγάλωσα, μέχρι τα δώδεκα χρόνια μου, στην Καλαμάτα, σ’ ένα μεσοαστικό περιβάλλον, σε μια αγαπημένη οικογένεια, με αδέλφια, παππούδες και γιαγιάδες, θείους και θείες. Τα παιδικά μου χρόνια ήταν όπως θα ήθελα να είναι, με αγάπη, τρυφερότητα, αυστηρότητα, όταν έπρεπε, ελεγχόμενη ελευθερία, εμπιστοσύνη, κατανόηση.

«Π»: Τι είναι για εσάς η συγγραφή και τι σας ώθησε σε αυτήν;
Μ.ΣΤ.: Είναι μία ευχάριστη ενασχόληση, απ’ αυτές που δίνουν νόημα στη ζωή. Έγραφα από πολύ νωρίς, χωρίς καμία πρόθεση να γίνω συγγραφέας. Στα μαθητικά και νεανικά μου χρόνια ήταν πιο πολύ εκτόνωση. Μετά έγινε απολαυστική ή πιεσμένη στιγμή της καθημερινότητας. Θα επαναλάβω αυτό που έλεγε η αγαπημένη Άλκη Ζέη: «περνάω καλά και όταν γράφω και όταν δεν γράφω».

«Π»: Ως φιλόλογος είχατε περισσότερες ευκολίες στο γράψιμο;
Μ.ΣΤ.: Σίγουρα οι φιλολογικές γνώσεις αποτελούν ασφαλές υπόβαθρο αλλά δεν σε κάνουν συγγραφέα. Δεν ξέρω αν υπάρχει ευκολία στο γράψιμο. Προσωπικά γράφω πολύ δύσκολα και βασανίζω αρκετά τα γραπτά μου. Από τη διδασκαλία της γλώσσας στο σχολείο και στην προσπάθειά μου να μάθω τα παιδιά να εκφράζονται με σαφήνεια και καθαρότητα κάτι θα έμαθα και η ίδια. Ένα γεγονός που βοηθά στο να γράφει κανείς καλύτερα είναι, νομίζω, το διάβασμα σπουδαίων βιβλίων και καταξιωμένων συγγραφέων. Έχω διαβάσει πάρα πολύ στη ζωή μου.

«Π»: Ποια ή δύναμη της Ελληνικής γλώσσας μας και τι κακό κάνει σε αυτήν η παγκοσμιοποίηση;
Μ.ΣΤ.: Η δύναμη και η μαγεία της Ελληνικής γλώσσας είναι δεδομένη. Ας θυμηθούμε τόσο τον Σολωμό: «Μήγαρις έχω άλλο στο νου μου, πάρεξ ελευθερία και γλώσσα», όσο και τον Ελύτη «μονάχη έγνοια η γλώσσα μου, στις αμμουδιές του Ομήρου». Η απειλή που υπάρχει, αν υπάρχει, από την παγκοσμιοποίηση είναι η ανεξέλεγκτη εισροή πολλών ξένων λέξεων. Αν και το ίδιο στοιχείο μπορεί να αποτελεί εξέλιξη. Ένας γλωσσολόγος, που ήξερε γράμματα, έλεγε πως ό,τι νέο ενσωματώνει μια γλώσσα την πλουτίζει.

«Π»: Πώς θα διατηρήσουμε ως λαός την ταυτότητά μας μέσα στον χρόνο;
Μ.ΣΤ.: Θα πω τα αυτονόητα: Μιλώντας και επιβάλλοντας τη γλώσσα μας και τηρώντας τα ήθη και τα έθιμα, όχι ως φολκλόρ αλλά ως συστατικό εθνικό στοιχείο.

«Π»: Έχετε σημαντικότατο συγγραφικό έργο. Ξεχωρίζετε κάποιο από τα βιβλία σας;
Μ.ΣΤ.: Είναι σαν να ρωτάμε έναν γονιό ποιο παιδί του ξεχωρίζει. Αλλά για να μην θεωρηθεί υπεκφυγή, θα έλεγα το τελευταίο κάθε φορά. Ή μάλλον όχι, από τα δημιουργικά θα ανέφερα το Κυρία, με θυμάστε;. Πρόκειται για ιστορίες από την εποχή που υπηρετούσα ως φιλόλογος στη μέση εκπαίδευση. Μια δουλειά που έκανα από επιλογή και με πολλή αγάπη. Από τις μελέτες, θα έλεγα το Χρονολόγιο-Εργοβιογραφία Γιώργου Σεφέρη (1900-1971), γιατί, όπως έχει επισημάνει η κριτική, δίνει μία πλήρη εικόνα του ανθρώπου και του έργου του, μέσα από τα δικά του λόγια.

«Π»: Τι σας εμπνέει στην εποχή μας;
Μ.ΣΤ.: Δεν ξέρω αν με εμπνέει, αλλά μου αρέσει η ευκολία της επικοινωνίας, με πολλούς τρόπους, στις μέρες μας, και η ραγδαία εξέλιξη της τεχνολογίας.

«Π»: Αν ήταν στο χέρι σας, τι θα αλλάζατε στον χώρο της παιδείας, στην εκπαίδευση;
Μ.ΣΤ.: Είναι πολύ μεγάλο θέμα το ζήτημα της παιδείας και χρειάζεται ριζική αναβάθμιση η εκπαίδευση. Θα έδινα, νομίζω, περισσότερο χώρο στις ανθρωπιστικές σπουδές σε αγαστή συνεργασία με την τεχνολογική επανάσταση, και θα φρόντιζα για τη σύνδεση της γνώσης με τα πράγματα. Θα μεριμνούσα επίσης για την επιλογή, με σταθερά και αδιάβλητα κριτήρια, των εκπαιδευτικών και για τη διαρκή επιμόρφωσή τους.

«Π»: Πώς βλέπετε το μέλλον του βιβλίου;
Μ.ΣΤ.: Γενικά είμαι αισιόδοξος άνθρωπος και πιστεύω ότι το βιβλίο δεν απειλείται από την τεχνολογία, αντιθέτως διευκολύνεται. Πάντα θα υπάρχουν άνθρωποι που διαβάζουν το τυπωμένο χαρτί.

«Π»: Η λογοτεχνία στο σχολείο διδάσκεται με τον σωστό τρόπο; Ποια η γνώμη σας;
Μ.ΣΤ.: Έχουν γίνει μεγάλα βήματα στον τομέα αυτό. Είναι κυρίως θέμα δασκάλου ο σωστός τρόπος διδασκαλίας της λογοτεχνίας. Χρειάζεται γνώση, ευαισθησία και ενημέρωση. Γι’ αυτό η πολιτεία θα πρέπει να δώσει βάρος στην επιμόρφωση και την επιλογή των φιλολόγων, όπως είπα και πιο πάνω. Η αξιολόγηση, όσο και αν μας ενοχλεί, είναι ένας τρόπος, αρκεί να γίνει σωστά και αδιάβλητα.

«Π»: Υπάρχουν βιωματικά στοιχεία σε κάποιο από τα βιβλία σας; Θα μας πείτε τον τίτλο;
Μ.ΣΤ.: Χωρίς βιωματικό υλικό δεν γράφεται λογοτεχνία. Όπως έλεγε και ο Φλωμπέρ «Η μαντάμ Μποβαρί είμαι εγώ». Όλα τα βιβλία μου στηρίζονται σε πραγματικά γεγονότα και περιέχουν βιογραφικό και αυτοβιογραφικό υλικό. Επομένως δεν θα ξεχώριζα κάποιο. Οι ιστορίες μου, όπως έχω ξαναπεί, είναι βιωματικές αλλά όχι υποχρεωτικά βιωμένες. Είναι ιστορίες που μου έχουν αφηγηθεί άλλοι, που έχω διασταυρωθεί μαζί τους και τις έχω παρατηρήσει να συμβαίνουν, που έχω αλιεύσει από τα μαζικά μέσα επικοινωνίας αλλά και που έχω ζήσει. Το πρωτογενές υλικό υφίσταται μακρά επεξεργασία και μπολιάζεται με αλλότρια στοιχεία που πρόθεση έχουν να απομακρύνουν τον ρεαλιστικό χαρακτήρα και να εμποδίσουν την ταύτιση με γνωστά πρόσωπα και καταστάσεις. Υπάρχει μυθοπλασία μόνον στο βαθμό που εξυπηρετεί την αληθοφάνεια.
Εδώ, θα μου επιτρέψετε να επεκταθώ λίγο περισσότερο δίνοντας πληροφορίες για τις συγγραφικές μου προθέσεις. Στόχος μου είναι πάντα η σύντομη και περιεκτική αφήγηση, γι’ αυτό βασανίζω εξαντλητικά το υλικό μου. Οι ιστορίες γράφονται ακατέργαστες στην αρχή, μένουν, επωάζονται, δουλεύονται αμέτρητες φορές με αλλαγές, επεμβάσεις, μετακινήσεις λέξεων, κυρίως με αφαίρεση και λείανση, μέχρι την καταληκτική μορφή. Καταγράφω στιγμές της καθημερινότητας σε μια προσπάθεια να τις κρατήσω ζωντανές. Από την επιφάνεια ψάχνω τη φόδρα ή, ακόμη βαθύτερα, τα υλικά κατασκευής, τα αίτια και τα αποτελέσματα. Πιο πολύ με ενδιαφέρουν οι αφανείς διαδικασίες του μυαλού. «Ακατέργαστο συναισθηματισμό» το λέει ο Ροθ. Η ματιά μου εστιάζει στο διαφορετικό ή το πρωτότυπο αλλά και από την κοινοτοπία μπορεί να προκύψει η σοφία της καθημερινότητας. Έχω ασκηθεί στο να παρατηρώ με προσοχή, να δίνω σημασία στα ανθρώπινα και προσπαθώ να απαλύνω τον πόνο με γέλιο.
Βασική μέριμνα σε κάθε ιστορία να υπάρχει πυρήνας, κουκούτσι αλήθειας που δεν αφορά μόνο εμένα. Γράφοντας καταφεύγω συχνά στην παιγνιώδη διάθεση, γιατί το χιούμορ, σε οποιαδήποτε μορφή του – ειρωνεία, σαρκασμό, διακωμώδηση, φλέγμα – είναι ένας τρόπος για να αντέξεις στα δύσκολα και να αντιμετωπίσεις το υπαρξιακό κενό. Έτσι επιζητώ να αποφορτίσω τις επώδυνες στιγμές.
Η γραφή με βοηθάει να καταλάβω καλύτερα τη ζωή, τόσο τη δική μου όσο και των άλλων και να εξοικειώνομαι με το επερχόμενο τέλος. Δεν ξέρω αν κάπου το έχω διαβάσει ή διεκδικώ την πατρότητα «το γράψιμο είναι μια “αξιολύπητη” προσπάθεια να δείξουμε ότι υπάρχουμε».

«Π»: Ποια η καθημερινότητα σας; Πότε συνηθίζετε να γράφετε;
Μ.ΣΤ.: Όποια είναι η καθημερινότητα ενός φυσιολογικού, θέλω να πιστεύω, ανθρώπου. Με οικιακές δουλειές, μαγειρέματα, φίλους, τραπεζώματα, γράψιμο, διάβασμα, περιπάτους, τηλεόραση. Γράφω οποιαδήποτε ώρα μού έρθει μία ιδέα, μου αρέσουν όμως περισσότερο οι νυχτερινές ώρες.

«Π»: Θα μας μιλήσετε για το τελευταίο σας βιβλίο;
Μ.ΣΤ.: Οι Ασκήσεις αντοχής στον χρόνο είναι μικρές καθημερινές ιστορίες. Όπως γράφει και το οπισθόφυλλο του βιβλίου «παρατηρώντας τη ζωή που περνά, εστιάζοντας στο οικείο και στο αλλότριο και συνδυάζοντας τη φαντασία με την πραγματικότητα επιχειρώ να ξορκίσω την αδυσώπητη κοινή μοίρα». Πρώτα και κύρια λοιπόν είναι ο χρόνος που περνά, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Ύστερα όλα όσα απασχολούν τον άνθρωπο γενικά και τη λογοτεχνία ειδικότερα: ο έρωτας, ο θάνατος, η μνήμη, η μοναξιά, η ανημπόρια, η προδοσία, η φιλία, η διαφορετικότητα, η αναζήτηση ταυτότητας, η προσφυγιά – η ίδια η ζωή με λίγα λόγια, από την οποία και αντλώ το υλικό μου. Η πολυσημία των λέξεων και οι αμέτρητες ποικιλίες των γλωσσικών εννοιών επίσης έλκουν την προσοχή μου. Η γλώσσα και οι δυνατότητες που παρέχει, αλλά και τα γλωσσικά παιχνίδια, όπως και οι λεκτικές παρανοήσεις των ανθρώπων, πολύ με ελκύουν.

«Π»: Ποια η σχέση σας με το διαδίκτυο, βοηθά τους συγγραφείς;
Μ.ΣΤ.: Ελεγχόμενη. Προσπαθώ να εξοικειωθώ, όσο γίνεται. Έχω e-mail, facebook, και συχνά καταφεύγω στο google για να αντλήσω πληροφορίες που χρειάζομαι στο γράψιμό μου, πρωτότυπο πεζογραφικό ή κριτικό. Το διαδίκτυο βοηθά τους συγγραφείς, όσο και κάθε άνθρωπο, αρκεί να ξέρει να το χρησιμοποιεί με σύνεση, επιλεκτικά, και να μην υποκύπτει στις ευκολίες του, σπαταλώντας χρόνο και ενέργεια.

«Π»: Με τι πρέπει να είναι η ζωή μας συνυφασμένη;
Μ.ΣΤ.: Αν καταλαβαίνω σωστά την ερώτηση, με ό,τι μας ευχαριστεί και μας ταιριάζει. Με ενδιαφέροντα που μας γεμίζουν και με ανθρώπους που μας μοιάζουν. Μακριά ο,τιδήποτε τοξικό.

«Π»: Ποιος ρόλος της γυναίκας σήμερα που ολοένα και αυξάνονται οι γυναικοκτονίες;
Μ.ΣΤ.: Ισοδύναμος και ισάξιος με του άνδρα. Οι γυναικοκτονίες, εκτός των άλλων, είναι πιστεύω συνάρτηση χαμηλού πνευματικού και κοινωνικού επιπέδου. Και πάλι πηγαίνουμε στο θέμα της παιδείας. Πρέπει οι γυναίκες να μάθουν να μιλούν, να διεκδικούν, να αντιστέκονται και να μην επιτρέπουν. Κυρίως να μην φοβούνται, να τολμούν να καταγγέλλουν και να ζητούν βοήθεια.

«Π»: Η παιδική βία, η σεξουαλική παρενόχληση στα παιδιά που ακούμε καθημερινά, τι αντίκτυπο έχει στην ζωή των θυμάτων;
Μ.ΣΤ.: Δραματικό και ισοβίως τραυματικό. Είναι έξω από το νοητικό μου πεδίο η σεξουαλική παρενόχληση των παιδιών. Κάθε μορφή βίας με απωθεί. Ίσως να υπάρξει μεγαλύτερη ποινή για τους δράστες, αν δεν είναι δυνατός ο σωφρονισμός τους με άλλους τρόπους. Μόνο σεβασμό, στοργή, αγάπη και τρυφερότητα έχουν ανάγκη τα παιδιά. Είναι το μέλλον του κόσμου και, όπως λέει και το τραγούδι, «γιατί αν γλυτώσει το παιδί, υπάρχει ελπίδα».

«Π»: Ποια θεωρείτε μάστιγα της εποχής;
Μ.ΣΤ.: Την κλιματική αλλαγή και την απειλή χρήσης πυρηνικών μέσων. Ακόμη το ότι εξακολουθούν να υπάρχουν πόλεμοι.

«Π»: «Παντού το εφήμερο γκρεμίζεται σ’ ένα βαθύ Είναι» Ράινερ Μαρία Ρίλκε. Το σχόλιό σας;
Μ.ΣΤ.: Αν το ερμηνεύω σωστά, νομίζω ότι αναφέρεται σε μια διαρκή προσπάθεια ενδοσκόπησης. Βαθιά μέσα στον άνθρωπο βρίσκεται το μέρος από όπου πηγάζει η πραγματική ζωή. Δεν πρέπει να μένουμε στην επιφάνεια και την παροδικότητα των πραγμάτων. Τόσα έχουμε μάθει από τον Ρίλκε. Θα μπορούσε να διαφωνήσει κανείς;

«Π»: Τι ετοιμάζετε;
Μ.ΣΤ.: Μια καινούργια σειρά μικρά κείμενα και, μαζί με τον σύζυγό μου Δημήτρη Δασκαλόπουλο, το Χρονολόγιο-Εργοβιογραφία του Μανόλη Αναγνωστάκη. Με απασχολεί επίσης η συγκέντρωση και καταγραφή μιας σειράς κορυφαίων εμπειριών της ζωής που μου έτυχε να βιώσω, όπως για παράδειγμα το δέος μπροστά και πίσω από τους Καταρράκτες του Νιαγάρα ή το θρόισμα στο δάσος από κοπάδι ελαφιών μέσα στη νύχτα.

Πήγαινε στην κορυφή