«Ένας ηθοποιός οφείλει να έχει ευθύνη πρώτα απέναντι στον εαυτό του και μετά απέναντι στο κοινό που απευθύνεται», Κώστας Καστανάς – Ηθοποιός

ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
«Ένας ηθοποιός οφείλει να έχει ευθύνη πρώτα απέναντι στον εαυτό του και μετά απέναντι στο κοινό που απευθύνεται», Κώστας Καστανάς – Ηθοποιός

Γεννήθηκε στον Πειραιά το 1943. Αποφοίτησε αριστούχος από τη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου όπου είχε δασκάλους την Κατίνα Παξινού, τον Αλέξη Μινωτή, τον Τάκη Μουζενίδη, τον Θάνο Κωτσόπουλο, τον Αλέξη Σολομό, τον Άγγελο Τερζάκη κ.α. Πρωτοεμφανίστηκε στο Εθνικό Θέατρο το 1964 δίπλα στον Δημήτρη Χορν στον Λορεντζάσιο του Άλφρεντ Ντε Μισέ και από την επόμενη χρονιά έπαιξε εναλλάξ με τον Αλέξη Μινωτή, τον Όσβαλντ στους Βρυκόλακες του Ίψεν, καθώς και πρωταγωνιστικούς ρόλους στα έργα Ταξίδι μακριάς ημέρας στη νύχτα του Ο’Νηλ, Ιβάνωφ του Τσέχωφ, Συναναστροφή της Λούλας Αναγνωστάκη κ.α. Το 1968 αποχώρησε από το Εθνικό Θέατρο για να συμμετάσχει ως πρωταγωνιστικό στέλεχος στο θίασο Μινωτή – Παξινού. Στο ελεύθερο θέατρο συνεργάστηκε επίσης με την Έλλη Λαμπέτη στον Βυσσινόκηπο του Τσέχωφ και τον Άμλετ στο ομώνυμο σαιξπηρικό έργο.
Το 1974 επέστρεψε στο Εθνικό Θέατρο και ερμήνευσε πλειάδα ρόλων σε παραστάσεις τραγωδιών στην Επίδαυρο, στο Ηρώδειο και σε άλλα αρχαία θέατρα, σε περιοδείες στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Το φθινόπωρο του 1992 αποχώρησε από τη δύναμη του Εθνικού ενώ λίγο πριν είχε ιδρύσει τη θεατρική εταιρεία «Ουτοπία». Από τότε μέχρι και σήμερα εμφανίζεται σε σημαντικές θεατρικές δουλειές, διοργανώνει πολιτιστικά δρώμενα ενώ έχει θητεύσει και ως καθηγητής υποκριτικής στην Ανωτέρα Σχολή Υποκριτικής Τέχνης του Εθνικού Θεάτρου καθώς και στις Σχολές Βεάκη και Λαϊκού Πειραματικού Θεάτρου Λεωνίδα Τριβιζά. Έχει στο ενεργητικό του πλειάδα συμμετοχών σε εκπομπές λόγου και τέχνης όπως και μεταδόσεις θεατρικών έργων για το ραδιόφωνο.
Σήμερα εργάζεται ως ηθοποιός και σκηνοθέτης σε ελεύθερες παραγωγές και ασχολείται συστηματικά με παρουσιάσεις θεατρικών, ποιητικών και λογοτεχνικών κειμένων, αφηγήσεις ντοκιμαντέρ καθώς και ηχογραφήσεις της Αρχαίας και Νεοελληνικής Γραμματείας. Παράλληλα διδάσκει σε ομάδες ερασιτεχνών, προσφέροντας την πείρα και τις γνώσεις του σε όσους αγαπούν το θέατρο.


ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: ΜΑΙΡΗ ΓΚΙΩΝΗ – ΛΑΡΕΝΤΖΑΚΗ


«ΠΑΛΜΟΣ»: Πώς ήταν τα παιδικά σας χρόνια στον Πειραιά;
ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΣΤΑΝΑΣ: Φύγαμε οικογενειακώς μετα τους βομβαρδισμους για το Παγκράτι. Εγώ ήμουν ακόμα βρέφος. Εχω όμως θαυμάσιες αναμνήσεις απο τον Πειραιά όταν αργότερα επισκεπτόμασταν τους γονείς της μητέρας μου. Την ζεστασιά τους, την αγάπη τους αλλά και όλη την ατμόσφαιρα της γειτονιάς με τους καλούς ανθρώπους και την σύμπνοια μεταξύ τους.

«Π»: Τί σας ώθησε στις σπουδές της υποκριτικής τέχνης;
Κ.Κ.: Μεταξύ σπουδών ζωγραφικής και Θεάτρου, επικράτησε το δεύτερο μιας και από τις πρώτες σχεδόν τάξεις του σχολείου, είχα αρχίσει να ασχολούμαι με διαβάσματα σχετικά με παραστάσεις, σκηνικά, ρόλους… Υπήρχε μια καλή διάθεση κι ένας ενθουσιασμός από τη μεριά του σχολείου που πήγαινα, στην Καλλιθέα, ένα εξαιρετικό ιδιωτικό σχολείο, με το όνομα «Θετική Αγωγή», ένας ενθουσιασμός για τα καλλιτεχνικά.

«Π»: Είχατε την ευλογία να μαθητεύσετε δίπλα σε σημαντικούς δασκάλους, τα μεγαλύτερα ονόματα στην Ελλάδα, στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Τί σας προσέφερε αυτό;
Κ.Κ.: Αυτό είναι αλήθεια. Οι προσωπικότητες που μας δίδαξαν στην σχολή του Εθνικού Θεάτρου τότε, εκείνη την εποχή ήταν…εξ’ουρανών! Ίσως γιατί θέλησαν να διατηρήσουν ψηλά την παράδοση του Εθνικού Θεάτρου και της Σχολής του, ίσως γιατί ήξεραν καλύτερα πως μόνο με την παιδεία μπορεί ο πολιτισμός να πάρει πάνω του και να γίνει κάτι καλό σ’αυτόν τον τόπο.
Θέλω να αναφέρω τα ονόματα των δασκάλων μου ξέροντας ότι πολλοί από τους νεότερους μπορεί και να μην τους έχουν γνωρίσει παρά μόνο κατ’όνομα: Άγγελος Τερζάκης, Αιμίλιος Χουρμούζιος, Γεώργιος Ζώρας, Φαίδων Μπουμπουλίδης, Ελένη Τσουλακά, Θάνος Κωτσόπουλος, Στέλιος Βόκοβιτς, Λυκούργος Καλλέργης, Ελένη Χαλκούση, Μιράντα Μυράτ, Δημήτρης Μυράτ, Αλέξης Σολομός, Τάκης Μουζενίδης, Κατίνα Παξινού. Μιλώ τώρα για τους καθηγητές που είχα στη δική μου σειρά και αυτούς αναφέρω μόνο. Ιδιαίτερη έμφαση δινόταν και στα τεχνικά μαθήματα.
Χορός, ξιφασκία με τον Αχιλλέα Δρίβα και φυσικά γωγή του λόγου με τον Νίκο Παπακωνσταντίνου. Μέχρι και η περίφημη δασκάλα της Μαρίας Κάλλας, η Αλεξάνδρα Τριάντη μας είχε επισκεφτεί για να μας ακούσει όλους και όλες και να μας δώσει τις συμβουλές της.
Εκείνο που μας προσέδωσαν όλες οι προσωπικότητες ήταν η ευθύνη για αυτό που επρόκειτο να κάνουμε! Ευθύνη πρώτα απέναντι στον εαυτό μας και μετά στοι κοινό που θα απευθυνόμαστε.

«Π»: Πώς ήταν η εμπειρία σας ως πρωτοεμφανιζόμενος δίπλα στον Δημήτρη Χορν;
Κ.Κ.: Ήταν μια μεγάλη χαρά! Ο Χορν με τον οποίο αργότερα ξαναβρεθήκαμε και συνεχίσαμε μια θερμή φιλία, ήταν πολύ ανοιχτός, γενναιόδωρος στη συνεργασία με έναν νεότερο ηθοποιό όπως τότε ήμουν εγώ. Ούτε μία στιγμή δεν με κριτικάρισε, αντιθέτως με έβλεπε με αγάπη και αυτό με εμψύχωνε.

«Π»: Έχετε συμμετάσχει ως πρωταγωνιστικό στέλεχος στο θίασο Μινωτή – Παξινού σε έργα ρεπερτορίου. Τί αποκομίσατε από αυτή την συνεργασία σας;
Κ.Κ.: Η συνεργασία μου με τον θίασο Μινωτή – Παξινού ήταν αυτή που σήμανε μέσα μου πολλά πράγματα. Εκεί βασικά διδάχτηκα το θέατρο! Πάνω στη σκηνή με ηθοποιούς που διέπονται από ταλέντο, γνώση και φλόγα. Οι ατέλειωτες πρόβες και οι κατ’ιδίαν συζητήσεις γιατί κάποια στιγμή και ύστερα με τις μικρές περιοδείες και την καθημερινή επαφή, είχαμε γίνει, όχι μόνο θίασος αλλά μέλη μιας θεατρικής οικογένειας, θα έλεγα. Μαζί στις επιτυχίες και μαζί στις δυσκολίες.
Και φυσικά αισθάνομαι ευγνωμοσύνη για την καλή μου τύχη να τους συναντήσω στη ζωή μου και να δουλέψω μαζί τους.
Άσχετο αν αυτό μου ανέβασε πολύ τις απαιτήσεις μου στο θέατρο και στη ζωή μου, πράγμα λίγο …επώδυνο.

«Π»: Έχετε παίξει δίπλα σε κορυφαίους, για παράδειγμα την Έλλη Λαμπέτη. Ποιά συνεργασία ξεχωρίζετε;
Κ.Κ.: Όπως καταλαβαίνετε, δεν μου είναι εύκολο να ξεχωρίσω την ωραιότερη συνερασγασία. Ίσως επειδή αφηνόμουν ολόψυχα σε κάθε περίπτωση που μου άρεσε. Τί να πω; Για παράδειγμα, η Λαμπέτη με κέρδισε από την πρώτη στιγμή με τον τρόπο που με προσέγγισε και με την εμπιστοσύνη που μου έδειξε. Άλλο μου πρότεινε να κάνουμε κι άλλο την έπεισα να κάνουμε και με πίστεψε! Και είχα δίκιο. Αλλά και εκείνη με τον δικό της τρόπο. Δεν ξέρω αλλά ο κάθε χώρος έχει φυσικά τις ιδιαιτερότητές του και όταν οι άνθρωποι αισθάνονται συγγενικά, όταν τους συνδέει μια κοινή αγάπη, τότε τα πράγματα, δεν μπορεί, θα πάνε καλά!

«Π»: Έχετε ερμηνεύσει τους σημαντικότερους ρόλους στα μεγαλύτερα θέατρα, όπως στην Επίδαυρο, το Ηρώδειο και όλα τα αρχαία θέατρα στην Ελλάδα. Ποιά τα συναισθήματά σας για την επιτυχημένη πορεία σας;
Κ.Κ.: Πράγματι είναι έτσι όπως τα λέτε, δεν θα πρέπει όμως να παραβλέψουμε πως στο Εθνικό Θέατρο παλαιότερα και όπως ήταν η δομή του θιάσου, υπήρχε και η επετηρίδα, όπως λέγεται η υποχρέωση στην αξία του συναδέλφου, που συνυπολογίζεται από την προσφορά και τα χρόνια. Συνεπώς μετρούσε και αυτό και δεν μπορούσες να παίξεις τα πάντα ως νέος και ταλαντούχος. Είχαν κι άλλοι σειρά. Θυμάμαι το χαριτωμένο ανέκδοτο που μου διηγείτο ο Χορν: ήταν ντουμπλίρ του Μαλλιαγρού στη Νυχτερίδα και του είπαν «ντύσου να παίξεις εσύ γιατί δεν έχει έρθει». Και συνεχίζει: «Μόλις είχα ντυθεί, ακούγεται η στριγγιά φωνή του να τραγουδά ανεβαίνοντας…».

«Π»: Υπηρετήσατε το αρχαίο θέατρο με την ερμηνεία σας, τις διαλέξεις σας, τη διδασκαλία σας ως σκηνοθέτης στα αγγλικά και τα αρχαία Ελληνικά. Τί θυσίες απαιτεί όλη αυτή η προσήλωση;
Κ.Κ.: Δεν ξέρω τί μπορεί να ονομάσουμε θυσία σε μια πορεία που απαιτεί προσήλωση, αφοσίωση και μελέτη. Αυτό είναι ευχαρίστηση όταν νοιώθεις πως μόνο αυτό θέλεις να κάνεις, όμως αν πρέπει να δώσεις όλο σου τον χρόνο εις βάρος άλλων βασικών απαιτήσεων, τότε μπορούμε να πούμε ότι είναι προσωρινή παραχώρηση.
Αν όμως αφήνεις τη ζωή να περνάει χωρίς να εκτιμάς την ομορφιά, τότε είναι μια παράβλεψη που δεν σε βοηθά σ’ο,τιδήποτε κι αν έχεις αφοσιωθεί. Είναι απώλεια. Και είναι σοβαρό πράγμα.
Έτσι κι εγώ, λοιπόν, δεν νομίζω ότι έκανα θυσίες παρά μόνο αυτό που αισθανόμουν και μου άρεσε, προσέχοντας να μην παραμελώ την ουσία της καθημερινής ζωής που πέρα από τις δυσκολίες είναι δώρο Θεού!

«Π»: Πώς βλέπετε τη μετά κορωνοϊού εποχή; Τί ζημιά νοιώθετε πως έκανε στο θέατρο και τον πολιτισμό;
Κ.Κ.: Λόγω της πανδημίας οι ομαδικές δραστηριότητες είναι περιορισμένες. Το Πορτοθέατρο, για παράδειγμα, η θεατρική μου ομάδα, εδώ στο Πόρτο Ράφτη, είναι σε αναμονή και ελπίζουμε να κάνουμε πράγματα όταν μας το επιτρέψει αυτή η ιστορία της πανδημίας που μας έχει επηρεάσει όλους αλλά ελπίζω παράλληλα να μας έχει οπλίσει και με καινούργια ενέργεια και ωριμότερες σκέψεις. Είμαι αισιόδοξος ότι τα πράγματα θα ξαναβρούν το δρόμο τους και ως προς τον πολιτισμό πιστεύω ότι είναι βαθιά ριζωμένος και δεν πρόκειται να κουνηθεί. Έχουμε τις σπουδαιότερες ρίζες που όλοι αντλούν από μας.
Αν λίγο ενδοσκοπήσουμε, θα δούμε πως στην Αρχαία Ελληνική Γραμματεία έχουν ειπωθεί τα πάντα πάνω σ’αυτά που δανείζονται και χτίζουν και γνωμοδοτούν οι Ευρωπαίοι, οι Αμερικανοί και όλοι οι άλλοι. Ακόμα και κανόνες υποκριτικής έχουμε από τα αρχαία χρόνια.

«Π»: Τί συμβουλεύετε τους μαθητές σας;
Κ.Κ.: Να σας πω την αλήθεια μου, απέφευγα τις συμβουλές από τα χρόνια που ήμουν καθηγητής στη Σχολή του Εθνικού Θεάτρου και ήμουν πολύ νέος τότε. Προσπαθούσα να έχω μια σχέση ανθρώπινη με τους μαθητές μου. Ο καθένας είχε τις δικές του απαιτήσεις και ανάγκες και αυτές έπρεπε να καταλάβω. Το ότι το θέατρο δεν πρέπει να είναι αυτό ή το άλλο, ότι δεν είναι, για παράδειγμα, ο εύκολος τρόπος προβολής ή πλουτισμού, ότι μόνο πείνα μπορεί να σου προσφέρει – πνευματική αλλά και ουσιαστική αφού δεν μπορεί πάντα να σου αποδώσει τα προς το ζην. Αυτά μπορούσα και μπορώ να τα συζητήσω αλλά από ένα σημείο και μετά, κατόπιν πολλής άσκησης και όταν πια αρχίσει ο ηθοποιός να ενσαρκώνει ρόλους με τα δικά του υποκριτικά μέσα, χρειάζεται μια μεγάλη φροντίδα και προσοχή. Είναι πολύ πιο σύνθετο το πράγμα απ’ό,τι ακούγεται και θέλει ιδιαίτερη ενασχόληση και αγάπη, κάτι που έκανα και κάνω για ένα μεγάλο μέρος της ζωής μου.

«Π»: Ραδιόφωνο, τηλεόραση, θέατρο, κινηματογράφος… Πείτε μας τί αγαπάτε περισσότερο; Ετοιμάζετε κάτι;
Κ.Κ.: Το θέατρο διαφέρει από τον κινηματογράφο και την τηλεόραση. Και τα τρία είδη, αν τα υπηρετήσεις με επιμέλεια και αγάπη, μπορούν να προσφέρουν σπουδαία πολιτιστικά αποτελέσματα. Προτιμώ το θέατρο με τη ζωντανή επαφή και σύνδεση με το κοινό. Αυτό τον καιρό της ενδοσκόπησης, τακτοποίησα λίγο το αρχείο μου και έδωσα υλικό για ένα πρώτο βιβλίο που βγήκε από τις εκδόσεις Παρισιάνου. Έπεται συνέχεια…
Για το θεατρικό μου μέλλον, εκτός από το ότι διαβάζω συνεχώς έργα που μου στέλνουν, σκέφτομαι πως ίσως με ευχαριστούσε να ξανακάνω μια παράσταση που είχα δώσει μόνο για τρεις μέρες στο Ίδρυμα Κακογιάννη και δεν είχα προλάβει να τη χαρώ κι εγώ.

Πήγαινε στην κορυφή